Μητσοτάκης: Σε 4 χρόνια δεν προλάβατε να αναγνωρίσετε το κράτος της Παλαιστίνης; – Ο Τσίπρας σας άφησε στα κρύα του λουτρού

Το μήνυμα του προς Φάμελλο και Ανδρουλάκη

Μητσοτάκης: Σε 4 χρόνια δεν προλάβατε να αναγνωρίσετε το κράτος της Παλαιστίνης; – Ο Τσίπρας σας άφησε στα κρύα του λουτρού
(ΤΑΤΙΑΝΑ ΜΠΟΛΑΡΗ/EUROKINISSI)

Τη δική του απάντηση προς τον ΣΥΡΙΖΑ για την αναγνώριση του κράτους της Παλαιστίνης έστειλε ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης.

Συγκεκριμένα, κατά τη διάρκεια της τριτολογίας του αναφέρθηκε στον ΣΥΡΙΖΑ κατηγορώντας τον για τον λόγο που επί 4 χρόνια που ήταν κυβέρνηση δεν αναγνωρίστηκε το κράτος της Παλαιστίνης.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

«Υπερασπίζεστε μια πολιτική ενός πρωθυπουργού που σας εγκατέλειψε. Θα πάτε στον Τσίπρα; Θα σας πάρει τους βουλευτές Είναι θέμα προς συζήτηση όταν ο τέως πρωθυπουργός σας εγκαταλείπει και εσείς επικροτείτε την πολιτική του» είπε προς τον ΣΥΡΙΖΑ ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης, ενώ προς την πρόεδρο της Πλεύσης Ελευθερίας Ζωή Κωνσταντοπούλου ανέφερε «Μην γκαρίζετε. Από τις εργασίες της Εξεταστικής φαίνεται ότι η υπόθεση έχει διαχρονικά χαρακτηριστικά. Πιστεύετε ότι αφορά μόνο τη Νέα Δημοκρατία; Και τα στελέχη του ΠΑΣΟΚ στην Κρήτη δεν είχαν ανάμιξη; Ας έρθουν όλοι στην Εξεταστική· η κυβέρνηση δεν θα σταθεί εμπόδιο σε κανέναν».

Μητσοτάκης σε Ανδρουλάκη: Αν ήσαστε στη θέση μου τι θα κάνατε, θα πιάνατε τον κ. Τραμπ από το πέτο και θα του λέγατε go back;

Ο Κυριάκος Μητσοτάκης ανεβαίνοντας στο βήμα για την δευτερολογία του επισήμανε ότι όλοι οι αρχηγοί των κομμάτων της αντιπολίτευσης μίλησαν παραπάνω χρόνο από αυτόν που είχαν στη διάθεσή τους.

Ο πρωθυπουργός αναφερόμενος στη συνέχεια στην ονομαστική ψηφοφορία για το εργασιακό νομοσχέδιο, σημείωσε ότι 47 άρθρα ψηφίστηκαν με πάνω από 180 βουλευτές και πως ο ΣΥΡΙΖΑ αποχώρησε για να μη φανεί η διγλωσσία του.

Απαντώντας στην Ζωή Κωνσταντοπούλου ανέφερε ότι «ο δικός σας χώρος, ο ΣΥΡΙΖΑ είχε κάνει τη δικαιοσύνη παραμάγαζο, όπως ομολόγησε ο κ. Κοντονής με έναν τρόπο σοκαριστικό». Ο πρωθυπουργός ανέφερε ότι η δίκη των Τεμπών προσδιορίστηκε επιτέλους να ξεκινήσει τον Μάρτιο και «εκεί πιστεύω ότι θα αποδοθεί πραγματική δικαιοσύνη». Ο κ. Μητσοτάκης ανέφερε ότι σε ένα κράτος δικαίου η δικαιοσύνη αποδίδεται στα δικαστήρια και όχι στο πεζοδρόμιο.

Ερχόμενος στα ζητήματα της σημερινής συζήτησης και σχολιάζοντας όσα είπε ο Νίκος Ανδρουλάκης για τη διάσκεψη στο Σαρλ Εμ Σειχ. «Αν δεν είχαμε προσκληθεί τι ακριβώς θα λέγατε; Ότι η Ελλάδα περιφρονήθηκε, ότι δεν παίζει ρόλο. Αν ήσαστε στη θέση μου τι θα κάνατε, θα πιάνατε τον κ. Τραμπ από το πέτο και θα του λέγατε go back; Η χώρα μας παίζει σημαντικό ρόλο για την ειρήνευση στη Γάζα με την ελπίδα ότι θα περάσουμε από την εκεχειρία στην μόνιμη ειρήνη», σημείωσε.

Ο κ. Μητσοτάκης υπενθύμισε την επίθεση της 7ης Οκτωβρίου και το γεγονός ότι δεν αναφέρθηκε από την κα Κωνσταντοπούλου. «Έχω πει ότι η στρατιωτική αντίδραση του Ισραήλ ξεπέρασε κάθε όριο και οποιοσδήποτε στρατιωτικός στόχος δεν δικαιολογεί την απώλεια αμάχων. Τόσες φορές τα έχουμε πει αυτά και αναφερθήκατε στα παιδιά που ήρθαν από τη Γάζα με ειρωνικό τρόπο. Ξέρετε τι προσπάθεια χρειάστηκε; Δεν το κάναμε για σόου, αλλά για να βοηθήσουμε όπως στείλαμε τα αεροπλάνα να κάνουν ρίψεις», συνέχισε.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

«Αναρωτιέμαι αν εμείς σήμερα είχαμε αναγνωρίσει το κράτος της Παλαιστίνης, όπως έχω πει ότι προτιθέμεθα να κανουμε, αυτό θα είχε βοηθήσει ή θα δυσχέραινε τον ρόλο μας; Η Ελλάδα είναι σωστά τοποθετημένη προκειμένου να παίξει ουσιαστικό ρόλο στις ειρηνευτικές διαδικασίες. Η Γαλλία αναγνώρισε και πιστεύετε ότι αυτό έκανε τη διαφορά; Η ειρήνη αυτή που πετύχαμε, μπορεί το στιλ και ο τρόπος του προέδρου Τραμπ να ξενίζει, είναι ο εκλεγμένος πρόεδρος των ΗΠΑ και οι ΗΠΑ είναι στρατηγικός εταίρος της πατρίδας μας. Θα συνιστούσα προσοχή», τόνισε.

«Είμαι πρωθυπουργός της Ελλάδος και φροντίζω να μην είναι το ρεντίκολο της Ευρώπης όπως ήταν επί ΣΥΡΙΖΑ», είπε σε άλλο σημείο της ομιλίας του, επαναλαμβάνοντας, απευθυνόμενος στον κ. Φάμελλο, ότι «η Ελλάδα ήταν μαύρο πρόβατο επί των ημερών σας».

ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Για τις ελληνοτουρκικές σχέσεις και όσα ακούστηκαν για την αναβολή της συνάντησής του με τον κ. Ερντογάν, αναρωτήθηκε γιατί δεν αντέδρασε το ίδιο η ιταλική αξιωματική αντιπολίτευση όταν έγινε το ίδιο με την κα Μελόνι. «Δεν ξέρω αν οι λόγοι ήταν πραγματικοί ή προσχηματικοί. Μπορεί η Τουρκία να ενοχλήθηκε ότι η Ελλάδα έφερε τη chevron , έκανε το θαλάσσιο χωροταξικό και τα θαλάσσια πάρκα. Για 3 χρόνια ο πρόεδρος Ερντογάν έλεγε ποιος είναι ο Μητσοτάκης δεν θέλω να τον συναντήσω. Εγώ έλεγα ότι ασχέτως των διαφορών μας επιδιώκουμε το διάλογο. Όταν συναντηθώ θα πω κατ’ ιδίαν αυτά που λέω δημόσια. Επιδιώκουμε καλές σχέσεις, αλλά αν η Τουρκία θέλει κονδύλια από το SAFE, να γνωρίζει ότι αυτή η επιθυμία της περνάει από τη σύμφωνη θέση της Ελλάδας. Για να πάρει έστω και ένα ευρώ απαιτείται συμφωνία της Τουρκίας με την ΕΕ, η οποία απαιτεί ομοφωνία. Ας αφήσουμε τις κορώνες πατριωτισμού και ας σκεφτούμε ότι αυτή η δυνατότητα που έχουμε σήμερα ως χώρα μας δίνει σημαντικό διαπραγματευτικό όπλο. Σκοπός μας είναι να επιβεβαιώσουμε αποφάσεις του ευρωπαϊκού συμβουλίου που ορίζουν ότι η πρόοδος των σχέσεων της Τουρκίας με την ΕΕ είναι σταδιακή και μπορεί να είναι ανατρέψιμη. Όλοι γνωρίζουν ότι για να έρθει η Τουρκία κοντά στην Ευρώπη θα πρέπει να αλλάξει η στάση της απέναντι στην Ελλάδα και την Κύπρο», υπογράμμισε ο κ. Μητσοτάκης.

«Δεν θέλω να θυμίσω την Ελλάδα του 1980, τις προνομιακές σχέσεις της κυβέρνησης με την παλαιστινιακή ηγεσία, την περιφρόνηση στο Ισραήλ γιατί αρνείτο ο Ανδρέας Παπανδρέου να το αναγνωρίσει και ήταν η πρώτη απόφαση του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη να το αναγνωρίσει. Επειδή όλοι έχουμε την ιστορία μας με τα θετικά και τα αρνητικά μας, δεν έχω διστάσει να πω ότι η είσοδος της Κύπρο στην ΕΕ, χωρίς να έχει επιλυθεί το κυπριακό, ήταν μια επιτυχία της κυβέρνησης Σημίτη. Με την ίδια άνεση μπορώ να πω ότι δυστυχώς το καθεστώς των γκρίζων ζωνών στο Αιγαίο παγιώθηκε τον Ιανούαριο του 1996 στα Ίμια», ανέφερε.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Ο πρωθυπουργός είπε ότι αν θέλει η Τουρκία να μπει στο SAFE θα πρέπει να απαλλάξει την Ελλάδα από την απειλή πολέμου και να σταματήσει τις θεωρίες περί γκρίζων ζωνών.

Ο κ. Μητσοτάκης σημείωσε πως αν αυτή τη στιγμή θεωρείται η Ρωσία η νούμερο ένα απειλή, να γνωρίζουμε ότι πρέπει η Ευρώπη να μπορεί να αντιδράσει και η Τουρκία είναι μια χώρα πολύ κοντά στη Ρωσία.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

«Και οι ευρωπαίοι πρέπει να αντιληφθούν ότι θα πρέπει να είναι προσεκτικοί με μία χώρα που έχει αναλάβει το ρόλο του επιδέξιου ουδέτερου», πρόσθεσε.

Ο πρωθυπουργός υπενθύμισε ότι ήταν από τους πρώτους ηγέτες που μίλησε για την ανάγκη συλλογικής άμυνας στην Ευρώπη. «Για πολλές δεκαετίες η Ευρώπη παραμέλησε την άμυνά της. Εμείς δεν είχαμε ποτέ αυτή την πολυτέλεια για τους δικούς μας συγκεκριμένους γεωπολιτικούς λόγους. Η Ελλάδα σε αυτή τη συζήτηση έπαιξε καθοριστικό ρόλο. Ο πρώτος που μίλησε για τη ρήτρα διαφυγής στην Ευρώπη ήμουν εγώ. Ξοδεύουμε 3% του ΑΕΠ για την άμυνα και πολύ καλά κάνουμε γιατί είναι προϋπόθεση για την ελευθερία μας. Αλλά, ταυτόχρονα, η χώρα μπορεί να έχει πρωτογενές πλεόνασμα 2%. ‘Ακουσα αυτές τις ωραίες θεωρίες της αριστεράς. Η άμυνα της χώρας ξεκινά από την ισχυρή άμυνα και αυτό για αυτή την κυβέρνηση είναι αδιαπραγμάτευτο. Η Ευρώπη έχει αντιληφθεί ότι πρέπει να υποστηρίξει τις επενδύσεις στην άμυνα», συμπλήρωσε.

Ο κ. Μητσοτάκης είπε ότι είναι κατάκτηση της Ευρώπης αυτό και πως η Ελλάδα έπαιξε πρωταγωνιστικό ρόλο όπως και στο μεταναστευτικό, σημειώνοντας ότι η φύλαξη των εξωτερικών συνόρων έγινε ευρωπαϊκή πολιτική.

Ο πρωθυπουργός απευθυνόμενος στον πρόεδρο του ΠΑΣΟΚ είπε ότι η μεγαλύτερη επιτυχια ήταν η είσοδος της Ελλάδος στην ΕΟΚ και όχι η είσοδος της Κύπρου στην ΕΕ. «Εκτός αν η ανάγκη σας να επικοινωνείτε με το όραμα του Ανδρέα Παπανδρέου είναι τόσο έντονη που σας θυμίζει το «ΕΟΚ και ΝΑΤΟ το ίδιο συνδικάτο». Το ΠΑΣΟΚ καταψήφισε την είσοδο της Ελλάδος στην τότε ΕΟΚ. Η μεγαλύτερη εθνική επιτυχία της χώρας ήταν η είσοδος στην ευρωπαϊκή οικογένεια, έργο αποκλειστικά του Κωνσταντίνου Καραμανλή», πρόσθεσε.

Ο πρωθυπουργός κλείνοντας είπε ότι η Ελλάδα έχει τις δυνατότητες να παίξει ουσιαστικό ρόλο στην ασφάλεια της νοτιοανατολικής Μεσογείου. «Δεν είμαστε πια μια χώρα επαίτης. Είμαστε χώρα που απολαμβάνει σεβασμό. Μια χώρα μεσαίου μεγέθους που προσπαθεί να ασκήσει εξωτερική πολιτική με σοβαρότητα υπερασπιζόμενη τα εθνικά συμφέροντα. Θα ήταν χρήσιμο μέσα από τις τοποθετήσεις σας να δούμε αν υπάρχουν κάποια πεδία που συμφωνείτε. Πχ κ. Ανδρουλάκη αν συμφωνείτε με τη διαπραγμάτευση του SAFE, αν πιστεύετε ότι η Ελλάδα πρέπει να είναι παρούσα στη Γάζα..», ανέφερε.

Κυριάκος Μητσοτάκης: Η ομιλία του πρωθυπουργού στη Βουλή

Κατά τη διάρκεια της ομιλίας του στη συζήτηση με αντικείμενο την ενημέρωση του Σώματος για ζητήματα εξωτερικής πολιτικής ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης ανέφερε:

«Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, προσέρχομαι στη σημερινή συζήτηση με αίσθημα ευθύνης αλλά και με διάθεση συγκλίσεων. Όχι για να διατυπώσω εύκολα λόγια, αλλά αλήθειες για την εξωτερική μας πολιτική, τις οποίες όλοι, πέρα από τις κομματικές μας ταυτότητες, έχουμε χρέος να αντιμετωπίσουμε από κοινού.

Αυτή, εξάλλου, είναι και η κοινοβουλευτική παράδοση στη χώρα μας για τα ζητήματα που αφορούν την εξωτερική πολιτική και την άμυνα. Να το κάνουμε με ευθύτητα και με ειλικρίνεια. Αυτή, άλλωστε, είναι και η πυξίδα η οποία οδηγεί την κυβέρνησή μας, ειδικά σε ό,τι αφορά τη διεθνή θέση της χώρας.

Η Ελλάδα τα τελευταία έξι χρόνια έχει υπερασπιστεί σθεναρά τα εθνικά της συμφέροντα, υπηρετεί παράλληλα το Διεθνές Δίκαιο και προωθεί με συνέπεια και την ειρήνη και τη σταθερότητα στην ευρύτερη περιοχή. Με τις αρχές αυτές να καθορίζουν όχι μόνο τη δική μας πορεία, αλλά και τον τρόπο με τον οποίο αλληλεπιδρούμε με τον κόσμο. Έναν κόσμο, μάλιστα, ο οποίος βιώνει σήμερα μία εντελώς πρωτοφανή ρευστότητα.

Σκεφτείτε, η Ευρώπη δοκιμάζεται από γεωπολιτικές πιέσεις στα σύνορά της. Βρισκόμαστε αντιμέτωποι, για πρώτη φορά από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, με έναν εκτεταμένο πόλεμο στον πυρήνα, στην καρδιά της ευρωπαϊκής ηπείρου. Από την άλλη, η ίδια η Ευρώπη δοκιμάζεται και από σύνθετες προκλήσεις στο εσωτερικό της.

Οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Κίνα διαμορφώνουν ένα νέο δίπολο. Η Ρωσία επιχειρεί να ανακτήσει επιρροή που άλλοτε είχε. Και την ίδια ώρα η Μέση Ανατολή, η βόρεια Αφρική, το Σαχέλ, αλλά και η ευρύτερη περιοχή της ανατολικής Μεσογείου παραμένουν ζώνες έντασης.

Πέρα από τις 61 ένοπλες συγκρούσεις που μαίνονται σήμερα στον πλανήτη μας, αντιμετωπίζουμε και μία σειρά άλλων πρωτοφανών προκλήσεων: τις επιπτώσεις της κλιματικής κρίσης, την επισιτιστική ανασφάλεια, πανδημίες, μετακινήσεις πληθυσμών και φυσικά τη μεγάλη πρόκληση της τεχνητής νοημοσύνης, η οποία αλλάζει τα πάντα γύρω μας, ειδικά στον τομέα της άμυνας. Θα επανέλθω σε αυτό το ζήτημα σε λίγο.

Αντί, λοιπόν, να αναζητούνται οικουμενικές λύσεις σε αυτά τα κοινά ζητούμενα, όπως παραδείγματος χάρη έγινε μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, όταν οργανώθηκε ουσιαστικά το πλαίσιο των διεθνών σχέσεων και των διεθνών οργανισμών όπως το γνωρίζουμε σήμερα, η αλήθεια είναι ότι, δυστυχώς, η πολυμέρεια υποχωρεί. Παραδοσιακές ισορροπίες κλονίζονται και η ισχύς αντικαθιστά συχνά το δίκαιο.

Και γι’ αυτούς τους λόγους καλωσόρισα το αίτημα του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης, του κ. Ανδρουλάκη, να κάνουμε μία συζήτηση πιο ευρεία για τα ζητήματα της εξωτερικής πολιτικής, όχι μόνο για το Παλαιστινιακό, όπως ήθελε να συμβεί. Και έτρεψα αυτή τη συζήτηση σε μία ουσιαστικά εφ’ όλης της ύλης ενημέρωση για την εξωτερική πολιτική, γιατί νομίζω ότι είναι πολύ σημαντικό σε αυτή τη συγκυρία οι πολιτικοί αρχηγοί να τοποθετηθούν εντός του κοινοβουλίου για το σύνολο των θεμάτων που απασχολούν σήμερα την πατρίδα μας.

Με την ελπίδα, βέβαια, ότι τουλάχιστον στα θέματα εξωτερικής πολιτικής θα σταθούμε στο ύψος των περιστάσεων. Οι εθνικοί χειρισμοί δεν ασκούνται ούτε στα καφενεία ούτε στα τηλεοπτικά πάνελ. Και σίγουρα δεν γίνεται να εξαντλούνται σε εύπεπτες δημαγωγίες ή ανέξοδες κορώνες.

Βέβαια, και η ενεργή διπλωματία δεν μπορεί να συγχέεται με την «επαναστατική γυμναστική». Σε αυτά τα ζητήματα δεν χωρούν ούτε ανευθυνότητες ούτε επιπολαιότητες.

Και ναι, να ξεκινήσω λέγοντας ότι είμαι υπερήφανος γιατί η Ελλάδα σήμερα, η πατρίδα μας σήμερα, το 2025, στέκεται πλέον όρθια και περήφανη με εμπιστοσύνη στις δυνάμεις της, ως ένας ισότιμος εταίρος στην Ευρωπαϊκή Ένωση αλλά και στο ΝΑΤΟ, ως ένας πυλώνας σιγουριάς σε μία ταραγμένη περιοχή, ως ένας κόμβος ενέργειας -θα επανέλθω και σε αυτό το ζήτημα στη συνέχεια-, ως μια γέφυρα διεθνών συνεργασιών, χωρίς να ακολουθεί τις εξελίξεις, αλλά να προσπαθεί πάντα να τις συνδιαμορφώσει. Είναι ένα πλεονέκτημα το οποίο κατάφερε να το κατακτήσει χάρη σε μία σειρά από σωστές επιλογές.

Γιατί δεν μπορεί κανείς να μιλάει για πραγματικά ισχυρή Ελλάδα αν η χώρα δεν διαθέτει ταυτόχρονα και μία ισχυρή οικονομία. Και το γεγονός ότι σήμερα η χώρα μας αναπτύσσεται με ρυθμούς πολύ μεγαλύτερους από τον μέσο όρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, το γεγονός ότι μπορούμε και μειώνουμε το χρέος μας με τον ταχύτερο ρυθμό από όλες τις χώρες του ΟΟΣΑ, το γεγονός ότι μπορούμε να δανειζόμαστε με επιτόκια τα οποία είναι χαμηλότερα από αυτά μεγάλων ευρωπαϊκών χωρών, αυτά έχουν αντανάκλαση στην ισχύ της χώρας. Είναι αυτά τα οποία μετατρέπουν ουσιαστικά τη στιβαρή πρόοδο της οικονομίας, το διεθνές της κύρος, ναι, και σε μία ισχυρή αποτρεπτική δυνατότητα.

Δεν μπορεί να υπάρχει, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, ισχυρή Ελλάδα χωρίς η Ελλάδα να διαθέτει μία ισχυρή οικονομία. Και το λέω αυτό, διότι η πηγή της ισχύος, της σκληρής ισχύος κάθε χώρας, πρέπει να είναι η αποτρεπτική της δυνατότητα. Και θέλω να θυμίσω ότι πριν από λίγο συζητήσαμε στη Βουλή για το νέο 12ετές επενδυτικό πρόγραμμα των Ενόπλων Δυνάμεων, ύψους 28 δισεκατομμυρίων ευρώ, το οποίο ήδη έχει αρχίσει και δρομολογείται.

Αλλά νομίζω ότι πρέπει να μιλήσουμε λίγο για το πού βρισκόμασταν το 2019 και το πού βρισκόμαστε σήμερα ως προς την αμυντική, αποτρεπτική δυνατότητα της χώρας. Η αλήθεια, λοιπόν, είναι ότι σήμερα η πατρίδα μας στον τομέα της αεροπορίας διαθέτει ήδη 24 υπερσύγχρονα Rafale τα οποία πετούν. Έχει 42 τον αριθμό αναβαθμισμένα F-16, με προοπτική να φτάσουν τα 83 εντός των επόμενων δύο ετών. Αναμένει το 2028 να παραλάβει τα πρώτα από τα 20 F-35 τα οποία έχουν ήδη συμβασιοποιηθεί.

Στο Πολεμικό μας Ναυτικό αναμένεται να καταπλεύσει στις ελληνικές θάλασσες η πρώτη φρεγάτα Belh@rra πριν το τέλος του έτους. Θα προστεθούν άλλες τρεις. Ξεκινάει το πρόγραμμα του εκσυγχρονισμού των τεσσάρων ΜΕΚΟ. Βρισκόμαστε σε συζητήσεις με την Ιταλία για την προμήθεια δύο ελαφρώς μεταχειρισμένων φρεγατών FREMM. Ουδέποτε το Πολεμικό Ναυτικό δεν έχει δει μια τόσο μεγάλη και συσσωρευμένη επένδυση στις δυνατότητες του ως προς τα πλοία επιφανείας. Και το ίδιο, προφανώς, ισχύει και για τον Στρατό Ξηράς.

Ταυτόχρονα, όμως, υψώνουμε και την «Ασπίδα του Αχιλλέα» απέναντι σε εναέριες, σε θαλάσσιες, σε υποβρύχιες απειλές. Είναι προγράμματα στα οποία για πρώτη φορά συμμετέχει τόσο ενεργά και η εγχώρια βιομηχανία.

Οφείλουμε να εισάγουμε στην αμυντική μας πολιτική την τεχνητή νοημοσύνη. Οφείλουμε να επενδύσουμε σε συστήματα κυβερνοπολέμου, να προωθήσουμε μη επανδρωμένες πλατφόρμες. Όπως αποδεικνύεται, αυτές οι πλατφόρμες έχουν έναν κομβικό ρόλο στα πεδία των σύγχρονων μαχών.

Σκοπός της πατρίδας μας είναι πάντα να διαθέτει ποιοτική υπεροχή έναντι οποιουδήποτε αντιπάλου της. Και για πρώτη φορά νομίζω ότι είμαστε σε θέση να πούμε ότι αυτός ο στόχος επιτυγχάνεται.

Είμαι σίγουρος ότι κάποιοι από τα έδρανα της Αριστεράς θα σπεύσουν να μας κατηγορήσουν για «μιλιταρισμό». Θα διαφωνήσω. Πρόκειται για ρεαλισμό. Ζούμε σε έναν επικίνδυνο κόσμο, σε μια δύσκολη γεωγραφία. Η χώρα μας οφείλει να είναι έτοιμη να υπερασπιστεί την επικράτειά της.

Επιδιώκουμε πάντα την ειρήνη. Μια ειρήνη, όμως, η οποία θα διατηρηθεί μέσα από την ισχύ της πατρίδας μας και όχι μέσα από την αδυναμία της. Ακριβώς γι’ αυτό διασφαλίζουμε τη σταθερότητα μέσα από την ετοιμότητα, με την εθνική άμυνα να πλαισιώνεται σταθερά από την ενεργό διπλωματία.

Η πατρίδα μας, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, τα τελευταία έξι χρόνια έχει αυξήσει τις διεθνείς της συμμαχίες. Εξελίσσεται σε έναν πολύ σημαντικό ενεργειακό πυλώνα. Θέλω να αναφέρω ενδεικτικά ότι πριν από έξι χρόνια εισερχόταν στη χώρα μας ποσότητα φυσικού αερίου η οποία κάλυπτε αποκλειστικά και μόνο τις εγχώριες ανάγκες, περί τα 7 bcm, δισεκατομμύρια κυβικά μέτρα φυσικού αερίου.

Σήμερα, από τη χώρα μας περνούν 17 bcm φυσικού αερίου, είτε υγροποιημένου είτε αέριο το οποίο έρχεται από αγωγούς από το Αζερμπαϊτζάν, με αποτέλεσμα η χώρα μας ουσιαστικά να γίνεται πάροχος ενεργειακής ασφάλειας για όλη την ευρύτερη περιοχή, και των Βαλκανίων αλλά με προοπτική το φυσικό αέριο αυτό να μπορεί να φτάσει μέχρι την Ουκρανία.

Αντιλαμβάνεστε, λοιπόν, πόσο σημαντικός είναι ο γεωπολιτικός ενεργειακός ρόλος της πατρίδας μας. Και αυτό ήταν αποτέλεσμα μιας επίμονης εθνικής στρατηγικής, η οποία ακολουθήθηκε με μεθοδικότητα όλα τα τελευταία χρόνια. Μεγάλα έργα ηλεκτρικής διασύνδεσης με την Αίγυπτο, με την Κύπρο, με το Ισραήλ, είναι έργα τα οποία φέρνουν πιο κοντά την κεντρική Ευρώπη με τη βόρεια Αφρική και τη Μέση Ανατολή.

Ενώ και οι έρευνες της Chevron, σε συνέχεια των ερευνών της Exxon στα ελληνικά νερά, συνιστούν μία ακόμα σφραγίδα στο διαβατήριο της διεθνούς αξιοπιστίας της πατρίδας μας και μια απόδειξη πως αυτή η κυβέρνηση και ξέρει και μπορεί να ασκεί την κυριαρχία της και τα κυριαρχικά της δικαιώματα με βάση το Διεθνές Δίκαιο, ανεξάρτητα από τους όποιους εκνευρισμούς αυτό μπορεί να προκαλεί σε ορισμένους.

Σε αυτό το πλαίσιο, επίσης, προχωρήσαμε τους τελευταίους μήνες σε σημαντικές πρωτοβουλίες: στη δημιουργία δύο νέων Εθνικών Θαλάσσιων Πάρκων εντός των χωρικών υδάτων της πατρίδας μας, στο Ιόνιο και στις νότιες Κυκλάδες, προστατεύοντας με αυτόν τον τρόπο το περιβάλλον, επιβεβαιώνοντας, όμως, στην πράξη τη δικαιοδοσία της πατρίδας μας στις θαλάσσιες ζώνες μας. Καταθέτω στα πρακτικά τους χάρτες από τα δύο Θαλάσσια Πάρκα.

Και βέβαια, αυτές οι ανακοινώσεις έγιναν σε συνέχεια της ρύθμισης μιας εκκρεμότητας που ερχόταν από το παρελθόν. Αναφέρομαι στον Θαλάσσιο Χωροταξικό Σχεδιασμό, ο οποίος αποτυπώνει για πρώτη φορά σε ευρωπαϊκό επίπεδο τα ανώτατα δυνητικά όρια της ελληνικής υφαλοκρηπίδας και ΑΟΖ. Αυτός ο χάρτης θα αναρτηθεί πολύ σύντομα στο σχετικό site της Ευρωπαϊκής Ένωσης και αποτελεί την επιβεβαίωση ότι η χώρα μας και ξέρει και μπορεί να διεκδικεί την υπεράσπιση των κυριαρχικών της δικαιωμάτων.

Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, αυτή η αναβαθμισμένη θέση της πατρίδας μας επιβεβαιώθηκε και με την παρουσία της Ελλάδος στη διεθνή Σύνοδο Κορυφής του Σάρμ Ελ Σέιχ, όπου υπεγράφη η πρώτη φάση της συμφωνίας ειρήνης για τη Γάζα.

Η Ελλάδα από την πρώτη στιγμή επέμενε στην ανάγκη να υπάρξει κατάπαυση του πυρός, απελευθέρωση των ομήρων, ως ένα απαραίτητο, αναγκαίο, αλλά πρώτο βήμα για μια μόνιμη ειρήνη στην ευρύτερη περιοχή. Ταυτόχρονα, βέβαια, μια απαραίτητη προϋπόθεση ώστε να μπορέσει αυτή η ειρήνη να γίνει εφαλτήριο για μια λύση του Παλαιστινιακού στη βάση των δύο κρατών.

Η Ελλάδα, σε αντίθεση με όσα εμμονικά κάποιοι επαναλαμβάνουν, ήταν πάλι δρώσα σε όλες τις μεγάλες εξελίξεις, στην πρώτη γραμμή, με τη συμμετοχή σε αυτή τη Σύνοδο να μην ορίζεται μόνο από τη γεωγραφική θέση στο σταυροδρόμι τριών ηπείρων, αλλά και να εδράζεται στο αναγνωρισμένο κύρος της πατρίδας μας ως μια χώρα η οποία εγγυάται την ειρήνη και τη σταθερότητα σε μια φορτισμένη περιοχή του χάρτη.

Θέλω να αναφέρω ότι μόλις χθες η Υπουργός Εξωτερικών της Παλαιστινιακής Αρχής βρέθηκε στην πατρίδα μας, μια μέρα μετά τη συμφωνία, συναντήθηκε με τον Υπουργό Εξωτερικών. Η Ελλάδα είναι σε θέση, θα διεκδικήσει και θα πετύχει τη συμμετοχή της σε όλα όσα ακολουθήσουν στη Γάζα κατά την επόμενη φάση.

Ήμασταν, άλλωστε, παρόντες από την αρχή της φρικτής αυτής σύρραξης. Αμέσως μετά τις θηριωδίες της 7ης Οκτωβρίου 2023 η Ελλάδα αναγνώρισε το δικαίωμα του Ισραήλ στην αυτοάμυνα. Παράλληλα, εκφράσαμε την αλληλεγγύη μας προς τον παλαιστινιακό λαό, τονίζοντας επανειλημμένως ότι κανένας στρατιωτικός στόχος, όσο σημαντικός και αν αυτός μπορεί να είναι, δεν επιτρέπεται να δικαιολογεί τον θάνατο και τον εκτοπισμό αμάχων.

Στείλαμε αμέσως ανθρωπιστική βοήθεια, περιθάλψαμε στα νοσοκομεία μας τραυματισμένα παιδιά της Γάζας, ενώ παραμένουμε σταθεροί στην πάγια θέση μας υπέρ της ίδρυσης παλαιστινιακού κράτους. Προσοχή, όμως, εδώ δεν είναι η ώρα να παίξουμε παιχνίδια εντυπώσεων. Για την Ελλάδα η αναγνώριση ενός παλαιστινιακού κράτους θα έρθει μόνο στο τέλος της πολιτικής διαδικασίας, η οποία πρέπει να έχει και την αιγίδα του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών.

Και ταυτόχρονα, ναι, η Ελλάδα ενδυναμώνει την εταιρική της σχέση με το Ισραήλ. Εμείς βλέπουμε το Ισραήλ ως χώρα – στρατηγικό εταίρο, ανεξάρτητα του ποια κυβέρνηση τυγχάνει να κυβερνά το Ισραήλ στη συγκεκριμένη χρονική στιγμή.

Αλλά, βέβαια, ενδυναμώνουμε και τους δεσμούς μας με πολλές αραβικές χώρες. Και δεν είναι τυχαίο ότι τον περασμένο Μάιο η συνεργασία μας με την Αίγυπτο αναβαθμίστηκε σε στρατηγική εταιρική σχέση.

Να ανοίξω μία παρένθεση και να αναφερθώ στο ζήτημα της Ιεράς Μονής της Αγίας Αικατερίνης, ένα ζήτημα το οποίο πριν από κάποιους μήνες απασχόλησε τη δημόσια συζήτηση. Έγινε, δυστυχώς, και αυτό αντικείμενο φτηνής εκμετάλλευσης από διάφορους που αγνοούν και τα στοιχειώδη αλλά και τα πραγματικά δεδομένα.

Φαντάζομαι ότι δεν υπάρχει κάποιος από την αντιπολίτευση ο οποίος να διαφωνεί ότι το ζήτημα των δικαιωμάτων επί της Μονής δεν προέκυψε χθες. Είναι ένα ζήτημα το οποίο ουσιαστικά ανατρέχει στους αιώνες. Δεν θα αναφερθώ σήμερα σε λεπτομέρειες, θα τονίσω μόνο ότι αμέσως μετά τις τελευταίες εξελίξεις ξεκίνησαν εντατικές διαβουλεύσεις μεταξύ των δύο Υπουργών Εξωτερικών, με στόχο να λύσουμε μία εκκρεμότητα -επαναλαμβάνω- αιώνων.

Και σήμερα μπορώ να ανακοινώσω στο Σώμα ότι έχει υπάρξει προκαταρκτική κοινή κατανόηση μεταξύ των δύο πλευρών για το θέμα αυτό. Αυτονόητα τον τελευταίο λόγο θα τον έχει η Ιερά Σιναϊτική Αδελφότητα.

Βάσει αυτής της κοινής κατανόησης, διασφαλίζεται στο διηνεκές αναλλοίωτος ο χαρακτήρας της Μονής, απαγορεύεται οποιαδήποτε μετατροπή της Μονής, όπως και των υπόλοιπων λατρευτικών χώρων, υφίσταται μέριμνα για την παραμονή των μοναχών. Και με το σχέδιο αυτό δεν διασφαλίζεται απλώς η συνέχεια της Μονής Σινά, αλλά πλέον το Σινά καθίσταται ένα από τα επίκεντρα της Ορθοδοξίας, με την ελληνική πολιτεία να είναι παρούσα, εμπράκτως παρούσα, σε μία περιοχή μεγάλης αξίας για τον απανταχού Ελληνισμό.

Αποδεικνύεται έτσι ότι αυτή η κυβέρνηση έχει και τη βούληση και το σχέδιο να επιλύει διαχρονικά προβλήματα, χωρίς ευθυνοφοβία και χωρίς αναβλητικότητα.

Πηγαίνοντας λίγο δυτικότερα, στη Λιβύη, εκεί ερχόμαστε αντιμέτωποι με μία πολυετή εμφύλια σύγκρουση, η οποία ουσιαστικά έχει οδηγήσει στο να είναι διαιρεμένη η χώρα σε δύο διοικητικά κέντρα με τους θεσμούς -τους όποιους θεσμούς υπήρχαν- να δοκιμάζονται, με ξένους παράγοντες να παρεμβαίνουν, χρησιμοποιώντας θεμιτά και συχνά αθέμιτα μέσα.

Παρά την παραφιλολογία, όμως, θέλω να τονίσω ότι η Ελλάδα είναι μία από τις λίγες, αν όχι η μόνη, ευρωπαϊκή χώρα η οποία σήμερα έχει αποκαταστήσει διαύλους επικοινωνίας και με τις δύο πλευρές: και με την ανατολική Λιβύη και με τη δυτική, και με την Τρίπολη και με τη Βεγγάζη.

Πρόσφατα, μάλιστα, έχει επανεκκινήσει και η διαδικασία για την οριοθέτηση θαλασσίων ζωνών στη βάση του Δικαίου της Θάλασσας. Θέλω να το τονίσω αυτό, έχει ξεχωριστή σημασία. Για όσους ίσως θυμούνται την ιστορία, θα γνωρίζουν ότι συζητήσεις με τη Λιβύη για οριοθέτηση Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης και υφαλοκρηπίδας είχαν ξεκινήσει από τη δεκαετία του 2000. Είχαν φτάσει πολύ κοντά, δεν ολοκληρώθηκαν τότε. Δεν θα σχολιάσω το γιατί.

Πάντως, είναι δεδομένο ότι υπάρχει ένα corpus νομικών κειμένων από εκείνη την εποχή, το οποίο επιβεβαιώνει ότι ο φυσικός συνομιλητής της Λιβύης για την οριοθέτηση θαλασσίων ζωνών είναι η Ελλάδα και όχι κάποια άλλη χώρα. Κάτι το οποίο, βέβαια, επιβεβαιώθηκε και έμπρακτα στο πεδίο από την επιλογή της Chevron να έρθει να συνομιλήσει με την Ελλάδα και όχι με κάποιον άλλον για την εκμετάλλευση δυνητικού υποθαλάσσιου πλούτου νοτίως της Κρήτης.

Επιδιώκουμε διμερή οικονομική συνεργασία με τη Λιβύη. Και βέβαια, επιδιώκουμε και έναν καλύτερο συντονισμό στη διαχείριση των μεταναστευτικών ροών. Θέλω να τονίσω ότι αυτές έχουν μειωθεί σημαντικότατα μετά τις αποφάσεις τις οποίες πήρε η Ελληνική Κυβέρνηση στη διάρκεια του καλοκαιριού. Οφείλουμε, όμως, να επιδιώξουμε καλύτερη συνεργασία, ειδικά με την ανατολική Λιβύη, έτσι ώστε οι βάρκες τις οποίες οργανώνουν οι άθλιοι δουλέμποροι να μην φεύγουν καν από τα παράλια της Λιβύης ή στην περίπτωση που φεύγουν να επιστρέφουν πίσω στη Λιβύη όσο αυτές βρίσκονται εντός των χωρικών υδάτων της χώρας.

Θέλω να μιλήσω λίγο για τον τρόπο με τον οποίο αντιλαμβανόμαστε τη διπλωματική μας παρέμβαση στη Συρία, όπου μετά την ανατροπή του πολιτικού και στρατιωτικού σκηνικού, μετά την πτώση του στυγνού δικτατορικού καθεστώτος Assad, ανοίξαμε, ως οφείλαμε, διαύλους επικοινωνίας με τη νέα ηγεσία.

Ο Υπουργός Εξωτερικών ήταν από τους πρώτους που επισκέφθηκαν τη Δαμασκό. Είχα προσωπικά την ευκαιρία να συναντηθώ στη Νέα Υόρκη με τον μεταβατικό Πρόεδρο της Συρίας, τον κ. Al-Sharaa. Εκεί του μετέφερα ένα ξεκάθαρο μήνυμα: ότι προκειμένου η χώρα του να ενταχθεί στη διεθνή κοινότητα, προκειμένου η Συρία να μπορέσει να οικοδομήσει πιο στέρεες σχέσεις με την Ευρωπαϊκή Ένωση έχει χρέος να προστατεύσει την πολυμορφία της, με αιχμή τους χριστιανικούς πληθυσμούς. Να οικοδομήσει, όμως, και σχέσεις καλής γειτονίας με τις χώρες της περιοχής, και αυτές στη βάση των κανόνων του Διεθνούς Δικαίου και του Δικαίου της Θάλασσας.

Κυρίες και κύριοι βουλευτές, ολοκληρώνοντας την ανασκόπηση της κατάστασης στην Ανατολική Μεσόγειο, φτάνω στις σχέσεις μας με την Τουρκία. Είναι σχέσεις που καθορίζει η Ιστορία και προσδιορίζει η αναπόδραστη γεωγραφία. Σχέσεις, πάντως, οι οποίες δεν μπορούν να κινούνται στο επίπεδο των ηχηρών συνθημάτων και των εντυπώσεων, καθώς σχετίζονται με την ασφάλεια των συνόρων μας και με τη σταθερότητα στην ευρύτερη περιοχή.

Εξηγούμαι, λοιπόν. Από τον Σεπτέμβριο του 2023 η Ελληνική Κυβέρνηση, η χώρα, έκανε μια ξεκάθαρη επιλογή: να εντάξουμε τις διμερείς μας σχέσεις σε έναν δομημένο διάλογο τριών πυλώνων, τον πολιτικό διάλογο, τη θετική ατζέντα και τα μέτρα οικοδόμησης εμπιστοσύνης. Και μέσω αυτού του δρόμου, όπως και του πέμπτου Ανώτατου Συμβουλίου Συνεργασίας, αποκαταστήσαμε ένα πλέγμα επαφών και ανοικτών διαύλων επικοινωνίας, παρά τις μεγάλες διαφορές μας.

Το αποτέλεσμα: οι παραβιάσεις στο Αιγαίο, παραβιάσεις του εναέριου χώρου μας, μειώθηκαν καθέτως, πρακτικά έχουν μηδενιστεί. Μόνο πέρυσι ταξίδεψαν εκατοντάδες χιλιάδες Τούρκοι επισκέπτες στα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου χάρη στο καθεστώς της express visa, το οποίο διαπραγματεύτηκε αυτή η κυβέρνηση ως εξαίρεση από τους κανόνες Σένγκεν με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Είναι κάτι το οποίο οι νησιώτες μας το γνωρίζουν πολύ καλά και πιστεύω ότι ευχαριστούν την κυβέρνηση που ανέλαβε αυτή την πρωτοβουλία.

Ο συντονισμός μεταξύ των δύο ακτοφυλακών για το μεταναστευτικό και τον έλεγχο των ροών στο Αιγαίο έχει και αυτός σημειώσει μεγάλη πρόοδο σε σχέση με το παρελθόν.

Και ύστερα από όλα αυτά αναρωτιέμαι, καθώς στη συνέχεια θα πάρουν τον λόγο και οι αρχηγοί των κομμάτων της αντιπολίτευσης: γιατί και πώς κάποιοι κατακρίνουν τόσο εύκολα αυτή την πολιτική των «ήρεμων νερών»; Τι θέλουμε, δηλαδή; Θέλουμε ταραγμένα νερά; Θέλουμε φουρτούνες; Θέλουμε ατυχήματα και εντάσεις;

Θα συνιστούσα, λοιπόν, και σήμερα πολύ μεγαλύτερη αυτοσυγκράτηση στους ψευτοπατριώτες, που δηλώνουν πάντα ετοιμοπόλεμοι από την ασφάλεια του καναπέ τους, ή σε αυτούς που μάχονται ανώνυμα από τα «χαρακώματα» του υπολογιστή τους.

Από την πλευρά μας, εμείς συνεχίζουμε να κινούμαστε με υπευθυνότητα και με ρεαλισμό, πάντα με γνώμονα το διεθνές συμφέρον, με απόλυτο σεβασμό στο Διεθνές Δίκαιο. Επιδιώκουμε τον διάλογο. Δεν ανοίγουμε καμία συζήτηση για θέματα κυριαρχίας. Θέλουμε τη συνεργασία, αλλά υποστηρίζουμε ενεργά στο πεδίο τα κυριαρχικά μας δικαιώματα, με πράξεις και όχι με λόγια.

Ο Προέδρος Kennedy είχε πει κάποτε ότι «δεν πρέπει ποτέ να διαπραγματεύεσαι υπό το καθεστώς φόβου, όμως δεν πρέπει ταυτόχρονα να φοβάσαι και να διαπραγματεύεσαι». Γι’ αυτό και η Ελλάδα ζητά να αρθεί η απειλή πολέμου από τη γείτονα, επιμένοντας ότι η μοναδική διαφορά μεταξύ των δύο κρατών είναι η οριοθέτηση υφαλοκρηπίδας και ΑΟΖ στο Αιγαίο και στην ανατολική Μεσόγειο.

Μέχρι να προσεγγιστεί, όμως, αυτή η μεγάλη διαφορά, μέχρι να καταφέρουμε να φτάσουμε στο σημείο να έχουμε με την Τουρκία μία ουσιαστική συζήτηση γι’ αυτή τη μεγάλη εκκρεμότητα, η πατρίδα μας δεν μένει ακίνητη. Κινείται με σχέδιο και με ευθύνη. Ανέφερα τις εξελίξεις με τη Chevron και το πολύ σημαντικό τους γεωπολιτικό αποτύπωμα. Επισήμανα τις πρωτοβουλίες μας για τα Θαλάσσια Πάρκα και τον Θαλάσσιο Χωροταξικό Σχεδιασμό.

Πρόκειται για κινήσεις οι οποίες επιβεβαιώνουν ότι δεν επιδιώκουμε τη διπλωματία της αδράνειας, αλλά τη διπλωματία της δράσης. Αποτελούν από μόνες τους βήματα εφαρμογής του Διεθνούς Δικαίου επί του πεδίου.

Να προσθέσω εδώ ότι η σταθερότητα στην ανατολική Μεσόγειο δεν μπορεί να αποκατασταθεί πλήρως αν δεν διευθετηθεί, με δίκαιο και βιώσιμο τρόπο, το πρόβλημα του Κυπριακού, στη βάση των αποφάσεων του Οργανισμού των Ηνωμένων Εθνών.

Και θυμίζω ότι αυτή η κυβέρνηση, σε σύμπλευση με τη Λευκωσία, πέτυχε να αναδείξει το θέμα στην κορυφή της ατζέντας του Γενικού Γραμματέα του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών ώστε να επανεκκινήσουν οι άτυπες συζητήσεις. Είναι μια εξέλιξη την οποία η Ελλάδα στηρίζει: την επανένωση της Κύπρου στη βάση μιας διζωνικής, δικοινοτικής ομοσπονδίας με πολιτική ισότητα.

Μέσα σε αυτό το πλαίσιο συμμετείχαμε και στην πενταμερή της Νέας Υόρκης όπου -και αυτό έχει τη σημασία του- δεν τέθηκε ως όρος η αναγνώριση της «κυρίαρχης ισότητας», όπως είχε συμβεί στο παρελθόν. Ένα βήμα ουσίας το οποίο ανανέωσε την προοπτική του διαλόγου, το οποίο βέβαια, δυστυχώς, ακολούθησαν πολλές δηλώσεις από πλευράς της Τουρκίας ότι για την Τουρκία η μόνη λύση στο Κυπριακό μπορεί να είναι μια λύση δύο κρατών.

Επαναλαμβάνω και από το βήμα της Εθνικής Αντιπροσωπείας: η Ελλάδα απορρίπτει αυτή τη λογική. Δεν πρόκειται ποτέ η Ελλάδα και ο Ελληνισμός να δεχθεί τετελεσμένα στην Κύπρο.

Και θα ήθελα να πω και μια κουβέντα, επειδή τα μέσα μαζικής ενημέρωσης και στην Ελλάδα και την Κύπρο ανακαλύπτουν συχνά και ανατροφοδοτούν διάφορα ευφάνταστα σενάρια: έχω μια εξαιρετική σχέση με τον Πρόεδρο της Κυπριακής Δημοκρατίας, τον Νίκο Χριστοδουλίδη.

Υπάρχει η σχέση αμοιβαίας εμπιστοσύνης και απόλυτης, θα έλεγα, εντιμότητας στον τρόπο με τον οποίο συναντιλαμβανόμαστε κρίσιμα ζητήματα, τα οποία αφορούν και την Ελλάδα και την Κύπρο.

Θα συνιστούσα σε όσα μέσα μαζικής ενημέρωσης ανακαλύπτουν προβλήματα, τριβές, να κρατήσουν λίγο πιο χαμηλά τη μπάλα. Είναι ζητήματα τα οποία αφορούν την ενότητα του Ελληνισμού και δεν πρόκειται να δεχθούμε οποιονδήποτε τα αμφισβητήσει με τέτοιου είδους σενάρια, τα οποία διακινούνται με μεγάλη ευκολία και στην Ελλάδα και την Κύπρο.

Θα ήθελα να σχολιάσω, όμως, και μια άλλη περίπτωση εισβολής και παράνομης κατοχής, την Ουκρανία, όπου επί σχεδόν τέσσερα χρόνια μαίνεται η πιο καταστροφική σύρραξη στην Ευρώπη από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Η Ελλάδα, από την πρώτη στιγμή, ήταν απολύτως συνεπής, καταδίκασε την παράνομη προσπάθεια της Ρωσίας να αλλάξει τα σύνορα με τη δύναμη των όπλων.

Όσοι, λοιπόν, ασκούν κι εδώ ανέξοδη και εκ του ασφαλούς κριτική, θα πρέπει να αναλογιστούν τι θα σήμαινε μία άλλη στάση από πλευράς Ελλάδος. Μία βολική ουδετερότητα, ενδεχομένως, όπως κάποιοι και σε αυτή την αίθουσα να την προτείνουν. Και αν έχουν να το πουν, να το πουν ευθέως, όταν θα τοποθετηθούν. Τι θα σήμαινε αυτή η επιβεβαίωση του αναθεωρητισμού στην πράξη για την ασφάλεια της Κύπρου; Για την ασφάλεια της πατρίδας μας; Τι θα σήμαινε κάτι τέτοιο για την ευρύτερη σταθερότητα στην περιοχή μας;

Εμείς δεν μπορούμε -αν η Ευρώπη έχει έναν λόγο να το κάνει, εμείς έχουμε δύο λόγους-, δεν μπορούμε ποτέ να αναγνωρίσουμε κατοχές και τετελεσμένα. Διαφορετικά κανείς στην Ευρώπη δεν θα είναι ασφαλής.

Είναι, βέβαια, μία Ευρώπη στην οποία άλλοτε η χώρα μας προσέφευγε ως επαίτης. Τώρα μετέχει ως ισοδύναμη δύναμη και πρωτεργάτης των πολιτικών της. Ας μην ξεχάσουμε σημαντικές εθνικές πρωτοβουλίες που έγιναν στην πορεία ευρωπαϊκές: το ψηφιακό πιστοποιητικό τον καιρό της πανδημίας, το πλαφόν στις τιμές του φυσικού αερίου, την ελληνική συμβολή στη δημιουργία του Ταμείου Ανάκαμψης ή τα μέτρα φύλαξης των εξωτερικών συνόρων της πατρίδας μας, τα οποία με μεγάλη επιμονή έχουν γίνει πια η επίσημη θέση της Ευρώπης στο ζήτημα της διαχείρισης του μεταναστευτικού.

Το ίδιο ισχύει και για τη μείζονα επιλογή της κοινής ευρωπαϊκής ασφάλειας, όπου διαπιστώνω με χαρά ότι ελληνικές εισηγήσεις για τη διαμόρφωση ενός ευρωπαϊκού τείχους αεράμυνας βρίσκουν ολοένα και περισσότερους υποστηρικτές.

Θα ήθελα να θυμίσω ότι, πολύ πριν ανοίξει αυτή η συζήτηση ευρέως στην Ευρώπη, στις 23 Μαΐου του 2024, είχα αποστείλει μαζί με τον Πρωθυπουργό της Πολωνίας, τον Donald Tusk, επιστολή στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή και σε όλα τα μέλη του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου -την καταθέτω στα πρακτικά- ζητώντας ακριβώς αυτό: τη δυνατότητα να μπορέσει η Ευρώπη να δρομολογήσει αλλά και να χρηματοδοτήσει κοινά έργα ευρωπαϊκής άμυνας, τα οποία θα ασφαλίζουν ολόκληρη την Ευρώπη με πόρους ευρωπαϊκούς και με έναν τέτοιο τρόπο ώστε να αποδείξουμε στην πράξη ότι η Ευρώπη παίρνει επιτέλους στα σοβαρά την άμυνα της δικής της ηπείρου.

Και, επίσης, με μεγάλη χαρά διαπιστώνω ότι στο κείμενο το οποίο δόθηκε χθες στη δημοσιότητα, το «Joint Communication to the European Parliament and the Council: Preserving Peace, Defense, Readiness Roadmap 2030» -είναι το κείμενο το οποίο θα συζητηθεί στο επόμενο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο-, έχουν ενσωματωθεί πολλές ελληνικές προτάσεις και αναγνωρίζεται η υποχρέωση της Ευρώπης να προστατεύσει όλα τα εξωτερικά της σύνορα, όχι μόνο τα ανατολικά της σύνορα, τα οποία σήμερα βρίσκονται υπό μεγάλη πίεση, έτσι ώστε να είμαστε απολύτως σίγουροι ότι οποιοδήποτε μελλοντικό ευρωπαϊκό έργο θα καλύψει και τις ανησυχίες της Ελλάδος, της Κύπρου, της Ιταλίας, χώρες που ενδεχομένως να είναι λίγο πιο απομακρυσμένες από το θέατρο επιχειρήσεων στην Ουκρανία.

Και, βέβαια, πάγια θέση μας είναι ότι η στρατηγική αυτονομία της Ευρωπαϊκής Ένωσης μπορεί να προωθηθεί υπό μία κεντρική προϋπόθεση: να αποκλειστεί η συνεργασία με χώρες που δεν ασπάζονται τις αρχές της Ένωσης ή αντιστρατεύονται συμφέροντα κρατών μελών.

Γι’ αυτό και στον κανονισμό SAFE για την αμυντική βιομηχανία της Ευρώπης, με δική μας πρωτοβουλία, τέθηκαν αυστηροί όροι, οι οποίοι δεν προβλέπονταν αρχικά. Ποιος είναι ο σπουδαιότερος; Ότι για να πάρει μέρος στο πρόγραμμα SAFE μία τρίτη χώρα, όπως η Τουρκία, πρέπει να έχει προηγουμένως συνάψει διμερή συμφωνία με την Ευρωπαϊκή Ένωση, κάτι το οποίο, όμως, απαιτεί ομοφωνία όλων των κρατών μελών.

Αναρωτιέμαι, λοιπόν, κ. Ανδρουλάκη, με θητεία στο Ευρωκοινοβούλιο -γνωρίζετε, πιστεύω, τα ευρωπαϊκά αρκετά καλά-, όταν λέγατε ότι η Ελλάδα δεν είναι ασφαλής απέναντι στην Τουρκία για τον κανονισμό SAFE, δεν τα γνωρίζατε όλα αυτά; Δεν γνωρίζετε ότι η Ελλάδα έχει τη δυνατότητα σήμερα, επειδή κατάφερε και το πέτυχε σε μία δύσκολη διαπραγμάτευση, να μπλοκάρει την Τουρκία σε περίπτωση που δεν καλύπτονται πάγιες ελληνικές θέσεις; Ήταν άγνοια όταν τα λέγατε αυτά τα πράγματα ή ήταν κάτι χειρότερο; Θα ήθελα να ακούσω την τοποθέτησή σας σήμερα.

Θα επαναλάβω, λοιπόν, ότι για την Ελλάδα δεν τίθεται κανένα ζήτημα συμμετοχής της Τουρκίας στο πρόγραμμα SAFE εάν δεν αντιμετωπιστούν πάγια ελληνικά αιτήματα, όπως η άρση του casus belli και της θεωρίας των «γκρίζων ζωνών». Κάπως έτσι, λοιπόν, η διπλωματία της δράσης αποδεικνύεται πολύ πιο αποτελεσματική εκείνης των κραυγών.

Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, αυτή ακριβώς η συνέπεια χαρακτηρίζει την πατρίδα μας ως μια φωνή σταθερότητας και νομιμότητας, ταυτόχρονα όμως και ως μια γέφυρα ανάμεσα στην Ευρώπη και στους συμμάχους μας από την άλλη πλευρά του Ατλαντικού.

Πιστεύουμε ότι η στρατηγική αυτονομία της Ευρώπης δεν είναι αντίθετη ούτε ανταγωνιστική με στενές σχέσεις με τις Ηνωμένες Πολιτείες. Είναι, θα έλεγα, συμπληρωματική της δυτικής μας ταυτότητας. Και σε αυτή τη λογική η σχέση μας με τις Ηνωμένες Πολιτείες αποτελεί έναν από τους ακρογωνιαίους λίθους της εξωτερικής μας πολιτικής. Είναι μια σχέση σταθερή, είναι μια σχέση ειλικρινής, είναι μια σχέση αποτελεσματική, είναι μια σχέση η οποία θα έλεγα ότι καλύπτει όλο το πολιτικό φάσμα στις Ηνωμένες Πολιτείες, βρίσκοντας ερείσματα και στα δύο κόμματα, και στους Ρεπουμπλικανούς και στους Δημοκρατικούς.

Και στέκομαι ενδεικτικά στη συμμετοχή μας στο πρόγραμμα των F-35 -είμαστε ένας από τους σημαντικούς πελάτες της αμερικανικής αμυντικής βιομηχανίας-, στη Συμφωνία Αμοιβαίας Αμυντικής Συνεργασίας, στη συνεργασία μας όχι μόνο στη Σούδα αλλά και στην Αλεξανδρούπολη. Αλλά όχι μόνο.

Οι ελληνοαμερικανικές σχέσεις εκτείνονται, επίσης, στην ενέργεια και τη ναυτιλία. Μίλησα πριν για τη μεγάλη σημασία των νέων ενεργειακών διαδρόμων που διαμορφώνονται, στους οποίους η Ελλάδα θα έχει να παίξει καθοριστικό ρόλο. Και λόγω της γεωγραφικής μας θέσης και λόγω του γεγονότος ότι η Ελλάδα ελέγχει ένα μεγάλο μέρος του παγκόσμιου στόλου που μεταφέρει υγροποιημένο φυσικό αέριο.

(Ομιλίες εκτός μικροφώνου)

Θα τα πείτε μετά, κ. Φάμελλε. Βλέπω μια μεγάλη νευρικότητα στον χώρο σας. Αναρωτιέμαι, άραγε, σε τι οφείλεται; Μάλλον στους απόντες και όχι στους παρόντες. Αλλά θα τα πούμε αυτά σε άλλη ευκαιρία.

Τέλος, για να μην κάνω κατάχρηση του χρόνου, κ. Πρόεδρε, μια σύντομη αναφορά στα Δυτικά Βαλκάνια. Είναι γνωστό πως η Ελλάδα σταθερά, από τη Διακήρυξη της Θεσσαλονίκης, το 2003, υποστηρίζει την ευρωπαϊκή τους προοπτική. Το προαπαιτούμενο, βέβαια, είναι κάθε υποψήφιο κράτος να σέβεται το Διεθνές Δίκαιο, να θωρακίζει τα ανθρώπινα δικαιώματα, να προστατεύει τις μειονότητες.

Να κλείσω με τρία σχόλια, κ. Πρόεδρε, αρχικά όσον αφορά στη συμμετοχή της πατρίδας μας ως μη μόνιμο μέλος στο Συμβούλιο Ασφαλείας του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών για τα έτη 2025-2026, μετά την ομόφωνη πανηγυρική εκλογή μας. Συμμετέχουμε στο Συμβούλιο Ασφαλείας στην πιο ταραγμένη εποχή από τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Είναι μία εξέλιξη που επιβεβαιώνει το διεθνές κύρος και την αξιοπιστία της πατρίδας μας.

Και δεν θα απαριθμήσω εδώ το σύνολο των δράσεών μας, θα σταθώ μόνο στην ενεργή συμμετοχή μας στις διαβουλεύσεις για την προάσπιση της ειρήνης και της νομιμότητας και στην Ουκρανία και στη Γάζα, όπως όμως και σε πολλά άλλα σημεία ανά τον κόσμο: από τη Μιανμάρ μέχρι την Αϊτή, από τη δυτική Σαχάρα μέχρι το Σουδάν, όπου συντελείται σήμερα μία τεράστια ανθρωπιστική καταστροφή. Ο δε κίνδυνος ο οποίος ελλοχεύει για την Ευρώπη από μαζικές μετακινήσεις Σουδανών εκτοπισμένων είναι πολύ μεγάλος για να αγνοήσει η Ευρώπη το τι συμβαίνει στην περιοχή, στη χώρα αυτή νοτίως της Αιγύπτου. Ελληνικές πρωτοβουλίες όλες, τις οποίες συνόδευσε και η εμβληματική δήλωση 80 κρατών υπέρ της ανάγκης προστασίας των αμάχων στον Οργανισμό Ηνωμένων Εθνών.

Να κάνω μία ξεχωριστή αναφορά στις προσπάθειες της ελληνικής αποστολής στον ΟΗΕ για τη θαλάσσια ασφάλεια, με εκδηλώσεις, για παράδειγμα, όπως εκείνη που ανέδειξε το Δίκαιο της Θάλασσας ως το μόνο πλαίσιο το οποίο μπορεί να ορίζει όλες τις θαλάσσιες δραστηριότητες, προβάλλοντας παράλληλα τη χώρα μας ως ένα κυρίαρχο ναυτιλιακό έθνος.

Η δεύτερη παρατήρησή μου αφορά στην Προεδρία του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, που η χώρα μας αναλαμβάνει -για όσους δεν το γνωρίζουν- το δεύτερο εξάμηνο του 2027. Και, για πρώτη φορά, προετοιμασίες σε πολιτικό, σε θεσμικό, σε δημοσιονομικό επίπεδο έχουν ξεκινήσει τόσο νωρίς για να μπορέσουμε να αντιμετωπίσουμε αυτή τη σπουδαία, αυτή την ξεχωριστή θεσμική πρόσκληση, με εθνικό μας στόχο εκείνη η περίοδος να αποτελέσει έναν σταθμό για την Ευρώπη, αλλά και μία ευκαιρία ενίσχυσης της ισχυρής ευρωπαϊκής Ελλάδος.

Το τρίτο σχόλιό μου αφορά την αντίληψή μας ειδικά για τον χώρο της Ανατολικής Μεσογείου, όπου οι προκλήσεις στην τρέχουσα συγκυρία είναι πολλές. Προκλήσεις σε πολλά επίπεδα, όπως είπα, από τις θαλάσσιες ζώνες μέχρι το μεταναστευτικό, την περιβαλλοντική επιβάρυνση μέχρι την παράνομη αλιεία, είναι ζητήματα για τα οποία το ίδιο το Διεθνές Δίκαιο απαιτεί τη συνεργασία όλων των παράκτιων κρατών.

Σε ένα τέτοιο περιβάλλον, η Ελλάδα επιδιώκει τη συνεννόηση με όλους τους γείτονες -το επαναλαμβάνω, με όλους τους γείτονές μας-, έχοντας πυξίδα τη νομιμότητα και ιδίως το Δίκαιο της Θάλασσας. Και είναι στις προθέσεις μας το επόμενο διάστημα να καλέσουμε όλα τα παράκτια κράτη σε μια κοινή συνάντηση, σε ένα φόρουμ, όπου θα μπορούμε να εξετάσουμε από κοινού όλα όσα μας απασχολούν.

Η Ελλάδα δεν έχει να φοβηθεί απολύτως τίποτα από το να καθίσει στο τραπέζι με οποιονδήποτε, να υπερασπιστεί τις θέσεις της, πάντα με σημείο αναφοράς το Δίκαιο της Θάλασσας.

Η φοβική χώρα της αδράνειας και του περιθωρίου πέρασε, πλέον, ανεπιστρεπτί. Νομίζω ότι ζούμε σε μια εποχή όπου το κύρος της Ελλάδος έχει ενισχυθεί σημαντικά, και εντός αλλά και εκτός της Ελλάδος. Έχουμε περάσει πια σε μια εποχή μεγαλύτερης εθνικής αυτοπεποίθησης, όπου τα επιχειρήματα κυριαρχούν των άναρθρων κραυγών.

Σε αυτό το πνεύμα, άλλωστε, η Ελλάδα όλα αυτά τα χρόνια έχει να επιδείξει σημαντικές επιτυχίες: από την επέκταση των χωρικών υδάτων στα 12 μίλια στο Ιόνιο, από τη ρύθμιση της εκκρεμότητας της Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης με την Ιταλία και εν μέρει με την Αίγυπτο. Και προχωράμε ακριβώς προσηλωμένοι σε αυτή την κατεύθυνση.

Κλείνω λοιπόν, κ. Πρόεδρε, τονίζοντας στο Σώμα ότι η εξωτερική πολιτική της πατρίδας μας, όπως την περιέγραψα, δεν οριοθετεί μια κυβερνητική επιλογή η οποία επιδιώκει απλά τη γενική επιδοκιμασία. Αντίθετα, συγκροτεί τη γραμμή πλεύσης ενός ισχυρού, ενός κυρίαρχου κράτους, που το οδηγεί με ασφάλεια και σιγουριά στον προορισμό του, ιδίως σε συνθήκες οι οποίες γίνονται ολοένα και πιο επικίνδυνες.

Είναι, μάλιστα, μια πολιτική που υπερβαίνει τους εκλογικούς κύκλους, απαιτώντας τη στήριξη όλων όσοι βρίσκονται σε αυτή την αίθουσα, ανεξάρτητα από το κόμμα για το οποίο εξελέγησαν. Οι διαφωνίες γύρω από τα θέματα εσωτερικής επικαιρότητας είναι, θα έλεγα, επιβεβλημένες, είναι θεμιτές. Όταν, όμως, μιλούμε για την ασφάλεια της πατρίδας μας και τη διεθνή της θέση, θα ήταν καλό να μιλούμε με μία φωνή.

Θα ήθελα να θυμίσω απλά στο Σώμα ότι ο Υπουργός Εξωτερικών αναλαμβάνει πρωτοβουλίες και ενημερώνει τα κόμματα, σε τακτά χρονικά διαστήματα, για όλα τα ζητήματα τα οποία αφορούν την εξωτερική πολιτική. Και όταν ζητώ από τον ίδιο ενημέρωση για το τι γίνεται σε αυτές τις συναντήσεις, μου περιγράφει μια πολύ ενδιαφέρουσα εικόνα: ότι πίσω από τις κλειστές πόρτες, όταν δεν υπάρχουν κάμερες και μικρόφωνα, η συμφωνία και η δυνατότητα συγκλίσεων επιτυγχάνεται σε πολύ μεγαλύτερο βαθμό. Και με το που βγαίνετε από τις ενημερώσεις, λέτε συχνά τα ακριβώς ανάποδα.

Σε όσους, λοιπόν, επιμένουν να υπονομεύουν αυτή την αναγκαία ενότητα με συνθήματα και με ανούσια αιτήματα, να θυμίσω τι έλεγε ο Ελευθέριος Βενιζέλος πριν από σχεδόν έναν αιώνα, πρεσβεύοντας ο ίδιος ότι «η εξωτερική πολιτική δεν αποτελεί ζήτημα ευχών, αλλά σταθερού προσανατολισμού». Και αυτόν τον προσανατολισμό καθορίζουν σήμερα ο πατριωτισμός της ευθύνης και η ενεργή διπλωματία του αποτελέσματος.

Σας ευχαριστώ».

ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ