Μητσοτάκης: «Οι εθνικοί χειρισμοί δεν ασκούνται σε καφενεία και πάνελ – Η πατρίδα στέκεται πλέον όρθια και περήφανη»
Τα μηνύματα του πρωθυπουργού προς Φάμελλο και Ανδρουλάκη

Το δικό του μήνυμα προς όλες τις πλευρές σχετικά με τα εθνικά θέματα έστειλε ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης από την Βουλή.
Συγκεκριμένα, ο πρωθυπουργός, μιλώντας στη Βουλή για τα εθνικά θέματα μεταξύ άλλων ανέφερε «Οι εθνικοί χειρισμοί δεν ασκούνται ούτε στα καφενεία ούτε στα τηλεοπτικά πάνελ. Και σίγουρα δεν γίνεται να εξαντλούνται σε εύπεπτες δημαγωγίες ή ανέξοδες κορώνες. Βέβαια, και η ενεργή διπλωματία δεν μπορεί να συγχέεται με την «επαναστατική γυμναστική». Σε αυτά τα ζητήματα δεν χωρούν ούτε ανευθυνότητες ούτε επιπολαιότητες».
Αναλυτικά όσα ανέφερε ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης:
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, προσέρχομαι στη σημερινή συζήτηση με αίσθημα ευθύνης αλλά και με διάθεση συγκλίσεων. Όχι για να διατυπώσω εύκολα λόγια, αλλά αλήθειες για την εξωτερική μας πολιτική, τις οποίες όλοι, πέρα από τις κομματικές μας ταυτότητες, έχουμε χρέος να αντιμετωπίσουμε από κοινού.
Αυτή, εξάλλου, είναι και η κοινοβουλευτική παράδοση στη χώρα μας για τα ζητήματα που αφορούν την εξωτερική πολιτική και την άμυνα. Να το κάνουμε με ευθύτητα και με ειλικρίνεια. Αυτή, άλλωστε, είναι και η πυξίδα η οποία οδηγεί την κυβέρνησή μας, ειδικά σε ό,τι αφορά τη διεθνή θέση της χώρας.
Η Ελλάδα τα τελευταία έξι χρόνια έχει υπερασπιστεί σθεναρά τα εθνικά της συμφέροντα, υπηρετεί παράλληλα το Διεθνές Δίκαιο και προωθεί με συνέπεια και την ειρήνη και τη σταθερότητα στην ευρύτερη περιοχή. Με τις αρχές αυτές να καθορίζουν όχι μόνο τη δική μας πορεία, αλλά και τον τρόπο με τον οποίο αλληλεπιδρούμε με τον κόσμο. Έναν κόσμο, μάλιστα, ο οποίος βιώνει σήμερα μία εντελώς πρωτοφανή ρευστότητα.
Σκεφτείτε, η Ευρώπη δοκιμάζεται από γεωπολιτικές πιέσεις στα σύνορά της. Βρισκόμαστε αντιμέτωποι, για πρώτη φορά από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, με έναν εκτεταμένο πόλεμο στον πυρήνα, στην καρδιά της ευρωπαϊκής ηπείρου. Από την άλλη, η ίδια η Ευρώπη δοκιμάζεται και από σύνθετες προκλήσεις στο εσωτερικό της.
Οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Κίνα διαμορφώνουν ένα νέο δίπολο. Η Ρωσία επιχειρεί να ανακτήσει επιρροή που άλλοτε είχε. Και την ίδια ώρα η Μέση Ανατολή, η βόρεια Αφρική, το Σαχέλ, αλλά και η ευρύτερη περιοχή της ανατολικής Μεσογείου παραμένουν ζώνες έντασης.
Πέρα από τις 61 ένοπλες συγκρούσεις που μαίνονται σήμερα στον πλανήτη μας, αντιμετωπίζουμε και μία σειρά άλλων πρωτοφανών προκλήσεων: τις επιπτώσεις της κλιματικής κρίσης, την επισιτιστική ανασφάλεια, πανδημίες, μετακινήσεις πληθυσμών και φυσικά τη μεγάλη πρόκληση της τεχνητής νοημοσύνης, η οποία αλλάζει τα πάντα γύρω μας, ειδικά στον τομέα της άμυνας. Θα επανέλθω σε αυτό το ζήτημα σε λίγο.
Αντί, λοιπόν, να αναζητούνται οικουμενικές λύσεις σε αυτά τα κοινά ζητούμενα, όπως παραδείγματος χάρη έγινε μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, όταν οργανώθηκε ουσιαστικά το πλαίσιο των διεθνών σχέσεων και των διεθνών οργανισμών όπως το γνωρίζουμε σήμερα, η αλήθεια είναι ότι, δυστυχώς, η πολυμέρεια υποχωρεί. Παραδοσιακές ισορροπίες κλονίζονται και η ισχύς αντικαθιστά συχνά το δίκαιο.
Και γι’ αυτούς τους λόγους καλωσόρισα το αίτημα του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης, του κ. Ανδρουλάκη, να κάνουμε μία συζήτηση πιο ευρεία για τα ζητήματα της εξωτερικής πολιτικής, όχι μόνο για το Παλαιστινιακό, όπως ήθελε να συμβεί. Και έτρεψα αυτή τη συζήτηση σε μία ουσιαστικά εφ’ όλης της ύλης ενημέρωση για την εξωτερική πολιτική, γιατί νομίζω ότι είναι πολύ σημαντικό σε αυτή τη συγκυρία οι πολιτικοί αρχηγοί να τοποθετηθούν εντός του κοινοβουλίου για το σύνολο των θεμάτων που απασχολούν σήμερα την πατρίδα μας.
Με την ελπίδα, βέβαια, ότι τουλάχιστον στα θέματα εξωτερικής πολιτικής θα σταθούμε στο ύψος των περιστάσεων. Οι εθνικοί χειρισμοί δεν ασκούνται ούτε στα καφενεία ούτε στα τηλεοπτικά πάνελ. Και σίγουρα δεν γίνεται να εξαντλούνται σε εύπεπτες δημαγωγίες ή ανέξοδες κορώνες.
Βέβαια, και η ενεργή διπλωματία δεν μπορεί να συγχέεται με την «επαναστατική γυμναστική». Σε αυτά τα ζητήματα δεν χωρούν ούτε ανευθυνότητες ούτε επιπολαιότητες.
Και ναι, να ξεκινήσω λέγοντας ότι είμαι υπερήφανος γιατί η Ελλάδα σήμερα, η πατρίδα μας σήμερα, το 2025, στέκεται πλέον όρθια και περήφανη με εμπιστοσύνη στις δυνάμεις της, ως ένας ισότιμος εταίρος στην Ευρωπαϊκή Ένωση αλλά και στο ΝΑΤΟ, ως ένας πυλώνας σιγουριάς σε μία ταραγμένη περιοχή, ως ένας κόμβος ενέργειας -θα επανέλθω και σε αυτό το ζήτημα στη συνέχεια-, ως μια γέφυρα διεθνών συνεργασιών, χωρίς να ακολουθεί τις εξελίξεις, αλλά να προσπαθεί πάντα να τις συνδιαμορφώσει. Είναι ένα πλεονέκτημα το οποίο κατάφερε να το κατακτήσει χάρη σε μία σειρά από σωστές επιλογές.
Γιατί δεν μπορεί κανείς να μιλάει για πραγματικά ισχυρή Ελλάδα αν η χώρα δεν διαθέτει ταυτόχρονα και μία ισχυρή οικονομία. Και το γεγονός ότι σήμερα η χώρα μας αναπτύσσεται με ρυθμούς πολύ μεγαλύτερους από τον μέσο όρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, το γεγονός ότι μπορούμε και μειώνουμε το χρέος μας με τον ταχύτερο ρυθμό από όλες τις χώρες του ΟΟΣΑ, το γεγονός ότι μπορούμε να δανειζόμαστε με επιτόκια τα οποία είναι χαμηλότερα από αυτά μεγάλων ευρωπαϊκών χωρών, αυτά έχουν αντανάκλαση στην ισχύ της χώρας. Είναι αυτά τα οποία μετατρέπουν ουσιαστικά τη στιβαρή πρόοδο της οικονομίας, το διεθνές της κύρος, ναι, και σε μία ισχυρή αποτρεπτική δυνατότητα.
Δεν μπορεί να υπάρχει, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, ισχυρή Ελλάδα χωρίς η Ελλάδα να διαθέτει μία ισχυρή οικονομία. Και το λέω αυτό, διότι η πηγή της ισχύος, της σκληρής ισχύος κάθε χώρας, πρέπει να είναι η αποτρεπτική της δυνατότητα. Και θέλω να θυμίσω ότι πριν από λίγο συζητήσαμε στη Βουλή για το νέο 12ετές επενδυτικό πρόγραμμα των Ενόπλων Δυνάμεων, ύψους 28 δισεκατομμυρίων ευρώ, το οποίο ήδη έχει αρχίσει και δρομολογείται.
Αλλά νομίζω ότι πρέπει να μιλήσουμε λίγο για το πού βρισκόμασταν το 2019 και το πού βρισκόμαστε σήμερα ως προς την αμυντική, αποτρεπτική δυνατότητα της χώρας. Η αλήθεια, λοιπόν, είναι ότι σήμερα η πατρίδα μας στον τομέα της αεροπορίας διαθέτει ήδη 24 υπερσύγχρονα Rafale τα οποία πετούν. Έχει 42 τον αριθμό αναβαθμισμένα F-16, με προοπτική να φτάσουν τα 83 εντός των επόμενων δύο ετών. Αναμένει το 2028 να παραλάβει τα πρώτα από τα 20 F-35 τα οποία έχουν ήδη συμβασιοποιηθεί.
Στο Πολεμικό μας Ναυτικό αναμένεται να καταπλεύσει στις ελληνικές θάλασσες η πρώτη φρεγάτα Belh@rra πριν το τέλος του έτους. Θα προστεθούν άλλες τρεις. Ξεκινάει το πρόγραμμα του εκσυγχρονισμού των τεσσάρων ΜΕΚΟ. Βρισκόμαστε σε συζητήσεις με την Ιταλία για την προμήθεια δύο ελαφρώς μεταχειρισμένων φρεγατών FREMM. Ουδέποτε το Πολεμικό Ναυτικό δεν έχει δει μια τόσο μεγάλη και συσσωρευμένη επένδυση στις δυνατότητες του ως προς τα πλοία επιφανείας. Και το ίδιο, προφανώς, ισχύει και για τον Στρατό Ξηράς.
Ταυτόχρονα, όμως, υψώνουμε και την «Ασπίδα του Αχιλλέα» απέναντι σε εναέριες, σε θαλάσσιες, σε υποβρύχιες απειλές. Είναι προγράμματα στα οποία για πρώτη φορά συμμετέχει τόσο ενεργά και η εγχώρια βιομηχανία.
Οφείλουμε να εισάγουμε στην αμυντική μας πολιτική την τεχνητή νοημοσύνη. Οφείλουμε να επενδύσουμε σε συστήματα κυβερνοπολέμου, να προωθήσουμε μη επανδρωμένες πλατφόρμες. Όπως αποδεικνύεται, αυτές οι πλατφόρμες έχουν έναν κομβικό ρόλο στα πεδία των σύγχρονων μαχών.
Σκοπός της πατρίδας μας είναι πάντα να διαθέτει ποιοτική υπεροχή έναντι οποιουδήποτε αντιπάλου της. Και για πρώτη φορά νομίζω ότι είμαστε σε θέση να πούμε ότι αυτός ο στόχος επιτυγχάνεται.
Είμαι σίγουρος ότι κάποιοι από τα έδρανα της Αριστεράς θα σπεύσουν να μας κατηγορήσουν για «μιλιταρισμό». Θα διαφωνήσω. Πρόκειται για ρεαλισμό. Ζούμε σε έναν επικίνδυνο κόσμο, σε μια δύσκολη γεωγραφία. Η χώρα μας οφείλει να είναι έτοιμη να υπερασπιστεί την επικράτειά της.
Επιδιώκουμε πάντα την ειρήνη. Μια ειρήνη, όμως, η οποία θα διατηρηθεί μέσα από την ισχύ της πατρίδας μας και όχι μέσα από την αδυναμία της. Ακριβώς γι’ αυτό διασφαλίζουμε τη σταθερότητα μέσα από την ετοιμότητα, με την εθνική άμυνα να πλαισιώνεται σταθερά από την ενεργό διπλωματία.
Η πατρίδα μας, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, τα τελευταία έξι χρόνια έχει αυξήσει τις διεθνείς της συμμαχίες. Εξελίσσεται σε έναν πολύ σημαντικό ενεργειακό πυλώνα. Θέλω να αναφέρω ενδεικτικά ότι πριν από έξι χρόνια εισερχόταν στη χώρα μας ποσότητα φυσικού αερίου η οποία κάλυπτε αποκλειστικά και μόνο τις εγχώριες ανάγκες, περί τα 7 bcm, δισεκατομμύρια κυβικά μέτρα φυσικού αερίου.
Σήμερα, από τη χώρα μας περνούν 17 bcm φυσικού αερίου, είτε υγροποιημένου είτε αέριο το οποίο έρχεται από αγωγούς από το Αζερμπαϊτζάν, με αποτέλεσμα η χώρα μας ουσιαστικά να γίνεται πάροχος ενεργειακής ασφάλειας για όλη την ευρύτερη περιοχή, και των Βαλκανίων αλλά με προοπτική το φυσικό αέριο αυτό να μπορεί να φτάσει μέχρι την Ουκρανία.
Αντιλαμβάνεστε, λοιπόν, πόσο σημαντικός είναι ο γεωπολιτικός ενεργειακός ρόλος της πατρίδας μας. Και αυτό ήταν αποτέλεσμα μιας επίμονης εθνικής στρατηγικής, η οποία ακολουθήθηκε με μεθοδικότητα όλα τα τελευταία χρόνια. Μεγάλα έργα ηλεκτρικής διασύνδεσης με την Αίγυπτο, με την Κύπρο, με το Ισραήλ, είναι έργα τα οποία φέρνουν πιο κοντά την κεντρική Ευρώπη με τη βόρεια Αφρική και τη Μέση Ανατολή.
Ενώ και οι έρευνες της Chevron, σε συνέχεια των ερευνών της Exxon στα ελληνικά νερά, συνιστούν μία ακόμα σφραγίδα στο διαβατήριο της διεθνούς αξιοπιστίας της πατρίδας μας και μια απόδειξη πως αυτή η κυβέρνηση και ξέρει και μπορεί να ασκεί την κυριαρχία της και τα κυριαρχικά της δικαιώματα με βάση το Διεθνές Δίκαιο, ανεξάρτητα από τους όποιους εκνευρισμούς αυτό μπορεί να προκαλεί σε ορισμένους.
Σε αυτό το πλαίσιο, επίσης, προχωρήσαμε τους τελευταίους μήνες σε σημαντικές πρωτοβουλίες: στη δημιουργία δύο νέων Εθνικών Θαλάσσιων Πάρκων εντός των χωρικών υδάτων της πατρίδας μας, στο Ιόνιο και στις νότιες Κυκλάδες, προστατεύοντας με αυτόν τον τρόπο το περιβάλλον, επιβεβαιώνοντας, όμως, στην πράξη τη δικαιοδοσία της πατρίδας μας στις θαλάσσιες ζώνες μας. Καταθέτω στα πρακτικά τους χάρτες από τα δύο Θαλάσσια Πάρκα.
Και βέβαια, αυτές οι ανακοινώσεις έγιναν σε συνέχεια της ρύθμισης μιας εκκρεμότητας που ερχόταν από το παρελθόν. Αναφέρομαι στον Θαλάσσιο Χωροταξικό Σχεδιασμό, ο οποίος αποτυπώνει για πρώτη φορά σε ευρωπαϊκό επίπεδο τα ανώτατα δυνητικά όρια της ελληνικής υφαλοκρηπίδας και ΑΟΖ. Αυτός ο χάρτης θα αναρτηθεί πολύ σύντομα στο σχετικό site της Ευρωπαϊκής Ένωσης και αποτελεί την επιβεβαίωση ότι η χώρα μας και ξέρει και μπορεί να διεκδικεί την υπεράσπιση των κυριαρχικών της δικαιωμάτων.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, αυτή η αναβαθμισμένη θέση της πατρίδας μας επιβεβαιώθηκε και με την παρουσία της Ελλάδος στη διεθνή Σύνοδο Κορυφής του Σάρμ Ελ Σέιχ, όπου υπεγράφη η πρώτη φάση της συμφωνίας ειρήνης για τη Γάζα.
Η Ελλάδα από την πρώτη στιγμή επέμενε στην ανάγκη να υπάρξει κατάπαυση του πυρός, απελευθέρωση των ομήρων, ως ένα απαραίτητο, αναγκαίο, αλλά πρώτο βήμα για μια μόνιμη ειρήνη στην ευρύτερη περιοχή. Ταυτόχρονα, βέβαια, μια απαραίτητη προϋπόθεση ώστε να μπορέσει αυτή η ειρήνη να γίνει εφαλτήριο για μια λύση του Παλαιστινιακού στη βάση των δύο κρατών.
Η Ελλάδα, σε αντίθεση με όσα εμμονικά κάποιοι επαναλαμβάνουν, ήταν πάλι δρώσα σε όλες τις μεγάλες εξελίξεις, στην πρώτη γραμμή, με τη συμμετοχή σε αυτή τη Σύνοδο να μην ορίζεται μόνο από τη γεωγραφική θέση στο σταυροδρόμι τριών ηπείρων, αλλά και να εδράζεται στο αναγνωρισμένο κύρος της πατρίδας μας ως μια χώρα η οποία εγγυάται την ειρήνη και τη σταθερότητα σε μια φορτισμένη περιοχή του χάρτη.
Θέλω να αναφέρω ότι μόλις χθες η Υπουργός Εξωτερικών της Παλαιστινιακής Αρχής βρέθηκε στην πατρίδα μας, μια μέρα μετά τη συμφωνία, συναντήθηκε με τον Υπουργό Εξωτερικών. Η Ελλάδα είναι σε θέση, θα διεκδικήσει και θα πετύχει τη συμμετοχή της σε όλα όσα ακολουθήσουν στη Γάζα κατά την επόμενη φάση.
Ήμασταν, άλλωστε, παρόντες από την αρχή της φρικτής αυτής σύρραξης. Αμέσως μετά τις θηριωδίες της 7ης Οκτωβρίου 2023 η Ελλάδα αναγνώρισε το δικαίωμα του Ισραήλ στην αυτοάμυνα. Παράλληλα, εκφράσαμε την αλληλεγγύη μας προς τον παλαιστινιακό λαό, τονίζοντας επανειλημμένως ότι κανένας στρατιωτικός στόχος, όσο σημαντικός και αν αυτός μπορεί να είναι, δεν επιτρέπεται να δικαιολογεί τον θάνατο και τον εκτοπισμό αμάχων.
Στείλαμε αμέσως ανθρωπιστική βοήθεια, περιθάλψαμε στα νοσοκομεία μας τραυματισμένα παιδιά της Γάζας, ενώ παραμένουμε σταθεροί στην πάγια θέση μας υπέρ της ίδρυσης παλαιστινιακού κράτους. Προσοχή, όμως, εδώ δεν είναι η ώρα να παίξουμε παιχνίδια εντυπώσεων. Για την Ελλάδα η αναγνώριση ενός παλαιστινιακού κράτους θα έρθει μόνο στο τέλος της πολιτικής διαδικασίας, η οποία πρέπει να έχει και την αιγίδα του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών.
Και ταυτόχρονα, ναι, η Ελλάδα ενδυναμώνει την εταιρική της σχέση με το Ισραήλ. Εμείς βλέπουμε το Ισραήλ ως χώρα – στρατηγικό εταίρο, ανεξάρτητα του ποια κυβέρνηση τυγχάνει να κυβερνά το Ισραήλ στη συγκεκριμένη χρονική στιγμή.
Αλλά, βέβαια, ενδυναμώνουμε και τους δεσμούς μας με πολλές αραβικές χώρες. Και δεν είναι τυχαίο ότι τον περασμένο Μάιο η συνεργασία μας με την Αίγυπτο αναβαθμίστηκε σε στρατηγική εταιρική σχέση.
Να ανοίξω μία παρένθεση και να αναφερθώ στο ζήτημα της Ιεράς Μονής της Αγίας Αικατερίνης, ένα ζήτημα το οποίο πριν από κάποιους μήνες απασχόλησε τη δημόσια συζήτηση. Έγινε, δυστυχώς, και αυτό αντικείμενο φτηνής εκμετάλλευσης από διάφορους που αγνοούν και τα στοιχειώδη αλλά και τα πραγματικά δεδομένα.
Φαντάζομαι ότι δεν υπάρχει κάποιος από την αντιπολίτευση ο οποίος να διαφωνεί ότι το ζήτημα των δικαιωμάτων επί της Μονής δεν προέκυψε χθες. Είναι ένα ζήτημα το οποίο ουσιαστικά ανατρέχει στους αιώνες. Δεν θα αναφερθώ σήμερα σε λεπτομέρειες, θα τονίσω μόνο ότι αμέσως μετά τις τελευταίες εξελίξεις ξεκίνησαν εντατικές διαβουλεύσεις μεταξύ των δύο Υπουργών Εξωτερικών, με στόχο να λύσουμε μία εκκρεμότητα -επαναλαμβάνω- αιώνων.
Και σήμερα μπορώ να ανακοινώσω στο Σώμα ότι έχει υπάρξει προκαταρκτική κοινή κατανόηση μεταξύ των δύο πλευρών για το θέμα αυτό. Αυτονόητα τον τελευταίο λόγο θα τον έχει η Ιερά Σιναϊτική Αδελφότητα.
Βάσει αυτής της κοινής κατανόησης, διασφαλίζεται στο διηνεκές αναλλοίωτος ο χαρακτήρας της Μονής, απαγορεύεται οποιαδήποτε μετατροπή της Μονής, όπως και των υπόλοιπων λατρευτικών χώρων, υφίσταται μέριμνα για την παραμονή των μοναχών. Και με το σχέδιο αυτό δεν διασφαλίζεται απλώς η συνέχεια της Μονής Σινά, αλλά πλέον το Σινά καθίσταται ένα από τα επίκεντρα της Ορθοδοξίας, με την ελληνική πολιτεία να είναι παρούσα, εμπράκτως παρούσα, σε μία περιοχή μεγάλης αξίας για τον απανταχού Ελληνισμό.
Αποδεικνύεται έτσι ότι αυτή η κυβέρνηση έχει και τη βούληση και το σχέδιο να επιλύει διαχρονικά προβλήματα, χωρίς ευθυνοφοβία και χωρίς αναβλητικότητα.
Πηγαίνοντας λίγο δυτικότερα, στη Λιβύη, εκεί ερχόμαστε αντιμέτωποι με μία πολυετή εμφύλια σύγκρουση, η οποία ουσιαστικά έχει οδηγήσει στο να είναι διαιρεμένη η χώρα σε δύο διοικητικά κέντρα με τους θεσμούς -τους όποιους θεσμούς υπήρχαν- να δοκιμάζονται, με ξένους παράγοντες να παρεμβαίνουν, χρησιμοποιώντας θεμιτά και συχνά αθέμιτα μέσα.
Παρά την παραφιλολογία, όμως, θέλω να τονίσω ότι η Ελλάδα είναι μία από τις λίγες, αν όχι η μόνη, ευρωπαϊκή χώρα η οποία σήμερα έχει αποκαταστήσει διαύλους επικοινωνίας και με τις δύο πλευρές: και με την ανατολική Λιβύη και με τη δυτική, και με την Τρίπολη και με τη Βεγγάζη.
Πρόσφατα, μάλιστα, έχει επανεκκινήσει και η διαδικασία για την οριοθέτηση θαλασσίων ζωνών στη βάση του Δικαίου της Θάλασσας. Θέλω να το τονίσω αυτό, έχει ξεχωριστή σημασία. Για όσους ίσως θυμούνται την ιστορία, θα γνωρίζουν ότι συζητήσεις με τη Λιβύη για οριοθέτηση Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης και υφαλοκρηπίδας είχαν ξεκινήσει από τη δεκαετία του 2000. Είχαν φτάσει πολύ κοντά, δεν ολοκληρώθηκαν τότε. Δεν θα σχολιάσω το γιατί.
Πάντως, είναι δεδομένο ότι υπάρχει ένα corpus νομικών κειμένων από εκείνη την εποχή, το οποίο επιβεβαιώνει ότι ο φυσικός συνομιλητής της Λιβύης για την οριοθέτηση θαλασσίων ζωνών είναι η Ελλάδα και όχι κάποια άλλη χώρα. Κάτι το οποίο, βέβαια, επιβεβαιώθηκε και έμπρακτα στο πεδίο από την επιλογή της Chevron να έρθει να συνομιλήσει με την Ελλάδα και όχι με κάποιον άλλον για την εκμετάλλευση δυνητικού υποθαλάσσιου πλούτου νοτίως της Κρήτης.
Επιδιώκουμε διμερή οικονομική συνεργασία με τη Λιβύη. Και βέβαια, επιδιώκουμε και έναν καλύτερο συντονισμό στη διαχείριση των μεταναστευτικών ροών. Θέλω να τονίσω ότι αυτές έχουν μειωθεί σημαντικότατα μετά τις αποφάσεις τις οποίες πήρε η Ελληνική Κυβέρνηση στη διάρκεια του καλοκαιριού. Οφείλουμε, όμως, να επιδιώξουμε καλύτερη συνεργασία, ειδικά με την ανατολική Λιβύη, έτσι ώστε οι βάρκες τις οποίες οργανώνουν οι άθλιοι δουλέμποροι να μην φεύγουν καν από τα παράλια της Λιβύης ή στην περίπτωση που φεύγουν να επιστρέφουν πίσω στη Λιβύη όσο αυτές βρίσκονται εντός των χωρικών υδάτων της χώρας.
Θέλω να μιλήσω λίγο για τον τρόπο με τον οποίο αντιλαμβανόμαστε τη διπλωματική μας παρέμβαση στη Συρία, όπου μετά την ανατροπή του πολιτικού και στρατιωτικού σκηνικού, μετά την πτώση του στυγνού δικτατορικού καθεστώτος Assad, ανοίξαμε, ως οφείλαμε, διαύλους επικοινωνίας με τη νέα ηγεσία.
Ο Υπουργός Εξωτερικών ήταν από τους πρώτους που επισκέφθηκαν τη Δαμασκό. Είχα προσωπικά την ευκαιρία να συναντηθώ στη Νέα Υόρκη με τον μεταβατικό Πρόεδρο της Συρίας, τον κ. Al-Sharaa. Εκεί του μετέφερα ένα ξεκάθαρο μήνυμα: ότι προκειμένου η χώρα του να ενταχθεί στη διεθνή κοινότητα, προκειμένου η Συρία να μπορέσει να οικοδομήσει πιο στέρεες σχέσεις με την Ευρωπαϊκή Ένωση έχει χρέος να προστατεύσει την πολυμορφία της, με αιχμή τους χριστιανικούς πληθυσμούς. Να οικοδομήσει, όμως, και σχέσεις καλής γειτονίας με τις χώρες της περιοχής, και αυτές στη βάση των κανόνων του Διεθνούς Δικαίου και του Δικαίου της Θάλασσας.
Κυρίες και κύριοι βουλευτές, ολοκληρώνοντας την ανασκόπηση της κατάστασης στην Ανατολική Μεσόγειο, φτάνω στις σχέσεις μας με την Τουρκία. Είναι σχέσεις που καθορίζει η Ιστορία και προσδιορίζει η αναπόδραστη γεωγραφία. Σχέσεις, πάντως, οι οποίες δεν μπορούν να κινούνται στο επίπεδο των ηχηρών συνθημάτων και των εντυπώσεων, καθώς σχετίζονται με την ασφάλεια των συνόρων μας και με τη σταθερότητα στην ευρύτερη περιοχή.
Εξηγούμαι, λοιπόν. Από τον Σεπτέμβριο του 2023 η Ελληνική Κυβέρνηση, η χώρα, έκανε μια ξεκάθαρη επιλογή: να εντάξουμε τις διμερείς μας σχέσεις σε έναν δομημένο διάλογο τριών πυλώνων, τον πολιτικό διάλογο, τη θετική ατζέντα και τα μέτρα οικοδόμησης εμπιστοσύνης. Και μέσω αυτού του δρόμου, όπως και του πέμπτου Ανώτατου Συμβουλίου Συνεργασίας, αποκαταστήσαμε ένα πλέγμα επαφών και ανοικτών διαύλων επικοινωνίας, παρά τις μεγάλες διαφορές μας.
Το αποτέλεσμα: οι παραβιάσεις στο Αιγαίο, παραβιάσεις του εναέριου χώρου μας, μειώθηκαν καθέτως, πρακτικά έχουν μηδενιστεί. Μόνο πέρυσι ταξίδεψαν εκατοντάδες χιλιάδες Τούρκοι επισκέπτες στα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου χάρη στο καθεστώς της express visa, το οποίο διαπραγματεύτηκε αυτή η κυβέρνηση ως εξαίρεση από τους κανόνες Σένγκεν με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Είναι κάτι το οποίο οι νησιώτες μας το γνωρίζουν πολύ καλά και πιστεύω ότι ευχαριστούν την κυβέρνηση που ανέλαβε αυτή την πρωτοβουλία.
Ο συντονισμός μεταξύ των δύο ακτοφυλακών για το μεταναστευτικό και τον έλεγχο των ροών στο Αιγαίο έχει και αυτός σημειώσει μεγάλη πρόοδο σε σχέση με το παρελθόν.
Και ύστερα από όλα αυτά αναρωτιέμαι, καθώς στη συνέχεια θα πάρουν τον λόγο και οι αρχηγοί των κομμάτων της αντιπολίτευσης: γιατί και πώς κάποιοι κατακρίνουν τόσο εύκολα αυτή την πολιτική των «ήρεμων νερών»; Τι θέλουμε, δηλαδή; Θέλουμε ταραγμένα νερά; Θέλουμε φουρτούνες; Θέλουμε ατυχήματα και εντάσεις;
Θα συνιστούσα, λοιπόν, και σήμερα πολύ μεγαλύτερη αυτοσυγκράτηση στους ψευτοπατριώτες, που δηλώνουν πάντα ετοιμοπόλεμοι από την ασφάλεια του καναπέ τους, ή σε αυτούς που μάχονται ανώνυμα από τα «χαρακώματα» του υπολογιστή τους.
Από την πλευρά μας, εμείς συνεχίζουμε να κινούμαστε με υπευθυνότητα και με ρεαλισμό, πάντα με γνώμονα το διεθνές συμφέρον, με απόλυτο σεβασμό στο Διεθνές Δίκαιο. Επιδιώκουμε τον διάλογο. Δεν ανοίγουμε καμία συζήτηση για θέματα κυριαρχίας. Θέλουμε τη συνεργασία, αλλά υποστηρίζουμε ενεργά στο πεδίο τα κυριαρχικά μας δικαιώματα, με πράξεις και όχι με λόγια.
Ο Προέδρος Kennedy είχε πει κάποτε ότι «δεν πρέπει ποτέ να διαπραγματεύεσαι υπό το καθεστώς φόβου, όμως δεν πρέπει ταυτόχρονα να φοβάσαι και να διαπραγματεύεσαι». Γι’ αυτό και η Ελλάδα ζητά να αρθεί η απειλή πολέμου από τη γείτονα, επιμένοντας ότι η μοναδική διαφορά μεταξύ των δύο κρατών είναι η οριοθέτηση υφαλοκρηπίδας και ΑΟΖ στο Αιγαίο και στην ανατολική Μεσόγειο.
Μέχρι να προσεγγιστεί, όμως, αυτή η μεγάλη διαφορά, μέχρι να καταφέρουμε να φτάσουμε στο σημείο να έχουμε με την Τουρκία μία ουσιαστική συζήτηση γι’ αυτή τη μεγάλη εκκρεμότητα, η πατρίδα μας δεν μένει ακίνητη. Κινείται με σχέδιο και με ευθύνη. Ανέφερα τις εξελίξεις με τη Chevron και το πολύ σημαντικό τους γεωπολιτικό αποτύπωμα. Επισήμανα τις πρωτοβουλίες μας για τα Θαλάσσια Πάρκα και τον Θαλάσσιο Χωροταξικό Σχεδιασμό.
Πρόκειται για κινήσεις οι οποίες επιβεβαιώνουν ότι δεν επιδιώκουμε τη διπλωματία της αδράνειας, αλλά τη διπλωματία της δράσης. Αποτελούν από μόνες τους βήματα εφαρμογής του Διεθνούς Δικαίου επί του πεδίου.
Να προσθέσω εδώ ότι η σταθερότητα στην ανατολική Μεσόγειο δεν μπορεί να αποκατασταθεί πλήρως αν δεν διευθετηθεί, με δίκαιο και βιώσιμο τρόπο, το πρόβλημα του Κυπριακού, στη βάση των αποφάσεων του Οργανισμού των Ηνωμένων Εθνών.
Και θυμίζω ότι αυτή η κυβέρνηση, σε σύμπλευση με τη Λευκωσία, πέτυχε να αναδείξει το θέμα στην κορυφή της ατζέντας του Γενικού Γραμματέα του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών ώστε να επανεκκινήσουν οι άτυπες συζητήσεις. Είναι μια εξέλιξη την οποία η Ελλάδα στηρίζει: την επανένωση της Κύπρου στη βάση μιας διζωνικής, δικοινοτικής ομοσπονδίας με πολιτική ισότητα.
Μέσα σε αυτό το πλαίσιο συμμετείχαμε και στην πενταμερή της Νέας Υόρκης όπου -και αυτό έχει τη σημασία του- δεν τέθηκε ως όρος η αναγνώριση της «κυρίαρχης ισότητας», όπως είχε συμβεί στο παρελθόν. Ένα βήμα ουσίας το οποίο ανανέωσε την προοπτική του διαλόγου, το οποίο βέβαια, δυστυχώς, ακολούθησαν πολλές δηλώσεις από πλευράς της Τουρκίας ότι για την Τουρκία η μόνη λύση στο Κυπριακό μπορεί να είναι μια λύση δύο κρατών.
Επαναλαμβάνω και από το βήμα της Εθνικής Αντιπροσωπείας: η Ελλάδα απορρίπτει αυτή τη λογική. Δεν πρόκειται ποτέ η Ελλάδα και ο Ελληνισμός να δεχθεί τετελεσμένα στην Κύπρο.
Και θα ήθελα να πω και μια κουβέντα, επειδή τα μέσα μαζικής ενημέρωσης και στην Ελλάδα και την Κύπρο ανακαλύπτουν συχνά και ανατροφοδοτούν διάφορα ευφάνταστα σενάρια: έχω μια εξαιρετική σχέση με τον Πρόεδρο της Κυπριακής Δημοκρατίας, τον Νίκο Χριστοδουλίδη.
Υπάρχει η σχέση αμοιβαίας εμπιστοσύνης και απόλυτης, θα έλεγα, εντιμότητας στον τρόπο με τον οποίο συναντιλαμβανόμαστε κρίσιμα ζητήματα, τα οποία αφορούν και την Ελλάδα και την Κύπρο.
Θα συνιστούσα σε όσα μέσα μαζικής ενημέρωσης ανακαλύπτουν προβλήματα, τριβές, να κρατήσουν λίγο πιο χαμηλά τη μπάλα. Είναι ζητήματα τα οποία αφορούν την ενότητα του Ελληνισμού και δεν πρόκειται να δεχθούμε οποιονδήποτε τα αμφισβητήσει με τέτοιου είδους σενάρια, τα οποία διακινούνται με μεγάλη ευκολία και στην Ελλάδα και την Κύπρο.
Θα ήθελα να σχολιάσω, όμως, και μια άλλη περίπτωση εισβολής και παράνομης κατοχής, την Ουκρανία, όπου επί σχεδόν τέσσερα χρόνια μαίνεται η πιο καταστροφική σύρραξη στην Ευρώπη από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Η Ελλάδα, από την πρώτη στιγμή, ήταν απολύτως συνεπής, καταδίκασε την παράνομη προσπάθεια της Ρωσίας να αλλάξει τα σύνορα με τη δύναμη των όπλων.
Όσοι, λοιπόν, ασκούν κι εδώ ανέξοδη και εκ του ασφαλούς κριτική, θα πρέπει να αναλογιστούν τι θα σήμαινε μία άλλη στάση από πλευράς Ελλάδος. Μία βολική ουδετερότητα, ενδεχομένως, όπως κάποιοι και σε αυτή την αίθουσα να την προτείνουν. Και αν έχουν να το πουν, να το πουν ευθέως, όταν θα τοποθετηθούν. Τι θα σήμαινε αυτή η επιβεβαίωση του αναθεωρητισμού στην πράξη για την ασφάλεια της Κύπρου; Για την ασφάλεια της πατρίδας μας; Τι θα σήμαινε κάτι τέτοιο για την ευρύτερη σταθερότητα στην περιοχή μας;
Εμείς δεν μπορούμε -αν η Ευρώπη έχει έναν λόγο να το κάνει, εμείς έχουμε δύο λόγους-, δεν μπορούμε ποτέ να αναγνωρίσουμε κατοχές και τετελεσμένα. Διαφορετικά κανείς στην Ευρώπη δεν θα είναι ασφαλής.
Είναι, βέβαια, μία Ευρώπη στην οποία άλλοτε η χώρα μας προσέφευγε ως επαίτης. Τώρα μετέχει ως ισοδύναμη δύναμη και πρωτεργάτης των πολιτικών της. Ας μην ξεχάσουμε σημαντικές εθνικές πρωτοβουλίες που έγιναν στην πορεία ευρωπαϊκές: το ψηφιακό πιστοποιητικό τον καιρό της πανδημίας, το πλαφόν στις τιμές του φυσικού αερίου, την ελληνική συμβολή στη δημιουργία του Ταμείου Ανάκαμψης ή τα μέτρα φύλαξης των εξωτερικών συνόρων της πατρίδας μας, τα οποία με μεγάλη επιμονή έχουν γίνει πια η επίσημη θέση της Ευρώπης στο ζήτημα της διαχείρισης του μεταναστευτικού.
Το ίδιο ισχύει και για τη μείζονα επιλογή της κοινής ευρωπαϊκής ασφάλειας, όπου διαπιστώνω με χαρά ότι ελληνικές εισηγήσεις για τη διαμόρφωση ενός ευρωπαϊκού τείχους αεράμυνας βρίσκουν ολοένα και περισσότερους υποστηρικτές.
Θα ήθελα να θυμίσω ότι, πολύ πριν ανοίξει αυτή η συζήτηση ευρέως στην Ευρώπη, στις 23 Μαΐου του 2024, είχα αποστείλει μαζί με τον Πρωθυπουργό της Πολωνίας, τον Donald Tusk, επιστολή στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή και σε όλα τα μέλη του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου -την καταθέτω στα πρακτικά- ζητώντας ακριβώς αυτό: τη δυνατότητα να μπορέσει η Ευρώπη να δρομολογήσει αλλά και να χρηματοδοτήσει κοινά έργα ευρωπαϊκής άμυνας, τα οποία θα ασφαλίζουν ολόκληρη την Ευρώπη με πόρους ευρωπαϊκούς και με έναν τέτοιο τρόπο ώστε να αποδείξουμε στην πράξη ότι η Ευρώπη παίρνει επιτέλους στα σοβαρά την άμυνα της δικής της ηπείρου.
Και, επίσης, με μεγάλη χαρά διαπιστώνω ότι στο κείμενο το οποίο δόθηκε χθες στη δημοσιότητα, το «Joint Communication to the European Parliament and the Council: Preserving Peace, Defense, Readiness Roadmap 2030» -είναι το κείμενο το οποίο θα συζητηθεί στο επόμενο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο-, έχουν ενσωματωθεί πολλές ελληνικές προτάσεις και αναγνωρίζεται η υποχρέωση της Ευρώπης να προστατεύσει όλα τα εξωτερικά της σύνορα, όχι μόνο τα ανατολικά της σύνορα, τα οποία σήμερα βρίσκονται υπό μεγάλη πίεση, έτσι ώστε να είμαστε απολύτως σίγουροι ότι οποιοδήποτε μελλοντικό ευρωπαϊκό έργο θα καλύψει και τις ανησυχίες της Ελλάδος, της Κύπρου, της Ιταλίας, χώρες που ενδεχομένως να είναι λίγο πιο απομακρυσμένες από το θέατρο επιχειρήσεων στην Ουκρανία.
Και, βέβαια, πάγια θέση μας είναι ότι η στρατηγική αυτονομία της Ευρωπαϊκής Ένωσης μπορεί να προωθηθεί υπό μία κεντρική προϋπόθεση: να αποκλειστεί η συνεργασία με χώρες που δεν ασπάζονται τις αρχές της Ένωσης ή αντιστρατεύονται συμφέροντα κρατών μελών.
Γι’ αυτό και στον κανονισμό SAFE για την αμυντική βιομηχανία της Ευρώπης, με δική μας πρωτοβουλία, τέθηκαν αυστηροί όροι, οι οποίοι δεν προβλέπονταν αρχικά. Ποιος είναι ο σπουδαιότερος; Ότι για να πάρει μέρος στο πρόγραμμα SAFE μία τρίτη χώρα, όπως η Τουρκία, πρέπει να έχει προηγουμένως συνάψει διμερή συμφωνία με την Ευρωπαϊκή Ένωση, κάτι το οποίο, όμως, απαιτεί ομοφωνία όλων των κρατών μελών.
Αναρωτιέμαι, λοιπόν, κ. Ανδρουλάκη, με θητεία στο Ευρωκοινοβούλιο -γνωρίζετε, πιστεύω, τα ευρωπαϊκά αρκετά καλά-, όταν λέγατε ότι η Ελλάδα δεν είναι ασφαλής απέναντι στην Τουρκία για τον κανονισμό SAFE, δεν τα γνωρίζατε όλα αυτά; Δεν γνωρίζετε ότι η Ελλάδα έχει τη δυνατότητα σήμερα, επειδή κατάφερε και το πέτυχε σε μία δύσκολη διαπραγμάτευση, να μπλοκάρει την Τουρκία σε περίπτωση που δεν καλύπτονται πάγιες ελληνικές θέσεις; Ήταν άγνοια όταν τα λέγατε αυτά τα πράγματα ή ήταν κάτι χειρότερο; Θα ήθελα να ακούσω την τοποθέτησή σας σήμερα.
Θα επαναλάβω, λοιπόν, ότι για την Ελλάδα δεν τίθεται κανένα ζήτημα συμμετοχής της Τουρκίας στο πρόγραμμα SAFE εάν δεν αντιμετωπιστούν πάγια ελληνικά αιτήματα, όπως η άρση του casus belli και της θεωρίας των «γκρίζων ζωνών». Κάπως έτσι, λοιπόν, η διπλωματία της δράσης αποδεικνύεται πολύ πιο αποτελεσματική εκείνης των κραυγών.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, αυτή ακριβώς η συνέπεια χαρακτηρίζει την πατρίδα μας ως μια φωνή σταθερότητας και νομιμότητας, ταυτόχρονα όμως και ως μια γέφυρα ανάμεσα στην Ευρώπη και στους συμμάχους μας από την άλλη πλευρά του Ατλαντικού.
Πιστεύουμε ότι η στρατηγική αυτονομία της Ευρώπης δεν είναι αντίθετη ούτε ανταγωνιστική με στενές σχέσεις με τις Ηνωμένες Πολιτείες. Είναι, θα έλεγα, συμπληρωματική της δυτικής μας ταυτότητας. Και σε αυτή τη λογική η σχέση μας με τις Ηνωμένες Πολιτείες αποτελεί έναν από τους ακρογωνιαίους λίθους της εξωτερικής μας πολιτικής. Είναι μια σχέση σταθερή, είναι μια σχέση ειλικρινής, είναι μια σχέση αποτελεσματική, είναι μια σχέση η οποία θα έλεγα ότι καλύπτει όλο το πολιτικό φάσμα στις Ηνωμένες Πολιτείες, βρίσκοντας ερείσματα και στα δύο κόμματα, και στους Ρεπουμπλικανούς και στους Δημοκρατικούς.
Και στέκομαι ενδεικτικά στη συμμετοχή μας στο πρόγραμμα των F-35 -είμαστε ένας από τους σημαντικούς πελάτες της αμερικανικής αμυντικής βιομηχανίας-, στη Συμφωνία Αμοιβαίας Αμυντικής Συνεργασίας, στη συνεργασία μας όχι μόνο στη Σούδα αλλά και στην Αλεξανδρούπολη. Αλλά όχι μόνο.
Οι ελληνοαμερικανικές σχέσεις εκτείνονται, επίσης, στην ενέργεια και τη ναυτιλία. Μίλησα πριν για τη μεγάλη σημασία των νέων ενεργειακών διαδρόμων που διαμορφώνονται, στους οποίους η Ελλάδα θα έχει να παίξει καθοριστικό ρόλο. Και λόγω της γεωγραφικής μας θέσης και λόγω του γεγονότος ότι η Ελλάδα ελέγχει ένα μεγάλο μέρος του παγκόσμιου στόλου που μεταφέρει υγροποιημένο φυσικό αέριο.
(Ομιλίες εκτός μικροφώνου)
Θα τα πείτε μετά, κ. Φάμελλε. Βλέπω μια μεγάλη νευρικότητα στον χώρο σας. Αναρωτιέμαι, άραγε, σε τι οφείλεται; Μάλλον στους απόντες και όχι στους παρόντες. Αλλά θα τα πούμε αυτά σε άλλη ευκαιρία.
Τέλος, για να μην κάνω κατάχρηση του χρόνου, κ. Πρόεδρε, μια σύντομη αναφορά στα Δυτικά Βαλκάνια. Είναι γνωστό πως η Ελλάδα σταθερά, από τη Διακήρυξη της Θεσσαλονίκης, το 2003, υποστηρίζει την ευρωπαϊκή τους προοπτική. Το προαπαιτούμενο, βέβαια, είναι κάθε υποψήφιο κράτος να σέβεται το Διεθνές Δίκαιο, να θωρακίζει τα ανθρώπινα δικαιώματα, να προστατεύει τις μειονότητες.
Να κλείσω με τρία σχόλια, κ. Πρόεδρε, αρχικά όσον αφορά στη συμμετοχή της πατρίδας μας ως μη μόνιμο μέλος στο Συμβούλιο Ασφαλείας του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών για τα έτη 2025-2026, μετά την ομόφωνη πανηγυρική εκλογή μας. Συμμετέχουμε στο Συμβούλιο Ασφαλείας στην πιο ταραγμένη εποχή από τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Είναι μία εξέλιξη που επιβεβαιώνει το διεθνές κύρος και την αξιοπιστία της πατρίδας μας.
Και δεν θα απαριθμήσω εδώ το σύνολο των δράσεών μας, θα σταθώ μόνο στην ενεργή συμμετοχή μας στις διαβουλεύσεις για την προάσπιση της ειρήνης και της νομιμότητας και στην Ουκρανία και στη Γάζα, όπως όμως και σε πολλά άλλα σημεία ανά τον κόσμο: από τη Μιανμάρ μέχρι την Αϊτή, από τη δυτική Σαχάρα μέχρι το Σουδάν, όπου συντελείται σήμερα μία τεράστια ανθρωπιστική καταστροφή. Ο δε κίνδυνος ο οποίος ελλοχεύει για την Ευρώπη από μαζικές μετακινήσεις Σουδανών εκτοπισμένων είναι πολύ μεγάλος για να αγνοήσει η Ευρώπη το τι συμβαίνει στην περιοχή, στη χώρα αυτή νοτίως της Αιγύπτου. Ελληνικές πρωτοβουλίες όλες, τις οποίες συνόδευσε και η εμβληματική δήλωση 80 κρατών υπέρ της ανάγκης προστασίας των αμάχων στον Οργανισμό Ηνωμένων Εθνών.
Να κάνω μία ξεχωριστή αναφορά στις προσπάθειες της ελληνικής αποστολής στον ΟΗΕ για τη θαλάσσια ασφάλεια, με εκδηλώσεις, για παράδειγμα, όπως εκείνη που ανέδειξε το Δίκαιο της Θάλασσας ως το μόνο πλαίσιο το οποίο μπορεί να ορίζει όλες τις θαλάσσιες δραστηριότητες, προβάλλοντας παράλληλα τη χώρα μας ως ένα κυρίαρχο ναυτιλιακό έθνος.
Η δεύτερη παρατήρησή μου αφορά στην Προεδρία του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, που η χώρα μας αναλαμβάνει -για όσους δεν το γνωρίζουν- το δεύτερο εξάμηνο του 2027. Και, για πρώτη φορά, προετοιμασίες σε πολιτικό, σε θεσμικό, σε δημοσιονομικό επίπεδο έχουν ξεκινήσει τόσο νωρίς για να μπορέσουμε να αντιμετωπίσουμε αυτή τη σπουδαία, αυτή την ξεχωριστή θεσμική πρόσκληση, με εθνικό μας στόχο εκείνη η περίοδος να αποτελέσει έναν σταθμό για την Ευρώπη, αλλά και μία ευκαιρία ενίσχυσης της ισχυρής ευρωπαϊκής Ελλάδος.
Το τρίτο σχόλιό μου αφορά την αντίληψή μας ειδικά για τον χώρο της Ανατολικής Μεσογείου, όπου οι προκλήσεις στην τρέχουσα συγκυρία είναι πολλές. Προκλήσεις σε πολλά επίπεδα, όπως είπα, από τις θαλάσσιες ζώνες μέχρι το μεταναστευτικό, την περιβαλλοντική επιβάρυνση μέχρι την παράνομη αλιεία, είναι ζητήματα για τα οποία το ίδιο το Διεθνές Δίκαιο απαιτεί τη συνεργασία όλων των παράκτιων κρατών.
Σε ένα τέτοιο περιβάλλον, η Ελλάδα επιδιώκει τη συνεννόηση με όλους τους γείτονες -το επαναλαμβάνω, με όλους τους γείτονές μας-, έχοντας πυξίδα τη νομιμότητα και ιδίως το Δίκαιο της Θάλασσας. Και είναι στις προθέσεις μας το επόμενο διάστημα να καλέσουμε όλα τα παράκτια κράτη σε μια κοινή συνάντηση, σε ένα φόρουμ, όπου θα μπορούμε να εξετάσουμε από κοινού όλα όσα μας απασχολούν.
Η Ελλάδα δεν έχει να φοβηθεί απολύτως τίποτα από το να καθίσει στο τραπέζι με οποιονδήποτε, να υπερασπιστεί τις θέσεις της, πάντα με σημείο αναφοράς το Δίκαιο της Θάλασσας.
Η φοβική χώρα της αδράνειας και του περιθωρίου πέρασε, πλέον, ανεπιστρεπτί. Νομίζω ότι ζούμε σε μια εποχή όπου το κύρος της Ελλάδος έχει ενισχυθεί σημαντικά, και εντός αλλά και εκτός της Ελλάδος. Έχουμε περάσει πια σε μια εποχή μεγαλύτερης εθνικής αυτοπεποίθησης, όπου τα επιχειρήματα κυριαρχούν των άναρθρων κραυγών.
Σε αυτό το πνεύμα, άλλωστε, η Ελλάδα όλα αυτά τα χρόνια έχει να επιδείξει σημαντικές επιτυχίες: από την επέκταση των χωρικών υδάτων στα 12 μίλια στο Ιόνιο, από τη ρύθμιση της εκκρεμότητας της Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης με την Ιταλία και εν μέρει με την Αίγυπτο. Και προχωράμε ακριβώς προσηλωμένοι σε αυτή την κατεύθυνση.
Κλείνω λοιπόν, κ. Πρόεδρε, τονίζοντας στο Σώμα ότι η εξωτερική πολιτική της πατρίδας μας, όπως την περιέγραψα, δεν οριοθετεί μια κυβερνητική επιλογή η οποία επιδιώκει απλά τη γενική επιδοκιμασία. Αντίθετα, συγκροτεί τη γραμμή πλεύσης ενός ισχυρού, ενός κυρίαρχου κράτους, που το οδηγεί με ασφάλεια και σιγουριά στον προορισμό του, ιδίως σε συνθήκες οι οποίες γίνονται ολοένα και πιο επικίνδυνες.
Είναι, μάλιστα, μια πολιτική που υπερβαίνει τους εκλογικούς κύκλους, απαιτώντας τη στήριξη όλων όσοι βρίσκονται σε αυτή την αίθουσα, ανεξάρτητα από το κόμμα για το οποίο εξελέγησαν. Οι διαφωνίες γύρω από τα θέματα εσωτερικής επικαιρότητας είναι, θα έλεγα, επιβεβλημένες, είναι θεμιτές. Όταν, όμως, μιλούμε για την ασφάλεια της πατρίδας μας και τη διεθνή της θέση, θα ήταν καλό να μιλούμε με μία φωνή.
Θα ήθελα να θυμίσω απλά στο Σώμα ότι ο Υπουργός Εξωτερικών αναλαμβάνει πρωτοβουλίες και ενημερώνει τα κόμματα, σε τακτά χρονικά διαστήματα, για όλα τα ζητήματα τα οποία αφορούν την εξωτερική πολιτική. Και όταν ζητώ από τον ίδιο ενημέρωση για το τι γίνεται σε αυτές τις συναντήσεις, μου περιγράφει μια πολύ ενδιαφέρουσα εικόνα: ότι πίσω από τις κλειστές πόρτες, όταν δεν υπάρχουν κάμερες και μικρόφωνα, η συμφωνία και η δυνατότητα συγκλίσεων επιτυγχάνεται σε πολύ μεγαλύτερο βαθμό. Και με το που βγαίνετε από τις ενημερώσεις, λέτε συχνά τα ακριβώς ανάποδα.
Σε όσους, λοιπόν, επιμένουν να υπονομεύουν αυτή την αναγκαία ενότητα με συνθήματα και με ανούσια αιτήματα, να θυμίσω τι έλεγε ο Ελευθέριος Βενιζέλος πριν από σχεδόν έναν αιώνα, πρεσβεύοντας ο ίδιος ότι «η εξωτερική πολιτική δεν αποτελεί ζήτημα ευχών, αλλά σταθερού προσανατολισμού». Και αυτόν τον προσανατολισμό καθορίζουν σήμερα ο πατριωτισμός της ευθύνης και η ενεργή διπλωματία του αποτελέσματος.
Σας ευχαριστώ.
Κυριάκος Μητσοτάκης: Τι ανέφερε στη δευτερολογία και τριτολογία του
Στη συνέχεια, ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης ανέφερε: «Επιτρέψτε μου, κα Πρόεδρε, να ξεκινήσω με ένα επί της αρχής θέμα που αφορά τον τρόπο με τον οποίο διεξάγονται αυτές οι συζητήσεις.
Έχουμε πει πολλές φορές -και είχα την εντύπωση ότι είχαμε καταφέρει να επιβάλουμε στους εαυτούς μας ένα πλαίσιο αυτοδέσμευσης- ότι αν θέλουμε να κάνουμε τέτοιες συζητήσεις που να μπορούν και οι πολίτες να τις παρακολουθούν, οφείλουμε στοιχειωδώς να τηρούμε τον χρόνο. Το θεωρώ βαθύτατη περιφρόνηση και προς εμένα αλλά και προς τους συναδέλφους ότι ουσιαστικά όλοι οι αρχηγοί των κομμάτων της αντιπολίτευσης μίλησαν, με την ανοχή του Προεδρείου, ουσιαστικά διπλάσιο χρόνο από αυτόν τον οποίον είχαν. Και δεν είχαν λίγο, είχαν 20 λεπτά.
Αυτή η κατάσταση, κα Πρόεδρε, δεν μπορεί να συνεχιστεί άλλο. Ελπίζω και εύχομαι ο νέος τροποποιημένος Κανονισμός της Βουλής να μπορέσει, επιτέλους, να επιβάλλει αυστηρά περιθώρια χρόνου σε όλους τους ομιλητές, μηδενός εξαιρουμένου, ώστε να μην διαιωνίζεται αυτή η κατάσταση της απόλυτης περιφρόνησης των θεσμών, του κοινοβουλίου, με πρώτη διδάξασα προφανώς την κα Κωνσταντοπούλου. Διότι θα πρέπει να αντιληφθούμε ότι η κοινοβουλευτική δημοκρατία έχει τους κανόνες της και αυτοί θα πρέπει να γίνονται σεβαστοί.
Ένα δεύτερο εισαγωγικό σχόλιο, το οποίο αφορά -θέλω να αναφερθώ εδώ στο κόμμα του ΣΥΡΙΖΑ- σε αυτά τα οποία έγιναν στην αίθουσα στη χθεσινή ονομαστική ψηφοφορία για το εργασιακό νομοσχέδιο. Παρακολουθούσα τη συζήτηση και πραγματικά θα πίστευε κανείς ότι έχει επέλθει ο «εργασιακός μεσαίωνας», ακούγοντας όλα ανεξαιρέτως τα κόμματα της αντιπολίτευσης να στηλιτεύουν εν συνόλω το νομοσχέδιο αυτό. Όταν, όμως, είδαμε τα αποτελέσματα της ονομαστικής ψηφοφορίας, 47 άρθρα, παραπάνω από τα μισά, ψηφίστηκαν από πάνω από 180 βουλευτές.
Και φυσικά ο ΣΥΡΙΖΑ, για να μη βρεθεί στη δύσκολη θέση να αναγκαστεί να καταψηφίσει μια σειρά από άρθρα τα οποία εμφανώς ήταν υπέρ των εργαζομένων, αποχώρησε. Για να μην εκτεθείτε, κ. Φάμελλε, στη βάσανο της ονομαστικής ψηφοφορίας, για να αναδειχθεί περίτρανα η απόλυτη και αφόρητη διγλωσσία και υποκρισία σας και ο τρόπος με τον οποίο φροντίζετε κάθε φορά να διαστρεβλώνετε την πραγματικότητα και να παρουσιάζετε μια άλλη εικόνα για τα νομοσχέδια τα οποία ψηφίζονται σε αυτή την αίθουσα.
Έρχομαι τώρα στο ζήτημα το οποίο μας απασχόλησε σήμερα, αφού δώσω μια απάντηση στην κα Κωνσταντοπούλου. Αναφερθήκατε σε μια δίκη η οποία ξεκίνησε στη Λάρισα χθες και εγκαλέσατε την κυβέρνηση και εμένα προσωπικά να σας απαντήσω για τη στάση κάποιων κατηγορούμενων και τις αποφάσεις του δικαστηρίου. Τα έχετε μπλέξει, κα Κωνσταντοπούλου. Ο δικός σας χώρος, ο ΣΥΡΙΖΑ ήταν αυτός ο οποίος είχε κάνει τη Δικαιοσύνη παραμάγαζο, όπως ομολόγησε ο κ. Κοντονής, με έναν τρόπο πραγματικά σοκαριστικό. Η κυβέρνηση αυτή έχει αποδείξει ότι σέβεται την ανεξαρτησία της Δικαιοσύνης.
Η δίκη των Τεμπών, κόντρα σε όσους έκαναν ό,τι περνούσε από το χέρι τους για να μην ξεκινήσει, προσδιορίστηκε επιτέλους να ξεκινήσει τον Μάρτιο του επόμενου έτους και εκεί πραγματικά πιστεύω, και εγώ και όλοι οι Έλληνες πολίτες, ότι θα αποδοθεί πραγματική δικαιοσύνη. Διότι σε ένα κράτος δικαίου η δικαιοσύνη αποδίδεται στα δικαστήρια, όχι στο πεζοδρόμιο, και όχι πάντως από κατ’ όνομα «εθνικούς εισαγγελείς», οι οποίοι με τη στάση τους περιφρονούν συστηματικά τη Δικαιοσύνη, την ανεξαρτησία της οποίας εμείς έχουμε χρέος να υπερασπιστούμε.
Έρχομαι τώρα στα ζητήματα της σημερινής συζήτησης. Και πρώτα θέλω να σχολιάσω αυτά τα οποία άκουσα από τον κ. Ανδρουλάκη για τη διάσκεψη στο Σαρμ Ελ Σέιχ. Μιλήσατε για «νεκρή φύση», δηλαδή για μία σκηνική παρουσία από ό,τι κατάλαβα, η οποία ενδεχομένως να μην ταίριαζε στην αισθητική σας, ότι πήγαμε μόνο για τη φωτογραφία, ότι ουσιαστικά η παρουσία μας εκεί ήταν περίπου περιττή.
Αναρωτιέμαι, κ. Ανδρουλάκη, εάν δεν είχαμε προσκληθεί, τι ακριβώς θα λέγατε; Ότι «η Ελλάδα περιφρονήθηκε», ότι «η Ελλάδα δεν παίζει κανένα ρόλο», ότι «η Ελλάδα είναι ασήμαντη». Και τώρα που πήγαμε εκεί σας ενόχλησε η σκηνική παρουσία. Δηλαδή, δεν κατάλαβα, αν ήσασταν εσείς στη θέση μου τι θα κάνατε; Θα πιάνατε τον κ. Trump από το πέτο και θα του λέγατε «go back, κ. Trump»; Θα κάνατε κάτι διαφορετικό από αυτό το οποίο έκαναν όλοι οι Ευρωπαίοι ηγέτες οι οποίοι βρέθηκαν εκεί;
Το γεγονός ότι η Ελλάδα ήταν παρούσα σε αυτή τη διάσκεψη είναι, αν μη τι άλλο, μία αναγνώριση ότι η χώρα μας παίζει έναν σημαντικό ρόλο -όχι μόνο σήμερα, αλλά και στην επόμενη μέρα- για την ειρήνευση στη Γάζα, με την ελπίδα ότι πράγματι θα μπορέσουμε να περάσουμε από αυτή την προσωρινή εκεχειρία σε μία μόνιμη ειρήνη, η οποία θα έχει χαρακτηριστικά τέτοια που να επιτρέψει, κα Κωνσταντοπούλου, στον παλαιστινιακό λαό, επιτέλους, να αποκτήσει ένα κράτος το οποίο θα διοικείται από μία παλαιστινιακή οντότητα και το οποίο θα συνυπάρχει δίπλα με το κράτος του Ισραήλ, με ασφάλεια και ειρήνη.
Μου έκανε πολύ εντύπωση ότι κανείς από τους ομιλητές δεν αναφέρθηκε στο γεγονός ότι η γενεσιουργός αιτία αυτής της ανθρωπιστικής καταστροφής η οποία συντελέστηκε στη Γάζα ήταν μία επίθεση η οποία έγινε την 7η Οκτωβρίου 2023, όπου δολοφονήθηκαν στυγνά από τη Χαμάς παραπάνω από 1.200 πολίτες του Ισραήλ. Αυτό δεν υπάρχει για εσάς. Λες και δεν έγινε ποτέ. Δεν αναφέρομαι σε εσάς, αναφέρομαι στην κα Κωνσταντοπούλου.
Και εγώ ο ίδιος επανειλημμένως έχω πει δημόσια και κατ’ ιδίαν, και στον Πρωθυπουργό και στον Πρόεδρο του Ισραήλ, ότι η στρατιωτική αντίδραση του Ισραήλ ξεπέρασε κάθε όριο και ότι αυτή τη στιγμή δεν είναι δυνατόν -και αυτό είπα και στην ομιλία μου- οποιοσδήποτε στρατιωτικός στόχος να δικαιολογεί την απώλεια τόσων αμάχων και δη παιδιών.
Δεν τα έχετε ακούσει ότι τα έχω πει αυτά τόσες φορές; Τόσες φορές τα έχουμε πει αυτά. Τόσες φορές, κα Κωνσταντοπούλου.
Αναφερθήκατε στα παιδιά τα οποία ήρθαν από τη Γάζα, με πολύ ειρωνικό τρόπο για την παράταξη αυτή και με πολύ προσβλητικό τρόπο και με υπονοούμενα και για τον Υπουργό Εξωτερικών. Ξέρετε τι προσπάθεια χρειάστηκε για να βγουν τα παιδιά αυτά από τη Γάζα; Δεν το κάναμε σόου, δεν το κάναμε για όρους επικοινωνίας. Το κάναμε για να βοηθήσουμε κατατρεγμένα παιδιά και αν χρειαστεί θα το ξανακάνουμε.
Όπως στείλαμε αεροπλάνα της Πολεμικής Αεροπορίας να κάνουν ανθρωπιστικές ρίψεις στη Γάζα, σε ένα δύσκολο, ενδεχομένως και επικίνδυνο, πεδίο. Η στάση μας, λοιπόν, στα ζητήματα αυτά είναι απολύτως ξεκάθαρη.
Αλλά αναρωτιέμαι αν εμείς σήμερα είχαμε αναγνωρίσει κράτος της Παλαιστίνης, όπως έχω πει ότι προτιθέμεθα να κάνουμε κάποια στιγμή, όταν κρίνουμε ότι οι συνθήκες είναι κατάλληλες, αυτό θα μας είχε βοηθήσει ή θα δυσχέραινε τον ρόλο μας την επόμενη μέρα; Ως μίας χώρας η οποία μπορεί να έχει, και πρέπει να έχει, μία παρουσία στα τεκταινόμενα αυτής της ειρηνευτικής διαδικασίας.
Η άποψή μου είναι ότι αυτή τη στιγμή, με τη στάση την οποία έχουμε τηρήσει, με την αναγνώριση που έχουμε και από την Παλαιστινιακή Αρχή ότι έχουμε έντιμες σχέσεις και με την Παλαιστινιακή Αρχή και με τον παλαιστινιακό λαό αλλά και με το κράτος του Ισραήλ, η Ελλάδα είναι σωστά τοποθετημένη προκειμένου να μπορέσει την επόμενη μέρα να παίξει έναν ουσιαστικό ρόλο στις ειρηνευτικές διαδικασίες όποτε αυτές…
(Ομιλίες εκτός μικροφώνου)
Η Γαλλία, ναι, αναγνώρισε. Πιστεύετε ότι πραγματικά αυτό έκανε διαφορά; Γιατί η ειρήνη αυτή την οποία πετύχαμε, γιατί μπορεί σε κάποιους αυτό το οποίο θα πω να μην αρέσει, μπορεί το στυλ και ο τρόπος του Προέδρου Trump να ξενίζει, και, κ. Ανδρουλάκη, θα σας συνιστούσα να είστε πιο προσεκτικός όταν χρησιμοποιείτε χαρακτηρισμούς για τον Πρόεδρο Trump. Ο καθένας μπορεί να έχει την άποψή του αλλά είναι ο εκλεγμένος Πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών και οι Ηνωμένες Πολιτείες είναι στρατηγικός εταίρος της πατρίδας μας. Άρα, θα συνιστούσα λίγο περισσότερη προσοχή. Ο καθένας, λοιπόν, μπορεί να έχει την άποψη του για τον τρόπο…
(Ομιλίες εκτός μικροφώνου)
Όχι, κ. Ανδρουλάκη. Είμαι Πρωθυπουργός της Ελλάδος. Αγωνίζομαι να υπερασπίζομαι τα εθνικά συμφέροντα. Και κάνω την Ελλάδα ισχυρή και επενδύω στις Ένοπλες Δυνάμεις. Και φροντίζω αυτή η χώρα να μην είναι πια το «ρεντίκολο» της Ευρώπης, όπως ήταν επί κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ. Στην ελληνική Βουλή σάς λέω αλήθειες που δυστυχώς δεν σας αρέσουν.
(Ομιλίες εκτός μικροφώνου)
Τι είπατε, κ. Φάμελλε; Με ντροπιαστικές εκφράσεις. Γιατί, δεν ήταν η Ελλάδα το «μαύρο πρόβατο» επί ημερών σας; Δεν ήταν περίγελος η Ελλάδα επί των ημερών σας; Δεν μας ξεφτιλίσατε όταν κάνατε το δημοψήφισμα και πήγατε να οδηγήσετε τη χώρα στον γκρεμό; Τα ξεχάσατε όλα αυτά.
Έρχομαι τώρα στα ζητήματα τα οποία αφορούν στις σχέσεις μας με την Τουρκία. «Μεγάλο διπλωματικό επεισόδιο», «οικτρή αποτυχία» το γεγονός ότι αναβλήθηκε, με υπαιτιότητα της Τουρκίας, η συνάντησή μου με τον κ. Erdoğan. Μεγάλη αντάρα σηκώθηκε στην Ελλάδα. Όταν έγινε το ίδιο με την κα Meloni, γιατί δεν υπήρχε αντίδραση της ιταλικής αξιωματικής αντιπολίτευσης;
Πολύ απλά, κ. Ανδρουλάκη, γιατί αυτά στον Οργανισμό Ηνωμένων Εθνών ενίοτε συμβαίνουν. Εγώ δεν μπορώ να γνωρίζω τους λόγους, αν οι λόγοι ήταν πραγματικοί ή προσχηματικοί. Μπορεί να ήταν πραγματικοί, μπορεί να ήταν και προσχηματικοί.
Και πράγματι, ναι, μπορεί η Τουρκία να ενοχλήθηκε από το γεγονός ότι η Ελλάδα έφερε τη Chevron, ότι ολοκλήρωσε τον σχεδιασμό της θαλάσσιας χωροταξίας, ότι έκανε τα Θαλάσσια Πάρκα και αυτή να ήταν η αντίδραση της Τουρκίας, επιλέγοντας εκείνη τη στιγμή να μην συναντηθεί ο Τούρκος Πρόεδρος μαζί μου.
Εξάλλου, ξέρετε, δεν είναι η πρώτη φορά. Θέλω να θυμίσω ότι για τρία χρόνια, όταν δίναμε τη δύσκολη μάχη στον Έβρο και προστατεύαμε τα ελληνικά σύνορα από μία οργανωμένη εισβολή μεταναστών, ο Πρόεδρος Erdoğan έλεγε τότε «ποιος είναι ο Μητσοτάκης, εγώ δεν θέλω να τον συναντήσω». «Μητσοτάκης γιοκ».
Και εγώ έλεγα και τότε, ασχέτως των διαφορών μας, εμείς επιδιώκουμε πάντα τον διάλογο. Το ίδιο λέω και τώρα. Να είστε σίγουρος ότι θα ξανασυναντηθώ με τον κ. Erdoğan. Και όταν συναντηθώ θα πω κατ’ ιδίαν αυτά τα οποία λέω δημόσια, ότι εμείς επιδιώκουμε καλές σχέσεις με την Τουρκία, αλλά αυτή τη στιγμή εάν η Τουρκία φιλοδοξεί να έχει κάποιον ρόλο στην ευρωπαϊκή άμυνα και θέλει να εξασφαλίσει κονδύλια από το μηχανισμό του SAFE, θα πρέπει να γνωρίζει ότι αυτή η επιθυμία της περνάει μέσα από τη σύμφωνη γνώμη της Ελλάδος.
Και αυτό, κ. Ανδρουλάκη, το οποίο εσείς το αμφισβητήσατε όταν έγινε, αποτελεί μία μεγάλη επιτυχία της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής και της διαπραγματευτικής μας ομάδας στις Βρυξέλλες. Δεν ήταν εύκολο να γίνει.
Και ξέρετε πολύ καλά ότι αυτή τη στιγμή, για να πάρει έστω και ένα ευρώ η Τουρκία από το SAFE, απαιτείται συμφωνία της Τουρκίας με την Ευρωπαϊκή Ένωση η οποία απαιτεί ομοφωνία. Το ξέρετε αυτό ή αν δεν το ξέρατε θα έπρεπε να το έχετε μάθει εκ των υστέρων και τουλάχιστον να διορθώσετε τις αρχικές σας δηλώσεις.
Ας αφήσουμε, λοιπόν, τις κορώνες πατριωτισμού και ας σκεφτούμε ότι αυτή η δυνατότητα την οποία έχουμε σήμερα ως χώρα μάς δίνει ένα σημαντικό διαπραγματευτικό όπλο.
Ο σκοπός μας, κ. Ανδρουλάκη, δεν είναι να έρθουμε σε τροχιά ρήξης με την Τουρκία. Ο σκοπός μας είναι να μπορέσουμε να επιβεβαιώσουμε αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, οι οποίες ορίζουν με σαφήνεια ότι η πρόοδος των σχέσεων της Ευρώπης με την Τουρκία εξαρτάται από τον σεβασμό της κυριαρχίας και των κυριαρχικών δικαιωμάτων κρατών μελών και ότι η πρόοδος αυτή μπορεί να είναι σταδιακή και υπό προϋποθέσεις αντιστρέψιμη.
Αυτό το οποίο μας ζητήσατε να κάνουμε, το «νέο Ελσίνκι», το έχουμε ήδη πετύχει σε συμπεράσματα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου. Όλοι γνωρίζουν σήμερα ότι για να έρθει η Τουρκία πιο κοντά στην Ευρώπη θα πρέπει να αλλάξει η στάση της απέναντι στην Ελλάδα και στην Κύπρο. Και μακάρι να το πετύχουμε. Φαντάζομαι ότι αυτό θα θέλαμε τελικά.
Γιατί περιγράψατε το casus belli ωσάν να είναι κάτι περίπου αδιάφορο ή τις «γκρίζες ζώνες» ωσάν να μην είναι ένα ζήτημα το οποίο πρέπει να βάλουμε στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων μετ’ επιτάσεως, διότι ουσιαστικά συνιστούν αμφισβήτηση όχι κυριαρχικών δικαιωμάτων, αλλά ελληνικής κυριαρχίας.
Δεν θέλω να κάνω ιστορικές διαδρομές ούτε θέλω να θυμίσω την Ελλάδα του 1980, τις προνομιακές σχέσεις που είχε τότε η Ελληνική Κυβέρνηση με την παλαιστινιακή ηγεσία, την περιφρόνηση τότε στο Ισραήλ. Θέλω να θυμίσω ότι η Ελλάδα ήταν η τελευταία ευρωπαϊκή χώρα η οποία αναγνώρισε το Ισραήλ, διότι αρνείτο ο Ανδρέας Παπανδρέου να αναγνωρίσει το Ισραήλ. Και η πρώτη απόφαση του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη ήταν να αναγνωρίσει το Ισραήλ και ήμασταν η τελευταία χώρα η οποία αναγνώρισε το Ισραήλ.
Και, εν πάση περιπτώσει, επειδή όλοι θυμόμαστε το τι έχει συμβεί και όλοι έχουμε την ιστορία μας, με τα θετικά μας και με τα αρνητικά μας, εγώ δεν έχω διστάσει να πω δημόσια ότι η είσοδος της Κύπρου στην Ευρωπαϊκή Ένωση, χωρίς να έχει επιλυθεί το Κυπριακό, ήταν μια μεγάλη επιτυχία της Ελλάδος, του Ελληνισμού, της Κύπρου. Και ναι, μία επιτυχία η οποία πιστώνεται στον αείμνηστο Κώστα Σημίτη. Δεν έχω δυσκολία εγώ αυτό να το αναγνωρίσω.
Με την ίδια, όμως, άνεση μπορώ να σας πω ότι, δυστυχώς, το καθεστώς των «γκρίζων ζωνών» στο Αιγαίο παγιώθηκε στα Ίμια τον Ιανουάριο του 1996. Και τα δύο ισχύουν. Όλοι έχουμε την ιστορία μας, θετική και αρνητική. Μην βλέπουμε, λοιπόν, μόνο μία πτυχή.
Η πραγματικότητα, λοιπόν, αυτή τη στιγμή είναι ότι η Τουρκία, εάν θέλει να μπει στο πρόγραμμα SAFE, θα πρέπει να απαλλάξει την Ελλάδα από την απειλή πολέμου και να σταματήσει η διαρκής αμφισβήτηση ελληνικών νησιών στο Αιγαίο, μέσα από την ανυπόστατη θεωρία των «γκρίζων ζωνών». Και αυτό είναι ένα διαπραγματευτικό όπλο το οποίο έχουμε στα χέρια μας.
Και σας διαβεβαιώνω ότι και άλλοι Ευρωπαίοι, και άλλες ευρωπαϊκές χώρες, αντιλαμβάνονται ότι σε αυτή την κρίσιμη γεωπολιτική συγκυρία, το να έρθουν πολύ κοντά στην Τουρκία δεν εξυπηρετεί κατ’ ανάγκη, όχι τα συμφέροντα της Ελλάδος, αλλά τα συμφέροντα της Ευρώπης.
Διότι αν αυτή τη στιγμή θεωρείται η Ρωσία -και δικαιολογημένα, θα έλεγα, για πολλές ευρωπαϊκές χώρες- η νούμερο ένα απειλή, διότι έχει εισβάλλει στην Ουκρανία και απειλεί ευθέως χώρες οι οποίες είναι μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, από τη στιγμή λοιπόν που έχει συμβεί αυτό, πρέπει να γνωρίζουμε ότι πρέπει με κάποιο τρόπο η Ευρώπη να μπορεί να αντιδράσει.
Και η Τουρκία αυτή τη στιγμή είναι μια χώρα η οποία είναι πολύ κοντά στη Ρωσία. Είναι μια χώρα η οποία αγοράζει φυσικό αέριο και πετρέλαιο από τη Ρωσία, είναι μια χώρα η οποία προμηθεύεται πυρηνική τεχνολογία από τη Ρωσία. Άρα, και οι Ευρωπαίοι φίλοι μας θα πρέπει να αντιληφθούν ότι αν θεωρούν τη Ρωσία ως την πρώτη υπαρξιακή απειλή για την ευρωπαϊκή ήπειρο, θα πρέπει να είναι προσεκτικοί όταν προσεγγίζουν μια χώρα η οποία έχει αναλάβει τον ρόλο του «επιτήδειου ουδέτερου». Και αυτό είναι κάτι το οποίο σας διαβεβαιώνω ότι πολλές ευρωπαϊκές χώρες το αντιλαμβάνονται.
Να έρθω λίγο στα ζητήματα της άμυνας και των πρωτοβουλιών που έχουμε αναλάβει προκειμένου να μπορέσουμε να δημιουργήσουμε τις απαραίτητες προϋποθέσεις για τη λεγόμενη ευρωπαϊκή στρατηγική αυτονομία. Θέλω να θυμίσω ότι ήμουν από τους πρώτους ηγέτες ο οποίος μίλησε για την ανάγκη, μαζί με τον Πρόεδρο Macron, η Ευρώπη να αποκτήσει μεγαλύτερη ιδιοκτησία της ευθύνης για τη δική της συλλογική άμυνα.
Και είναι επίσης αλήθεια το γεγονός ότι για πολλές δεκαετίες η Ευρώπη παραμέλησε την άμυνά της. Διότι μετά την πτώση του Τείχους ήταν πολύ εύκολο για πολλές ευρωπαϊκές χώρες να ξοδεύουν λιγότερο από το 1% του ΑΕΠ τους σε αμυντικούς εξοπλισμούς και να δαπανούν τα υπόλοιπα χρήματα σε κοινωνικό κράτος ή σε αυξήσεις μισθών και συντάξεων. Εμείς, όπως ξέρετε, δεν είχαμε ποτέ αυτή την πολυτέλεια, για τους δικούς μας συγκεκριμένους γεωπολιτικούς λόγους.
Τώρα, όμως, έχει έρθει η ώρα που η Ευρώπη επιτέλους αντιλαμβάνεται ότι πρέπει να δει τα ζητήματα της άμυνας μέσα από μια διαφορετική οπτική γωνία. Και η Ελλάδα σε αυτή τη συζήτηση έπαιξε καθοριστικό ρόλο.
Ο πρώτος ο οποίος μίλησε στην Ευρώπη για την ανάγκη δρομολόγησης της περιβόητης ρήτρας διαφυγής ήμουν εγώ. Και η ρήτρα διαφυγής έγινε πράξη. Τι είναι η ρήτρα διαφυγής; Η δυνατότητα να κάνουμε κάποιες επιπρόσθετες αμυντικές δαπάνες οι οποίες δεν προσμετρώνται στην οροφή των δαπανών μας. Άρα, δεν κινδυνεύουμε, εάν αυξήσουμε και άλλο τις αμυντικές μας δαπάνες, να μπούμε σε διαδικασία υπερβολικού ελλείμματος.
Και πρέπει να σας πω ότι η χώρα μας έχει πετύχει κάτι το οποίο είναι πραγματικά αξιοθαύμαστο. Ναι, ξοδεύουμε 3% του ΑΕΠ μας για την άμυνα. Και πολύ καλά κάνουμε, διότι είναι προϋπόθεση για την ελευθερία μας. Αλλά ταυτόχρονα, κα Κωνσταντοπούλου, ξοδεύοντας 3% για την άμυνα η χώρα μπορεί και έχει πρωτογενές πλεόνασμα της τάξης του 2%.
Το μάθημα, λοιπόν, των εξοπλισμών χωρίς δημοσιονομική πειθαρχία…
(Ομιλίες εκτός μικροφώνου)
Άκουσα αυτές τις πολύ ωραίες θεωρίες της αριστεράς, το είπε και ο κ. Φάμελλος. «Η άμυνα», λέει, «της χώρας ξεκινάει από τη διπλωματία». Αλήθεια; Να γίνουμε και εμείς σαν την Κόστα Ρίκα λοιπόν, χωρίς στρατό αλλά να λέμε ότι έχουμε ισχυρή διπλωματία. Η άμυνα της χώρας ξεκινάει από την ισχυρή άμυνα και αυτό είναι αδιαπραγμάτευτη προτεραιότητα αυτής της κυβέρνησης.
Και αν δείτε, για να μην θυμίσω… Τα έχω ξαναπεί, δεν θέλω να θυμίσω στο Σώμα την κατάσταση των Ενόπλων Δυνάμεων την οποία παραλάβαμε τον Ιούλιο του 2019. Ας την αφήσουμε αυτή τη συζήτηση, να μην την κάνουμε, κ. Φάμελλε, δημόσια.
Η Ευρώπη, λοιπόν, σήμερα έχει αντιληφθεί ότι πρέπει να υποστηρίξει τις επενδύσεις στην άμυνα. Και αυτό το κάνει με πολλούς διαφορετικούς τρόπους: με τη ρήτρα διαφυγής, με το εργαλείο SAFE, με την επισημοποίηση ότι θα υπάρχουν ευρωπαϊκά έργα, τα οποία είναι έργα που προστατεύουν όλους τους Ευρωπαίους, όπως μία αντιπυραυλική άμυνα ή μία άμυνα κατά των drones, τα οποία ενδεχομένως -δεν είμαστε εκεί ακόμα, αλλά θα εξακολουθούμε να πιέζουμε γι’ αυτό- να μπορούν να χρηματοδοτηθούν και από ευρωπαϊκούς πόρους.
Αυτό είναι μία κατάκτηση της Ευρώπης και η Ελλάδα έπαιξε πρωταγωνιστικό ρόλο σε αυτή την προσπάθεια. Όπως έπαιξε πρωταγωνιστικό ρόλο, διότι όλα τα ζητήματα συνδέονται, και στο προσφυγικό ζήτημα. Είναι ζήτημα το οποίο έχει μία σημαντική διάσταση εθνικής ασφάλειας. Ήμασταν μόνοι ή από τους λίγους, το 2020, όταν όλοι στην Ευρώπη μιλούσαν για δευτερογενείς ροές και μας πίεζαν για την εφαρμογή του «Δουβλίνου», που λέγαμε ότι μία σωστή μεταναστευτική πολιτική ξεκινά πρώτα και πάνω απ’ όλα από τη φύλαξη των εξωτερικών συνόρων. Το κάναμε πράξη και έγινε ευρωπαϊκή πολιτική.
Κατά τα άλλα, η Ελλάδα δεν έχει, σύμφωνα με αυτά τα οποία λέει η αντιπολίτευση, λόγο, ρόλο και φωνή στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Έχουμε, λοιπόν, σήμερα ένα πολύ θετικό πρώτο κείμενο από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, έναν οδικό χάρτη ο οποίος αναφέρεται συγκεκριμένα σε μία άμυνα 360 μοιρών, ξεχωρίζοντας, προφανώς, τα ανατολικά σύνορα ως σύνορα στα οποία αυτή τη στιγμή υπάρχει μια μεγάλη κρίση, αναγνωρίζοντας όμως ταυτόχρονα ότι όποιες επενδύσεις γίνονται στην ευρωπαϊκή άμυνα πρέπει να αφορούν όλες τις χώρες που βρίσκονται στα εξωτερικά σύνορα και αυτό είναι, προφανώς, κάτι το οποίο η Ελλάδα το χαιρετίζει και φροντίζει να το υποστηρίξει, με έναν τρόπο ο οποίος θα οδηγήσει τελικά και σε συγκεκριμένα αποτελέσματα.
Τέλος, γιατί δεν θέλω να κάνω περισσότερη κατάχρηση του χρόνου και κ. Πρόεδρε -συγγνώμη, δεν ήσασταν εσείς στην έδρα- θέλω να ενημερώσω τους κυρίους συναδέλφους ότι δεν θα μπορέσω να παρακολουθήσω όλη τη συζήτηση, διότι αν είχατε φροντίσει να τηρήσετε τον χρόνο σας θα ήμασταν τώρα δύο ώρες μείον σε σχέση με το πού βρισκόμαστε.
Λοιπόν, από εδώ και στο εξής αν θέλετε πραγματικά να υπάρχει δική μου παρουσία, θα πρέπει να φροντίζετε να τηρείτε τον χρόνο σας. Όχι, δεν έχω καμία υποχρέωση να σας ακούω να μιλάτε τον διπλό χρόνο από αυτόν τον οποίο έχετε. Δεν έχω καμία υποχρέωση να το κάνω. Θα σεβαστείτε εσείς τη Βουλή για να μπορώ και εγώ να σέβομαι εσάς.
Λοιπόν, είπατε κάτι, κ. Ανδρουλάκη…
(Ομιλίες εκτός μικροφώνου)
Ε, πώς δεν φταίτε; Μιλήσατε και εσείς τον διπλάσιο χρόνο.
Λοιπόν, είπατε κάτι το οποίο μου έκανε πολύ εντύπωση, κ. Ανδρουλάκη, και θέλω να κλείσω με αυτό. Είπατε -και θα σας ζητούσα πραγματικά να το ανακαλέσετε διότι δεν είναι σωστό αυτό να λέγεται από έναν Έλληνα πολιτικό αρχηγό- ότι η μεγαλύτερη επιτυχία της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής από τη Μεταπολίτευση και μετά ήταν η είσοδος της Κύπρου στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Όχι, κ. Ανδρουλάκη. Η μεγαλύτερη επιτυχία της χώρας ήταν η είσοδος της Ελλάδος στην ΕΟΚ το 1979. Γιατί κουνάτε το χέρι σας; Δεν συμφωνείτε; Δεν συμφωνείτε με αυτή τη διατύπωση; Η Κύπρος ήταν πιο σημαντική από την Ελλάδα. Να μου το εξηγήσετε παρακαλώ αυτό.
Εκτός αν η ανάγκη σας να επικοινωνείτε με το «όραμα» ή την «παρουσία» του Ανδρέα Παπανδρέου, γιατί βλέπω ότι συνέχεια κάνετε αναφορές στην δεκαετία του ’80, είναι τόσο έντονη που σας θυμίζει…
(Ομιλίες εκτός μικροφώνου)
Όχι, καθόλου, το «ΕΟΚ και ΝΑΤΟ το ίδιο συνδικάτο» ο Ανδρέας Παπανδρέου το έλεγε. Όπως ο Ανδρέας Παπανδρέου πολέμησε λυσσαλέα και καταψήφισε την είσοδο της Ελλάδας στην τότε ΕΟΚ. Καλό είναι να τακτοποιούμε τα της ιστορίας με έναν τρόπο ο οποίος είναι σωστός και αντικειμενικός.
Η μεγαλύτερη εθνική επιτυχία της χώρας, το επαναλαμβάνω, ήταν η είσοδος της πατρίδας μας στην ευρωπαϊκή οικογένεια. Έργο αποκλειστικά και μόνο του Κωνσταντίνου Καραμανλή, για το οποίο πολεμήθηκε λυσσαλέα από όλες τις δυνάμεις της αντιπολίτευσης.
Και καλό είναι, έστω και τώρα, όπως εγώ είχα το θάρρος να πω ότι ήταν μεγάλη επιτυχία του Κώστα Σημίτη η είσοδος της Κύπρου στην Ευρώπη, επιτέλους αυτό να μπορέσετε να το αναγνωρίσετε.
Κλείνω, λοιπόν, κ. Πρόεδρε, εκφράζοντας για ακόμα μία φορά την πίστη μου ότι η Ελλάδα σήμερα έχει τις δυνατότητες να παίξει έναν ουσιαστικό, πρωταγωνιστικό ρόλο στην ασφάλεια της ευρύτερης Ανατολικής Μεσογείου. Είμαστε μία χώρα η οποία έχει ανακτήσει το χαμένο της κύρος. Είμαστε μία χώρα η οποία πατάει καλά στα πόδια της ως προς τα δημόσια οικονομικά, είμαστε μία χώρα της οποίας η φωνή ακούγεται στην Ευρώπη, και στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο αλλά και στα Συμβούλια Υπουργών.
Δεν είμαστε πια μια χώρα επαίτης, όπως δυστυχώς ήμασταν στα χρόνια των τριών μνημονίων. Είμαστε μία χώρα η οποία έχει σημαντικές στρατηγικές συμμαχίες, όχι μόνο με τις Ηνωμένες Πολιτείες αλλά και με όλες τις χώρες του Κόλπου.
Είμαστε μία χώρα η οποία απολαμβάνει σεβασμό. Δεν είμαστε μία υπερδύναμη. Είμαστε μία χώρα μεσαίου μεγέθους, η οποία προσπαθεί να ασκήσει εξωτερική πολιτική με σοβαρότητα, υπευθυνότητα και υπερασπιζόμενη πάντα τα εθνικά συμφέροντα.
Δεν πάσχουμε από κανένα μικρομεγαλισμό. Ξέρουμε τα όριά μας, ξέρουμε τις δυνατότητές μας. Αλλά πράγματι, όταν βλέπω και θυμάμαι παλιές συζητήσεις για την εξωτερική πολιτική, θυμάμαι ότι όταν η εξωτερική πολιτική και όταν οι τοποθετήσεις γύρω από την εξωτερική πολιτική γίνονται με το ένα μάτι στο εσωτερικό ακροατήριο, κατά κανόνα δεν υπηρετούμε τα εθνικά συμφέροντα.
Θα ήταν χρήσιμο, λοιπόν, μέσα από τις τοποθετήσεις σας και μέσα από τις δευτερολογίες σας να δούμε αν υπάρχουν έστω κάποια πεδία στα οποία συμφωνείτε, επιτέλους, με την κυβέρνηση.
Αν θεωρείτε δηλαδή -και να μας το απαντήσετε ευθέως, κ. Ανδρουλάκη- ότι καλώς έγινε η διαπραγμάτευση του SAFE έτσι όπως έγινε, γιατί πράγματι μας δίνει σημαντικά διαπραγματευτικά όπλα.
Εάν συμφωνείτε με το γεγονός ότι η Ελλάδα παίζει έναν σημαντικό ρόλο ως προς την επανεκκίνηση των συνομιλιών για το Κυπριακό.
Εάν πιστεύετε -και θα έπρεπε να τοποθετηθείτε γι’ αυτό- ότι την επόμενη μέρα, εάν μπορέσει να επέλθει μία οριστική ειρήνη στη Γάζα, η Ελλάδα πρέπει να είναι παρούσα -παρούσα, το τονίζω- στη Γάζα με κάποιον τρόπο ο οποίος να σηματοδοτήσει ότι επί του πεδίου εμείς εννοούμε αυτά τα οποία λέμε. Αυτά είναι τα «σκληρά» διλήμματα, ξέρετε, της εξωτερικής πολιτικής.
Φαντάζομαι ότι κανείς κατατρεγμένος Παλαιστίνιος δεν θέλει ή δεν θα μπορεί να ζήσει σε αυτόν τον έρημο τόπο έτσι όπως, δυστυχώς, τον έχουν μετατρέψει οι ισραηλινοί βομβαρδισμοί. Και αν, ναι, αυτό σημαίνει ρόλο της Ελλάδος στην ανοικοδόμηση της Γάζας, καλώς το σημαίνει. Γιατί δεν βλέπω να υπάρχει κάποιο πρόβλημα σε αυτό, εκτός αν θέλετε οι άνθρωποι αυτοί να μείνουν στις σκηνές μέσα στα ερείπια.
Η Ελλάδα λοιπόν θα εξακολουθεί να ασκεί…
(Ομιλίες εκτός μικροφώνου)
Λυπάμαι πραγματικά για το επίπεδο κάποιων από αυτά τα οποία ακούστηκαν σε αυτή την αίθουσα, αλλά επειδή πιστεύω ότι οι πολίτες έχουν κρίση, θα μπορούν να ξεχωρίσουν ποιοι είναι αυτοί που μπορούν πραγματικά με σοβαρότητα να διαχειριστούν κρίσιμα ζητήματα και να κρατήσουν το τιμόνι της χώρας σταθερό και ασφαλές σε αυτούς τους ταραγμένους καιρούς.
Σας ευχαριστώ».
Τριτολογία του Πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη
Να σας δώσω δύο σύντομες απαντήσεις, γιατί θέσατε μία σειρά από ερωτήματα τα οποία νομίζω ότι μπορούν να απαντηθούν πολύ γρήγορα. Η Ελλάδα δεν πρόκειται να στείλει στρατό στην Ουκρανία και σας διαβεβαιώνω ότι η πρώτη αποστολή της νέας φρεγάτας Belh@rra δεν πρόκειται να είναι στον Ειρηνικό.
Και βέβαια, μιας και αναφερθήκατε στο ζήτημα των εξορύξεων και του προσδιορισμού των βυθοτεμαχίων προς εκμετάλλευση και αναφερθήκατε στη στάση της Λιβύης, θέλω να σας ενημερώσω ότι, μέχρι σήμερα τουλάχιστον, η Λιβύη έμπρακτα δεν έχει αμφισβητήσει, στο ζήτημα του καθορισμού θαλάσσιων οικοπέδων προς αξιοποίηση, τη μέση γραμμή.
Αυτό είναι κάτι το οποίο εκλαμβάνω ως θετικό και ενδεχομένως να είναι και η βάση, κ. Κουτσούμπα, για μία οριοθέτηση θαλασσίων ζωνών και ΑΟΖ με τη Λιβύη, διότι εμείς έχουμε αντικείμενες ακτές, η Τουρκία δεν έχει κανένα ρόλο και λόγο να καθορίζει θαλάσσιες ζώνες με τη Λιβύη. Το μνημόνιο αυτό δεν είναι απλά ανυπόστατο και παράνομο, είναι και γεωγραφικά παράλογο, διότι ουσιαστικά τραβιέται μια διαγώνιος γραμμή, σε πλήρη παραβίαση του Διεθνούς Δικαίου.
Έρχομαι τώρα σε μια σειρά από ζητήματα, τα οποία έθεσε ο κ. Ανδρουλάκης. Ξέρετε, είναι πάντα, κ. Ανδρουλάκη, λίγο άχαρη αυτή η συζήτηση γύρω από την ιστορία των τελευταίων δεκαετιών.
Δεν είναι εδώ ο κ. Γιώργος Παπανδρέου. Πάντως ήταν στην αίθουσα την ώρα που λέγατε ότι «η Ελλάδα χρεοκόπησε επί εποχής Νέας Δημοκρατίας», όταν η ιστορία έγραψε ότι η Ελλάδα χρεοκόπησε και «έσκασε» στα χέρια του Γιώργου Παπανδρέου.
Αυτή είναι η καταγεγραμμένη αλήθεια και ένας βασικός λόγος που φτάσαμε εκεί ήταν γιατί το 2009, σε πραγματικά δύσκολες δημοσιονομικές συνθήκες, αντί η χώρα να ανασκουμπωθεί αμέσως, εσείς τάζατε παροχές, μοιράσατε 2 δισεκατομμύρια τον Δεκέμβριο του 2009, για να είστε συνεπείς με το σύνθημα «λεφτά υπάρχουν» και μετά η χώρα «έσκασε» στα χέρια σας.
Αυτή είναι η ιστορική αλήθεια, η οποία δεν νομίζω ότι μπορεί σε καμία περίπτωση να αμφισβητηθεί. Αλλά ας το αφήσουμε αυτό, γιατί ξέρω ότι επί της ουσίας έχουμε διαφορετικές απόψεις. Είμαι σίγουρος ότι δεν θα σας πείσω, όπως δεν νομίζω ότι θα πείσετε και εσείς εμένα, αλλά πιστεύω ότι οι πολίτες σταδιακά βγάζουν τα συμπεράσματά τους για το πώς πρέπει να κατανείμουν τις ευθύνες για αυτή την εξαιρετικά επώδυνη περίοδο.
Να τοποθετηθώ λίγο για το καλώδιο, στο οποίο αναφέρθηκαν ο κ. Ανδρουλάκης και ο κ. Φάμελλος. Να επαναλάβω αυτά τα οποία έχω πει πολλές φορές δημόσια: η ηλεκτρική διασύνδεση Ελλάδος και Κύπρου είναι ένα πολύ σημαντικό έργο πρωτίστως για την Κύπρο. Έχει τη σημασία του και για την Ελλάδα, αλλά δεν είναι καθοριστικής σημασίας για την Ελλάδα, όπως αναφερθήκατε εσείς. Είναι καθοριστικής σημασίας για τον Ελληνισμό, για την Κύπρο, της οποίας έχει τη δυνατότητα το έργο αυτό να άρει, ουσιαστικά, την ενεργειακή απομόνωση.
Όμως, η αλήθεια είναι επίσης ότι τους τελευταίους μήνες τέθηκαν από κυπριακής πλευράς ζητήματα τα οποία αφορούν την οικονομοτεχνική βιωσιμότητα του έργου. Τέθηκαν δημόσια αυτά, δεν σας λέω κάτι το οποίο δεν το γνωρίζετε.
Και, σε απόλυτη συνεννόηση με τον Πρόεδρο της Κυπριακής Δημοκρατίας, έχουμε χαράξει έναν οδικό χάρτη για το πώς θα μπορούν να ξεπεραστούν αυτά τα εμπόδια. Διότι, όπως καταλαβαίνετε, όταν εγείρονται τέτοια ζητήματα, και ο φορέας του έργου, ο ΑΔΜΗΕ, θα πρέπει να απαντήσει σε κάποιες ερωτήσεις. Είναι εισηγμένη εταιρεία στο Χρηματιστήριο, δεν γίνεται αυτή τη στιγμή να χρηματοδοτείται ένα έργο το οποίο μπορεί κάποιοι να πιστεύουν ότι δεν είναι οικονομικά, το τονίζω, βιώσιμο.
Αυτές, λοιπόν, είναι εκκρεμότητες οι οποίες πρέπει πρώτα να επιλυθούν -είναι κάτι το οποίο το αναγνωρίζει και η Κύπρος- για να μπορούμε να προχωρήσουμε στα επόμενα βήματα.
Έρχομαι τώρα στο ζήτημα της αναγνώρισης του παλαιστινιακού κράτους. Εδώ καταλαβαίνω -και νομίζω ότι είναι απολύτως θεμιτό- ότι μπορεί να υπάρχουν διαφορετικές απόψεις. Έχετε την άποψή σας. Υπάρχουν επιχειρήματα υπέρ της αναγνώρισης του παλαιστινιακού κράτους τώρα, το έκαναν κάποιες ευρωπαϊκές χώρες. Κάποιες άλλες μεγάλες ευρωπαϊκές χώρες συντάχθηκαν και με τη δική μας γραμμή ή εμείς συνταχθήκαμε με τη δική τους, δείτε το όπως θέλετε, και επιλέξαμε αυτή τη στιγμή να μην προχωρήσουμε ακόμα στην αναγνώριση του παλαιστινιακού κράτους.
Διότι, επαναλαμβάνω ότι αυτή τη στιγμή η Ελλάδα έχει μία στρατηγική σχέση με το Ισραήλ, όχι με την κυβέρνηση Netanyahu, το τονίζω, με το Ισραήλ. Έχω υπάρξει πολύ επικριτικός με την κυβέρνηση Netanyahu και με τον ίδιο τον Ισραηλινό Πρωθυπουργό για τον τρόπο με τον οποίο χειρίστηκε την απαράδεκτη κλιμάκωση των πολεμικών επιχειρήσεων στη Γάζα. Το ξαναλέω για ακόμα μία φορά, εάν δεν το έχετε ακούσει.
Κρίνω, όμως, και αυτή είναι η θέση της Ελληνικής Κυβέρνησης, ότι σε αυτή τη συγκυρία η αναγνώριση του παλαιστινιακού κράτους τώρα και όχι σε κάποιο διάστημα από τώρα, όταν ακόμα οι συνθήκες είναι ανώριμες, όταν δεν έχει ακόμα εξυγιανθεί η Παλαιστινιακή Αρχή, που είναι απαραίτητη προϋπόθεση για να μπορούμε να έχουμε κάποιον συνομιλητή, δεν θα προωθούσε τα ελληνικά εθνικά συμφέροντα.
Αντίθετα, η μη αναγνώριση αυτή τη στιγμή μας δίνει τη δυνατότητα να είμαστε αξιόπιστοι συνομιλητές και της παλαιστινιακής πλευράς και της ισραηλινής πλευράς.
Και βέβαια, αυτό δεν σημαίνει, κ. Ανδρουλάκη, ότι δεν θα στηλιτεύσουμε πρακτικές της ισραηλινής κυβέρνησης, παραδείγματος χάρη αυτό το οποίο γίνεται στην Δυτική Όχθη, η επέκταση των εποικισμών. Όλα αυτά είναι ζητήματα τα οποία και δια του Υπουργού Εξωτερικών έχουν στηλιτευθεί από την Ελληνική Κυβέρνηση.
Αλλά πρέπει να αντιληφθείτε ότι η στρατηγική σχέση Ελλάδος και Ισραήλ είναι μία σχέση η οποία είναι πέρα και πάνω από την εκάστοτε κυβέρνηση. Και αυτή η σχέση πρέπει να προστατευθεί. Και κρίνουμε ότι αυτή τη στιγμή αυτή είναι η σωστή επιλογή.
Μπορώ, όμως, να καταλάβω ότι εδώ μπορούμε να έχουμε ενδεχομένως μία διαφορετική ματιά. Εγώ προσπαθώ και εξηγώ γιατί θεωρώ ότι αυτή η θέση…
(Ομιλίες εκτός μικροφώνου)
Βεβαίως, έχω άποψη για τους εποικισμούς. Είναι παράνομη και καταδικαστέα η επέκταση των εποικισμών. Το έχω πει πολλές φορές, το επαναλαμβάνω και τώρα. Βεβαίως έχω ισχυρή άποψη για το ζήτημα αυτό και έχει εκφραστεί και από το Υπουργείο Εξωτερικών.
Έρχομαι τώρα στα ζητήματα τα οποία αφορούν το Εθνικό Συμβούλιο Εξωτερικής Πολιτικής. Κύριε Ανδρουλάκη, κ. Φάμελλε, ας μην κοροϊδευόμαστε, πίσω από κλειστές πόρτες είναι τελείως διαφορετική η χροιά του πολιτικού λόγου σε σχέση με τον δημόσιο διάλογο, έτσι όπως εκφράζεται στη Βουλή ή στα τηλεοπτικά παράθυρα.
Το ξέρετε πολύ καλά ότι αυτό είναι απολύτως ακριβές και ότι πράγματι στα πλαίσια του ΕΣΕΠ θα μπορούσαμε να καταλήγαμε σε περισσότερες συγκλίσεις, όπως θα μπορούσαμε να καταλήγαμε και σε περισσότερες συγκλίσεις στις κατ’ ιδίαν συζητήσεις μας. Αλλά, δυστυχώς, ο δημόσιος λόγος και ο δημόσιος διάλογος δεν υπηρετεί πάντα αυτή τη σκοπιμότητα. Αυτό είπα ακριβώς. Αυτό είπα και αυτό επαναλαμβάνω και τώρα.
(Ομιλίες εκτός μικροφώνου)
Αυτό εννοώ. Όταν είστε μέσα, πίσω από κλειστές… Όχι, μην βάζετε λόγια στο στόμα μου. Δεν είπα αυτό. Είπα ότι άλλα λέτε μέσα και άλλα λέτε έξω. Εάν θέλετε, λοιπόν, να το επαναδιατυπώσω, για να είμαι πιο ακριβής, κρατήστε αυτή τη διατύπωση: ότι είναι τελείως διαφορετική η προσέγγιση και η αντιμετώπιση και η διάθεση συγκλίσεων στο ΕΣΕΠ απ’ ό,τι είναι στο κοινοβούλιο. Και σε αυτό τώρα ξέρετε πολύ καλά ότι αυτή είναι η αλήθεια.
Διότι, δυστυχώς, σε αυτό το κλίμα τοξικότητας και η εξωτερική πολιτική έχει μπει μέσα στο γενικότερο «μπλέντερ», ότι πρέπει ό,τι και να κάνει η κυβέρνηση να είναι στραβό, κακό και ανάποδο.
Αναρωτιέμαι πραγματικά… Συγγνώμη, κ. Φάμελλε: ποιος επέκτεινε τα χωρικά ύδατα στο Ιόνιο στα 12 ναυτικά μίλια; Ποιος έκανε ΑΟΖ με την Ιταλία; Ποιος έκανε ΑΟΖ με την Αίγυπτο; Ποιος έκανε τον Εθνικό Χωροταξικό Σχεδιασμό; Ποιος έκανε τα Θαλάσσια Πάρκα; Ποιος αγόρασε τις Belh@rra; Ποιος αγόρασε τα Rafale; Όλα αυτά για εσάς είναι ασήμαντα; Η Ελλάδα…
(Ομιλίες εκτός μικροφώνου)
Δεν θα απαντήσω, κα Κωνσταντοπούλου. Δεν νομίζω ότι θα με παρασύρετε στο να μπούμε σε μία τέτοιου είδους αντιπαράθεση.
Δύο τελικές, καταληκτικές παρατηρήσεις που αφορούν στον ΣΥΡΙΖΑ. Κύριε Φάμελλε, εσείς που ασκήσατε τόσο «ενεργή» εξωτερική πολιτική και νοιαζόσασταν ιστορικά -η αριστερά, έτσι δεν είναι; Πολύ πιο ταυτισμένη με τον Παλαιστινιακό αγώνα, έτσι δεν είναι; Από τις καταβολές της αριστεράς- γιατί δεν αναγνωρίσατε εσείς το κράτος της Παλαιστίνης 4,5 χρόνια που ήσασταν στην κυβέρνηση; Γιατί; Σας ρωτώ. Γιατί δεν αναγνωρίσατε εσείς;
Γιατί και εσείς γνωρίζατε πολύ καλά ότι μία τέτοια αναγνώριση -και θα το κάνατε, θα μπορούσατε να το κάνετε σε συνθήκες πολύ λιγότερης έντασης απ’ ό,τι τώρα-, γιατί και εσείς αναγνωρίζατε ότι η στρατηγική σχέση με το Ισραήλ θα είχε υποστεί ένα πολύ μεγάλο πλήγμα αν προχωρούσατε σε αυτή την απόφαση.
(Ομιλίες εκτός μικροφώνου)
Ναι, αλλά εσείς ήσασταν πάντα φιλοπαλαιστίνιοι, εσείς γαλουχηθήκατε μέσα από το «Free Palestine», έτσι δεν είναι; Αλλά 4,5 χρόνια δεν αναγνωρίσατε, δεν είπατε κουβέντα για το ζήτημα αυτό. Είδατε πώς η πραγματικότητα μερικές φορές μας επιβάλλει…
(Ομιλίες εκτός μικροφώνου)
Δεν προλάβατε, έτσι δεν είναι; 4,5 χρόνια δεν προλάβατε ούτε αυτό.
Αλλά επιτρέψτε μου μία καταληκτική παρατήρηση, με μία πολιτική χροιά. Καταρχάς, άκουσα να λέτε και εσείς και ο κ. Ανδρουλάκης ότι έχει «κατασκηνώσει» στην Ελλάδα η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία. Και θέλω να σας παραπέμψω στις δηλώσεις τις οποίες έκανε η Ευρωπαία Εισαγγελέας όταν ήρθε στην πατρίδα μας και είπε ορισμένα πολύ προφανή πράγματα: ότι διαφθορά υπάρχει παντού, ότι δεν επιτρέπεται υποθέσεις οι οποίες ερευνώνται από τη Δικαιοσύνη να τύχουν αντικείμενο κομματικής αντιπαράθεσης. Και βέβαια, να σας θυμίσω, κ. Ανδρουλάκη, εσείς που…
(Ομιλίες εκτός μικροφώνου)
Ξέρετε κ. Φάμελλε, έχουμε μία Εξεταστική, η οποία…
(Ομιλίες εκτός μικροφώνου)
Λοιπόν, επιτρέψτε μου να σας απαντήσω. Θα έρθει στην Εξεταστική όποιος θέλετε: και ο «κ. Φραπές», και ο «κ. Χασάπης» και ο «κ. Μανάβης» και ο κ. Μυλωνάκης και όποιος θέλετε. Εμείς δεν θα σταθούμε εμπόδιο.
(Ομιλίες εκτός μικροφώνου)
Τώρα, όμως, κ. Φάμελλε και κ. Ανδρουλάκη, που αρχίζουμε και πηγαίνουμε πιο πίσω και διαπιστώνουμε τελικά, μέσα από τη σοβαρή δουλειά που γίνεται στην Εξεταστική, ότι τελικά αυτό το σκάνδαλο ή αυτό το μεγάλο πρόβλημα της διαχείρισης των ευρωπαϊκών πόρων δεν ήταν αποκλειστικό πρόβλημα αυτής της κυβέρνησης, αλλά είχε έντονα διαχρονικά χαρακτηριστικά, τώρα αρχίζουν και σας δημιουργούν κάποια προβλήματα τα ζητήματα τα οποία προκύπτουν στην Εξεταστική.
Γιατί πιστεύετε εσείς πράγματι, κ. Ανδρουλάκη, ότι αυτό το ζήτημα αφορά μόνο τα στελέχη της Νέας Δημοκρατίας και ότι όλα τα στελέχη του ΠΑΣΟΚ, ειδικά στην Κρήτη, ουδέποτε είχαν καμία ανάμειξη σε καμία παράνομη επιδότηση. Έτσι δεν είναι; Αυτό δεν εννοείτε;
Ας έρθουν, λοιπόν, όλοι στην Εξεταστική, η κυβέρνηση δεν θα σταθεί εμπόδιο σε κανέναν.
Κύριε Φάμελλε, να τελειώσω με μια πολιτική παρατήρηση. Μου κάνει εντύπωση, θα πίστευα ότι θα έπρεπε σταδιακά να αναπροσαρμόσετε τη στάση σας για την περίοδο 2015-2019.
Διότι πραγματικά μου γεννά ένα ερώτημα: με πολύ μεγάλο ενθουσιασμό υπερασπίζεστε μια πολιτική ενός Πρωθυπουργού ο οποίος σηκώθηκε και σας άφησε στα κρύα του λουτρού και έφυγε από το κόμμα σας. Και τώρα κοιτάζεστε και λέτε «τι ακριβώς έχει γίνει;». «Θα πάμε εμείς με τον κ. Τσίπρα όταν φτιάξει κόμμα;», «μήπως μείνουμε μόνοι μας και τελικά μας πάρει όλο το κόμμα ο κ. Τσίπρας;». Και βρίσκεστε σε αυτή την κατάσταση…
(Ομιλίες εκτός μικροφώνου)
Καταλαβαίνω, μην εκνευρίζεστε. Και βρίσκεστε σε αυτή την παράξενη κατάσταση να κινδυνεύει η είσοδος του παλιού ΣΥΡΙΖΑ στην ίδια τη Βουλή και να σκέφτεστε τη δική σας υστεροφημία. Οπότε θα σας ζητούσα, κ. Φάμελλε… Καταλαβαίνω ότι σας εκνευρίζουν αυτά τα οποία λέω. Ίσως θα πρέπει…
(Ομιλίες εκτός μικροφώνου)
Με πολλή σοβαρότητα μιλάω, κυρία μου.
Αλλά νομίζω ότι είναι ένα ζήτημα προς συζήτηση όταν ο τέως Πρωθυπουργός εγκαταλείπει το κόμμα του και εσείς δεν έχετε να πείτε τίποτα και εξακολουθείτε να υπερασπίζετε την πολιτική του. Αλλά αυτό, εν πάση περιπτώσει, είναι δικό σας θέμα, εσωτερικό, θα το λύσετε εσείς στις δικές σας εσωτερικές αναζητήσεις της αριστεράς.
Σας ευχαριστώ.
Ακολούθησε το debater.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις