Καταρράκτης και καλοκαίρι: Πώς επηρεάζεται η όραση;

Καταρράκτης και καλοκαίρι: Πώς επηρεάζεται η όραση;

Το καλοκαίρι είναι συνυφασμένο με τις διακοπές και πολλές δραστηριότητες σε υπαίθριους χώρους, σε θάλασσα και βουνό.

Ο καταρράκτης είναι η συχνότερη αιτία μείωσης της όρασης μετά την ηλικία των 55 ετών. Αναπτύσσεται σταδιακά, όταν διασπαστούν οι πρωτεΐνες από τις οποίες αποτελείται ο φυσικός, κρυσταλλοειδής φακός του ματιού. Καθώς ο φακός γίνεται ολοένα πιο αδιαφανής, παρεμποδίζει την είσοδο του φωτός στον οφθαλμό και την εστίασή του με ακρίβεια στο οπίσθιο τμήμα του (τον αμφιβληστροειδή χιτώνα). Η συνέπεια είναι θολή όραση, «ξεθωριασμένα» χρώματα, διπλωπία (ο πάσχων βλέπει διπλά είδωλα) και δυσκολίες στην όραση σε συνθήκες έντονου φωτισμού.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Ο καταρράκτης τυπικά αρχίζει την πέμπτη ή έκτη δεκαετία της ζωής, αλλά χρειάζονται πολλά χρόνια έως ότου πλήξει σημαντικά την όραση ώστε να γίνει αντιληπτός. Επειδή κατά κανόνα είναι απόρροια της γήρανσης, γίνεται ολοένα συχνότερος με την ηλικία. Έτσι, το ποσοστό των πασχόντων κυμαίνεται από σχεδόν 4% στις ηλικίες 55-64 ετών έως 93% στις ηλικίες 80 ετών και πάνω. Ωστόσο μπορεί να προσβάλλει άτομα κάθε ηλικίας, ακόμα και παιδιά.

«Ο καταρράκτης αποτελεί αναπόφευκτη συνέπεια του γήρατος, αλλά στην ανάπτυξή του μπορεί να συμβάλλουν η γενετική προδιάθεση και ορισμένοι περιβαλλοντικοί παράγοντες, όπως το κάπνισμα, η έκθεση στην υπεριώδη ακτινοβολία του ηλίου, ορισμένες παθήσεις όπως ο σακχαρώδης διαβήτης, οι εγχειρήσεις και οι τραυματισμοί στα μάτια, η μακροχρόνια λήψη στεροειδών φαρμάκων και η ενασχόληση με ορισμένα επαγγέλματα», αναφέρει ο Χειρουργός Οφθαλμίατρος δρ Ευάγγελος Τσίχλης, MD, PhD, διδάκτωρ Οφθαλμολογίας του Πανεπιστημίου της Χαϊδελβέργης, συνεργάτης της Οφθαλμολογικής Μονάδας LaserVision.

Όποια κι αν είναι η αιτία, πρέπει να αντιμετωπίζεται εγκαίρως και σωστά. Ειδάλλως η μειωμένη όραση πλήττει την καθημερινότητα και την ποιότητα ζωής και μπορεί να έχει σοβαρές συνέπειες, αφού αυξάνει τον κίνδυνο άνοιας, τραυματισμών λόγω πτώσεων και κάθε είδους ατυχημάτων, ακόμα και τροχαίων.

«Κάτι σημαντικό που πρέπει όλοι να καταλάβουν για τον καταρράκτη είναι ότι αναπτύσσεται με πολύ αργό ρυθμό, σε βάθος χρόνου. Στην αρχή τα συμπτώματά του είναι τόσο αδιόρατα, ώστε δύσκολα τα αντιλαμβάνεται ο πάσχων. Καθώς όμως εξελίσσεται, επηρεάζει σημαντικά την όραση, καθιστώντας δύσκολες απλές δραστηριότητες τις οποίες όλοι θεωρούμε δεδομένες, όπως την ανάγνωση, την οδήγηση ή ακόμα και την αναγνώριση προσώπων», τονίζει ο δρ Τσίχλης.

Ειδικά το καλοκαίρι, ο καταρράκτης μπορεί να επιδεινώσει την ευαισθησία στο έντονο φως που έχουν οι πάσχοντες. Η ευαισθησία αυτή τους προκαλεί συμπτώματα, όπως θάμβος (θάμπωμα) της όρασης (είναι σαν να βλέπουν μέσα από θολό τζάμι), «φωτοστέφανο» (άλως) γύρω από φωτεινές πηγές όπως οι αναμμένες λάμπες το βράδυ, καθώς και λάμψεις ή αντανακλάσεις γύρω από φωτεινά αντικείμενα. Οι ασθενείς μπορεί επίσης να έχουν πιο μειωμένη αντίληψη των χρωμάτων απ’ ό,τι συνήθως.

Όλ’ αυτά είναι ιδιαιτέρως επιβαρυντικά για δραστηριότητες όπως, π.χ., η οδήγηση τη νύχτα, διότι τα φώτα από τα οχήματα στην αντίθετη πλευρά του δρόμου «τυφλώνουν» τον πάσχοντα. Δυσχεραίνουν επίσης την εργασία ή το διάβασμα σε ψηφιακές οθόνες (π.χ. κινητά, λάπτοπ) και εμποδίζουν το άτομο να βλέπει καθαρά όταν βρίσκεται σε υπαίθριο χώρο στη διάρκεια της ημέρας.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

«Για να αντιμετωπίσουν οι πάσχοντες τα πρόσθετα προβλήματα οράσεως το καλοκαίρι, μπορούν να λάβουν μία σειρά από μέτρα. Μπορεί, π.χ., να χρειασθεί να μειώσουν την οδήγηση τη νύχτα. Αν πρέπει να οδηγήσουν, καλό είναι να προτιμούν καλά φωτισμένους δρόμους. Πρέπει επίσης να αποφεύγουν να κοιτάζουν απευθείας τα φώτα των διερχομένων αυτοκινήτων», αναφέρει ο δρ Τσίχλης.

Μία άλλη αποτελεσματική στρατηγική είναι να προσέχουν τον φωτισμό στο σπίτι τους. Πρέπει να αποφεύγουν τα έντονα φώτα και να προτιμούν τα ηπιότερα, τα οποία όμως δεν θα πέφτουν πάνω τους. Με αυτό τον τρόπο μπορεί να μειωθούν οι λάμψεις και οι αντανακλάσεις που βλέπουν από τους λαμπτήρες φωτισμού.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Για να μειώσουν την ευαισθησία στο φως, μπορούν να χρησιμοποιούν στο σπίτι τους διακόπτες που ρυθμίζουν την ένταση του φωτός (dimmer) το βράδυ. Στη διάρκεια της ημέρας μπορούν να προσαρμόζουν κατάλληλα τις κουρτίνες και τα πατζούρια τους, για να μην μπαίνει έντονο φως και να είναι το περιβάλλον πιο άνετο για τα μάτια τους.

Όταν εξάλλου βρίσκονται σε υπαίθριους χώρους, οι ασθενείς με καταρράκτη είναι σημαντικό να φορούν γυαλιά ηλίου. Τα γυαλιά πρέπει να παρέχουν προστασία 100% από την υπεριώδη ακτινοβολία Α (UVA) και Β (UVB) και να είναι μεγάλα, ώστε να καλύπτουν καλά τα μάτια τους.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Πρέπει επίσης να μην είναι πολύ παλιά, διότι τα προστατευτικά φίλτρα τους ενδέχεται να φθαρούν με την πάροδο του χρόνου. Εάν τα έχετε πολλά χρόνια, καλό είναι να τα πάτε στον οπτικό σας για να ελέγξει εάν παρέχουν ακόμα επαρκή προστασία από την UV, συνιστά η Αμερικανική Ακαδημία Οφθαλμολογίας (American Academy of Ophthalmology – AAO).

Τα γυαλιά ηλίου πρέπει να συνδυάζονται με καπέλο με φαρδύ γείσο. Αυτό θα εμποδίζει τις ακτίνες του ηλίου να μπαίνουν απευθείας μέσα στα μάτια, μειώνοντας έτσι την ευαισθησία στο φως.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Πάντως, η μοναδική οριστική λύση στα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι πάσχοντες είναι η χειρουργική διόρθωση του καταρράκτη. Συνίσταται στην αφαίρεση του θολωμένου κρυσταλλοειδή φακού του οφθαλμού και την αντικατάστασή του με διαυγή ενδοφακό.

Η επέμβαση αυτή είναι μία από τις ασφαλέστερες και συχνότερα εφαρμοζόμενες στον κόσμο. Υπολογίζεται ότι κάθε χρόνο εκτελούνται παγκοσμίως περισσότερες από 20 εκατομμύρια επεμβάσεις. Στην Ευρωπαϊκή Ένωση, λ.χ., το 2021 υπολογίζεται ότι εκτελέστηκαν 4,32 εκατομμύρια.

«Αν και ο καταρράκτης προκαλεί δυσάρεστα συμπτώματα, υπάρχουν κάποιες στρατηγικές που μπορούν να βοηθήσουν τους πάσχοντες και να βελτιώσουν την ποιότητα ζωής τους. Είναι όμως σημαντικό να συνεννοούνται για τις καλύτερες επιλογές με τον οφθαλμίατρό τους και να μην καθυστερούν αναίτια την απαιτούμενη επέμβαση, η οποία είναι ανώδυνη και τους επιτρέπει να επιστρέψουν άμεσα στις δραστηριότητές τους», καταλήγει ο δρ Τσίχλης.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ