Γλυκά Νερά: Ο 32χρονος πιλότος, Μπάμπης Αναγνωστόπουλος, μετά από αρκετές ώρες κατάθεσης στη ΓΑΔΑ, ομολόγησε πως εκείνος ήταν ο άνθρωπος που δολοφόνησε την άτυχη Καρολάιν. Και το πανελλήνιο παραμένει σοκαρισμένο με τις εξελίξεις που αφορούν στο θέμα.

Στην προανακριτική του απολογία, ο πιλότος που δολοφόνησε την Καρολάιν, θέλησε να ζητήσει “συγνώμη’ για την πράξη του και ανέφερε στους αστυνομικούς πως δεν μπορεί κανείς να φανταστεί τον έρωτα του για τη σύζυγο του.

Τι ανέφερε για την κόρη του, Λυδία αλλά και για τη συμπεριφορά της συζύγου του

Ο Μπάμπης Αναγνωστόπουλος μιλώντας στους αστυνομικούς περιέγραψε τα συναισθήματα του, για την κόρη του Λυδία, λέγοντας:


Για μένα η Λυδία μετά κι από αυτές τις περιπέτειες της υγείας της, είναι κάτι που δεν μπορώ να περιγράψω με λόγια. Το να σας πω ότι είναι τα πάντα για μένα, νομίζω είναι πολύ λίγο” και συνέχισε αναφέροντας: “Όταν χάσαμε το πρώτο παιδάκι, η συμπεριφορά της Καρολαϊν άρχισε να αλλάζει. Εκεί που ήταν όλα καλά μεταξύ μας, μπορεί για την οποιαδήποτε σημαντική ή ασήμαντη αφορμή να γινόταν επιθετική απέναντι μου. Η Καρολαϊν είχε το εξής χαρακτηριστικό. Μπορεί να ήμασταν όλη την εβδομάδα μια χαρά και από τη μία στιγμή στην άλλη μπορεί να γύρναγε ένας διακόπτης και να γινόταν επιθετική απέναντι μου, ή απέναντι σε οποιοδήποτε την είχε πειράξει εκείνη τη στιγμή. Μετά από 1 ώρα που θα της περνούσαν τα νεύρα, ήταν όλα μια χαρά κι εγώ προσπαθούσα να διαχειριστώ αυτές τις εξετάσεις της. Της πρότεινα να πάμε σε μία ψυχολόγο, εκείνη συμφώνησε και έτσι ξεκινήσαμε να πηγαίνουμε στην κυρία Μυλωνοπούλου για συνεδρίες

Ο πιλότος συνέχισε λέγοντας:

“Ενώ ήμουν με τη Λυδία και έπαιζα μαζί της στον καναπέ, πήγε να πέσει από τον καναπέ και τότε έκανα μία κίνηση να την αρπάξω για να μην πέσει. Η αλήθεια είναι ότι η κίνηση μου αυτή ήταν λίγο άγαρμπη και η Λυδία φοβήθηκε και άρχισε να κλαίει. Η Κάρολαϊν ήρθε προς το μέρος μας και ξεκίνησε να μου φωνάζει. Δεν θυμάμαι τι ακριβώς μου είπε εκείνη τη στιγμή, φεύγοντας όμως από το καθιστικό για να ανέβει στην κρεβατοκάμαρα θυμάμαι ότι μου είπε: «Δεν πάτε να ψοφήσετε και οι δύο». Φυσικά και δεν έδωσα καμία σημασία, γιατί ήξερα ότι δεν ήταν ο εαυτός της και ότι το είπε πάνω στα νεύρα της. Την τελευταία φορά που ανέβηκα με τη μικρή στην αγκαλιά μου η Κάρολαϊν προσπαθούσε να κοιμηθεί. Πήγα λοιπόν και έβαλα την μικρή δίπλα της για να κοιμηθούμε όλοι μαζί“.

Η περιγραφή του πιλότου για τη δολοφονία της Καρολάιν στη μεζονέτα στα Γλυκά Νερά:

“Άφησα την Λυδία, η Καρολαϊν άνοιξε τα μάτια της, άρχισε να μου φωνάζει επειδή της έφερα τη μικρή και δεν την άφηνε να κοιμηθεί. Η μικρή ξύπνησε. Τότε η Καρολαϊν πάνω στα νεύρα της έπιασε το μωρό με τα δυο της χέρια και το πέταξε με δύναμη μέσα στο λίκνο. Λέγοντας κάτι του στυλ σου είπα ότι δεν την θέλω εδώ. Πήρα αγκαλιά το μωρό και είπα στην Καρολαϊν «είσαι με τα καλά σου; Χτυπάς τη μικρή;» και αυτή μου απάντησε κάτι του στυλ «ότι γουστάρω θα κάνω, ότι θέλω θα κάνω». Πήρε την μικρή κάτω και κοιμήθηκε στον καναπέ.

Το σκεφτόμουν και έλεγα από μέσα μου αν το έκανε αυτό τώρα που είμαι και εγώ μπροστά, αν λείπω, τι θα της κάνει, θα την σκοτώσει; Αυτό δεν μπορούσε να μου φύγει από το μυαλό. Ανέβηκα ακόμη μία φορά στην κρεβατοκάμαρα για να κάνω μία τελευταία προσπάθεια. Ξάπλωσα δίπλα της και την πήρα αγκαλιά. Της είπα να πάρω τη μικρή και να ανέβουμε πάνω και αυτή μου απάντησε “όχι μην φέρεις την μικρή δεν σας θέλω”. Και ξεκίνησε να τινάζει το σώμα της για να φύγει από την αγκαλιά μου. Εγώ συνέχιζα να την κρατάω σφιχτά και της έλεγα ότι πρέπει η μικρή να ανέβει επάνω για να κοιμηθεί. Κάποια στιγμή όπως τιναζόταν το πρόσωπο της ήταν στο μαξιλάρι εννοώ δηλαδή ότι το στόμα της και η μύτη της ακουμπούσαν στο μαξιλάρι εγώ συνέχισα να την κρατάω σφιχτά στην αγκαλιά μου μέχρι που κατάλαβα ότι η Καρολαϊν σταμάτησε να κουνιέται.

Όλο αυτό πρέπει να κράτησε γύρω στα 5 λεπτά από την ώρα δηλαδή που την αγκάλιασα μέχρι την ώρα που σταμάτησε να κουνιέται. Τα έχασα. Προσπάθησα να την ξυπνήσω, την κούναγα, αλλά κατάλαβα ότι όλο αυτό που έκανα ήταν μάταιο. Κατέβηκα αμέσως στο σαλόνι να δω αν η μικρή ήταν καλά, είδα ότι κοιμόταν και ανέβηκα πάλι στην κρεβατοκάμαρα. Τότε συνειδητοποίησα τι είχε συμβεί. Έβαλα τα κλάματα και αμέσως σκέφτηκα την Λυδία που θα μεγαλώσει χωρίς τους γονείς της. Τότε λοιπόν σκέφτηκα να κάνω μία τελευταία προσπάθεια μήπως μεγαλώσει τουλάχιστον με τον πατέρα της. Σκέφτηκα να εξαφανίσω το σώμα της, αλλά κάτι τέτοιο μου ήταν αδύνατον να το κάνω. Μόνο που την κοίταζα, έκλαιγα. Το επόμενο πράγμα που σκέφτηκα ήταν να πω ότι κάποιος άλλος το έκανε. Θα έλεγα στην αστυνομία ότι μπήκαν ληστές μέσα στο σπίτι. Βρισκόμουν σε πανικό. Δεν ήξερα τι να κάνω. Σκέφτηκα ότι για να φανεί πιο αληθοφανές και να πιστέψουν ότι μπήκαν αδίστακτοι ληστές, θα έπρεπε να κάνω κακό στο σκύλο. Κανένας δεν θα πίστευε ότι εγώ θα μπορούσα να κάνω κακό στο σκυλί. Με πόνο καρδιάς κρέμασα το λουρί του σκύλου στα κάγκελα της σκάλας. Δεν θυμάμαι την χρονολογική σειρά”.

Η στιγμή που “έστησε” τη ληστεία

Μιλώντας για τη στιγμή που αφορούσε το στήσιμο της ληστείας ανέφερε πως ξεκίνησε να δένει την ταινία στα χέρια του και στο στόμα του ενώ έδωσε τα πόδια του με τον σπάγκο. Πριν δεθεί πήρε τη μικρή Λυδία από τον καναπέ όπου κοιμόταν και την έβαλε δίπλα στη μητέρα της.

Ακολουθήστε το debater.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις