
Η υπεριδρωσία επηρεάζει έως και το 3% του πληθυσμού και οι επιπλοκές σπάνια είναι σοβαρές. Ωστόσο, η υπερβολική εφίδρωση επηρεάζει σημαντικά την καθημερινότητα κάθε πάσχοντα, προκαλώντας αδυναμία εκτέλεσης ακόμα και απλών δραστηριοτήτων, όπως η οδήγηση.
Έχει επίσης ψυχολογικές, κοινωνικές και ιατρικές επιπτώσεις. Σε αυτές περιλαμβάνονται μεταξύ άλλων και δερματικά προβλήματα, όπως οι βακτηριακές, μυκητιασικές και ιογενείς λοιμώξεις. Ευτυχώς, οι υπάρχουσες θεραπείες μπορούν να απαλλάξουν τους πάσχοντες από τις ποικίλες συνέπειες και να βελτιώσουν την ποιότητα ζωής τους, η οποία πλήττεται έντονα.
«Η εφίδρωση είναι μια σωματική λειτουργία που βοηθά στη ρύθμιση της θερμοκρασίας του σώματος. Τη λειτουργία της ελέγχει το αυτόνομο νευρικό σύστημα, το οποίο είναι μέρος του νευρικού συστήματος που λειτουργεί χωρίς τον συνειδητό έλεγχο του ατόμου», εξηγεί ο Δερματολόγος – Αφροδισιολόγος δρ Χρήστος Στάμου.
«Η έκκριση του ιδρώτα γίνεται από τους τρία εκατομμύρια ιδρωτοποιούς αδένες, που υπάρχουν στο σώμα. Από τους εκκρινείς ιδρωτοποιούς αδένες που βρίσκονται σε όλο το σώμα παράγεται άοσμος ιδρώτας ενώ από τους αποκρινείς που βρίσκονται στο κεφάλι, τις μασχάλες και τη βουβωνική χώρα ένας βαρύτερος λιπαρός ιδρώτας που όταν αναμιγνύεται με τα βακτήρια του δέρματος παράγει τη χαρακτηριστική οσμή. Οι πιο συνηθισμένες περιοχές εφίδρωσης είναι οι μασχάλες, το πρόσωπο, οι παλάμες και τα πέλματα.
Η παραγωγή ιδρώτα αυξάνεται φυσιολογικά όταν σημειώνονται αλλαγές στη θερμοκρασία του σώματος, π.χ. λόγω πυρετού ή βρώσης καυτερών τροφίμων, στην εξωτερική θερμοκρασία ή στη συναισθηματική κατάσταση του ανθρώπου, π.χ. όταν θυμώνει, φοβάται, ντρέπεται ή αγχώνεται. Ένα μικρό ποσοστό ατόμων παράγουν λιγότερη ποσότητα ιδρώτα από αυτήν που χρειάζονται και άλλα υπερβολική. Και οι δύο διαταραχές μπορούν να προκαλέσουν προβλήματα», προσθέτει.
Η υπεριδρωσία είναι μια διαταραχή που προκαλεί δυσανάλογη με τις ομοιοστατικές απαιτήσεις της θερμοκρασίας του σώματος εφίδρωση. Σε κάποιους ανθρώπους προκαλείται από υπερδραστηριότητα των αδένων, συχνά λόγω κληρονομικότητας, και σε άλλους σε υποκείμενη πάθηση, όπως λοίμωξη, διαβήτη, προβλήματα θυρεοειδούς, διαταραχές του νευρικού συστήματος, καρκίνο, καταστάσεις όπως η εμμηνόπαυση κ.ά. ή από φάρμακα, π.χ. αντιπυρετικά.
Η διαταραχή αυτή έχει αρνητικό σωματικό αντίκτυπο στους ασθενείς, αφού επηρεάζει δραστηριότητες, όπως η ένδυση, η υγιεινή και οι δουλειές. Καθημερινές δραστηριότητες, όπως τα ψώνια, αποφεύγονται ή περιορίζονται λόγω του άγχους και της αμηχανίας που προκαλεί ο ιδρώτας. Χειρωνακτικές δραστηριότητες και ο χειρισμός αντικειμένων όπως οι βελόνες ραψίματος, το τιμόνι του αυτοκινήτου είναι συχνά αδύνατες.
Η υπερβολική εφίδρωση καθιστά δυσκολότερο το άνοιγμα θυρών, την αθλητική ενασχόληση και αυξάνει τον κίνδυνο ηλεκτροπληξίας σε επαγγελματίες. Υπονομεύει δε τη χρήση ανοιχτών ψηλών υποδημάτων, καθώς αυξάνει την πιθανότητα τραυματισμών όπως το διάστρεμμα.
Οι ασθενείς καταπονούνται ψυχολογικά καθώς παλεύουν με το άγχος και την κατάθλιψη. Η υπερίδρωση μπορεί να οδηγήσει σε αμηχανία, άγχος, θλίψη, θυμό και αισθήματα απελπισίας. Ο ψυχολογικός αντίκτυπος μπορεί να είναι ίσος ή μεγαλύτερος με αυτόν άλλων φλεγμονωδών δερματικών παθήσεων, συμπεριλαμβανομένης της ψωρίασης και της ακμής.
Το 75% των ασθενών αναφέρουν ότι υπάρχει έκπτωση στην κοινωνική τους ζωή, καθώς και στη συναισθηματική και ψυχική τους υγεία. Δυσκολεύονται να έχουν σωματικές επαφές, που περιλαμβάνουν την απλή χειραψία έως τις σεξουαλικές σχέσεις. Επιπλέον έχουν χαμηλή αυτοεκτίμηση από την ανησυχία για την αντίληψη των άλλων για αυτούς. Λόγω των συμπτωμάτων τους συχνά αποφεύγουν τις κοινωνικές συγκεντρώσεις, υπονομεύοντας έτσι τη σταδιοδρομία και την ερωτική τους ζωή. Έχει αποδειχθεί επίσης ότι επηρεάζει την ψυχοκοινωνική ανάπτυξη των παιδιών και των εφήβων.
Πέρα όμως από τις κοινωνικές και συναισθηματικές επιπτώσεις, η υπερβολική εφίδρωση προκαλεί και δερματικά προβλήματα, διότι δημιουργεί ένα περιβάλλον υγρό που οδηγεί σε διαταραχή του δερματικού φραγμού, ευνοώντας τον αποικισμό και τη μόλυνση.
Πιο συγκεκριμένα το δέρμα καθίσταται πιο ευάλωτο σε:
Μυκητιασική δερματική λοίμωξη στη βουβωνική χώρα (tinea cruris) – που προσβάλλει το γεννητικό, ηβικό, περινεϊκό και περιπρωκτικό δέρμα και προκαλείται από παθογόνους μύκητες γνωστούς ως δερματόφυτα.
Πόδι του αθλητή (tinea pedis) – μια μυκητιασική λοίμωξη των ποδιών, η οποία συχνά ξεκινά ανάμεσα στα δάχτυλα, όπου η υπερβολική εφίδρωση είναι εντονότερη.
Ονυχομυκητίαση – διότι οι μύκητες ευδοκιμούν σε υγρά περιβάλλοντα και μπορούν να προσβάλλουν τόσο να νύχια των ποδιών όσο και των χεριών των ασθενών με τοπική υπεριδρωσία.
Κονδυλώματα και βακτηριακές λοιμώξεις – αφού η διατάραξη της συνέχειας του δέρματος από την έντονη εφίδρωση επιτρέπει την προσβολή από βακτήρια και ιούς, συμπεριλαμβανομένων των κονδυλωμάτων.
Έκζεμα – η υπερβολική εφίδρωση των χεριών μπορεί επίσης να προκαλέσει πόνο, σκασμένο δέρμα και έκζεμα στους ανθρώπους με τοπική αλλά όχι με γενικευμένη υπεριδρωσία.
Βρωμιδρωσία – γιατί οι ουσίες που δημιουργούν τα βακτήρια του δέρματος όταν έρχονται σε επαφή με το λιπαρό υγρό που εκκρίνουν οι αποκρινείς αδένες προκαλούν εξαιρετικά δυσάρεστη οσμή στις περιοχές της μασχάλης και των γεννητικών οργάνων ορισμένων ανθρώπων.
Προσαρμογές στον τρόπο ζωής μπορούν να μειώσουν την ποσότητα του ιδρώτα, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι εάν τις υιοθετήσουν οι πάσχοντες θα ιδρώνουν σε φυσιολογικό βαθμό.
Η επιλογή ελαφρύτερων ρούχων που επιτρέπουν στο δέρμα να αναπνέει, η εφαρμογή αντιιδρωτικού στις μασχάλες ή αποσμητικού για τη μείωση της οσμής, η εξαίρεση των καυτερών τροφών από τη διατροφή και η αντιμετώπιση παθήσεων που προκαλούν εφίδρωση περιορίζουν, σε μικρό βαθμό όμως, το πρόβλημα.
Εάν αυτά δεν βοηθήσουν, υπάρχουν θεραπείες που μπορούν να ελέγξουν την πάθηση. Εξειδικευμένες φαρμακευτικές αγωγές μπορούν να εμποδίσουν τη διέγερση των ιδρωτοποιών αδένων, αλλά όπως όλα τα φάρμακα είναι πιθανόν να προκαλέσουν παρενέργειες και δεν είναι κατάλληλα για όλους.
Η ιοντοφόρηση είναι μια διαδικασία που χρησιμοποιεί ηλεκτρικό ρεύμα για να απενεργοποιήσει προσωρινά τον ιδρωτοποιό αδένα και είναι πιο αποτελεσματική για την εφίδρωση των χεριών και των ποδιών. Οι παρενέργειες, αν και σπάνιες, περιλαμβάνουν σκάσιμο του δέρματος και φουσκάλες.
Η βοτουλινική τοξίνη (botox) χρησιμοποιείται για τη θεραπεία της σοβαρής εφίδρωσης στις μασχάλες, τις παλάμες και τις πελματιαίες περιοχές του ποδιού. Όταν εγχέεται στη μασχάλη μπλοκάρει προσωρινά τα νεύρα που διεγείρουν την εφίδρωση. Οι παρενέργειες περιλαμβάνουν ήπιο πόνο στο σημείο της έγχυσης.
Όταν οι θεραπείες αυτές δεν μειώνουν το πρόβλημα, συστήνεται μια ελάχιστα επεμβατική χειρουργική επέμβαση που ονομάζεται συμπαθεκτομή.
«Η καλύτερη θεραπευτική προσέγγιση εξαρτάται από τις συγκεκριμένες ανάγκες του ατόμου και τη σοβαρότητα της κατάστασής του. Η σωστή διάγνωση βοηθά στον καθορισμό του καταλληλότερου θεραπευτικού σχεδίου και ξεκινά από την αιτία που την προκαλεί. Εάν δεν οφείλεται σε κάποια πάθηση, τότε μόνο η θεραπεία επικεντρώνεται στον έλεγχο της παραγωγής ιδρώτα», καταλήγει ο δρ Στάμου.
Ακολούθησε το debater.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις