Η στρατηγική συνεργασία Ελλάδας – Ισραήλ και τα όπλα που θα αγοράσει η χώρα μας για το χτίσιμο της νέας αεράμυνας
Αμοιβαία συνεργασία Αθήνας - Τελ Αβίβ

Η απόφαση του ΚΥΣΕΑ να εγκρίνει την προμήθεια 36 συστημάτων πολλαπλών εκτοξευτών πυραύλων τύπου PULS από το Ισραήλ, συνολικού ύψους 691 εκατ. ευρώ, δεν αποτελεί μια ακόμη τυπική εξοπλιστική κίνηση.
Σε συνδυασμό με τη χθεσινή επαναβεβαίωση των στενών σχέσεων του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη με τον Ισραηλινό ομόλογό του Μπέντζαμιν Νετανιάχου, στο πλαίσιο της τριμερούς συνάντησης κορυφής στα Ιεροσόλυμα με τη συμμετοχή και του Προέδρου της Κυπριακής Δημοκρατίας Νίκου Χριστοδουλίδη, η επιλογή αυτή αποκτά σαφή πολιτικό και στρατηγικό χαρακτήρα.
Πρόκειται για ένα ισχυρό μήνυμα που αποτυπώνει τη σταθερή κατεύθυνση της ελληνικής κυβέρνησης προς την εμβάθυνση της συνεργασίας με το Ισραήλ, όχι μόνο σε διπλωματικό επίπεδο, αλλά και στον κρίσιμο τομέα της άμυνας και της αμυντικής βιομηχανίας.
Στόχος, σύμφωνα με πληροφορίες από το Υπουργείο Εθνικής Άμυνας, δεν είναι απλώς η ενίσχυση των Ενόπλων Δυνάμεων με σύγχρονα οπλικά συστήματα, αλλά η μεταφορά τεχνογνωσίας, η συμμετοχή της ελληνικής αμυντικής βιομηχανίας και, μακροπρόθεσμα, η δημιουργία ενός νέου αμυντικού οικοσυστήματος στη χώρα.
Σε αυτό το πλαίσιο εντάσσεται και η προμήθεια των PULS, συστημάτων πολλαπλών εκτοξευτών πυραύλων που διακρίνονται για την ευελιξία και την προσαρμοστικότητά τους σε διαφορετικά επιχειρησιακά σενάρια.
Μπορούν να εκτοξεύουν, σε ελάχιστο χρόνο, μεγάλο αριθμό πυραύλων διαφορετικού βεληνεκούς, προσφέροντας δυνατότητες τόσο άμεσης υποστήριξης χερσαίων δυνάμεων όσο και προσβολής στόχων σε μεγάλες αποστάσεις με αυξημένη ακρίβεια.
Ιδιαίτερη σημασία έχει το γεγονός ότι μέρος των συστημάτων θα κατασκευαστεί στην Ελλάδα. Όπως έχει τονίσει ο υπουργός Εθνικής Άμυνας, Νίκος Δένδιας, προβλέπεται ελάχιστη συμμετοχή της ελληνικής αμυντικής βιομηχανίας σε ποσοστό 25%, γεγονός που ανοίγει τον δρόμο για εμπλοκή ελληνικών εταιρειών στην παραγωγή, τη συναρμολόγηση και την υποστήριξη, με προφανή οφέλη σε επίπεδο εμπειρίας και τεχνογνωσίας.
Οι PULS, ωστόσο, αποτελούν μόνο ένα μέρος ενός ευρύτερου σχεδιασμού. Η Αθήνα επιδιώκει τη δημιουργία μιας ολοκληρωμένης, πολυστρωματικής αεράμυνας, ικανής να αντιμετωπίζει ένα ευρύ φάσμα σύγχρονων απειλών: από αεροσκάφη και ελικόπτερα έως πυραύλους, βαλλιστικές απειλές και drones, που πλέον διαδραματίζουν καθοριστικό ρόλο στα σύγχρονα πεδία συγκρούσεων.
Στο πλαίσιο αυτό εξετάζεται η προμήθεια συστημάτων από μεγάλες ισραηλινές εταιρείες, όπως η Israel Aerospace Industries και η Rafael, τα οποία αναμένεται να αποτελέσουν τη ραχοκοκαλιά της νέας αρχιτεκτονικής αεράμυνας, της λεγόμενης «Ασπίδας του Αχιλλέα».
Μεταξύ αυτών συγκαταλέγεται το σύστημα SPYDER, αντιαεροπορικό μικρού και μεσαίου βεληνεκούς, που προορίζεται να αντικαταστήσει παλαιότερα συστήματα ανατολικής προέλευσης, όπως τα OSA-AK και TOR M1.
Παράλληλα, στο τραπέζι βρίσκεται και το Barak MX της IAI, σύστημα μεσαίου και μεγάλου βεληνεκούς, ικανό να αντιμετωπίζει τόσο αεροπορικές όσο και πυραυλικές απειλές, το οποίο προορίζεται να διαδεχθεί τα παλαιά Hawk.
Η σημασία του ενισχύεται από το γεγονός ότι η IAI διαθέτει ήδη παρουσία στην Ελλάδα, μετά την εξαγορά της Intracom Defence, διευκολύνοντας τη βιομηχανική συνεργασία.
Σε ανώτερο επίπεδο άμυνας, εξετάζεται και η πιθανή ένταξη συστημάτων αντιβαλλιστικής προστασίας, όπως το David’s Sling (έκδοση Sky Capture), που έχει αναπτυχθεί από τη Rafael σε συνεργασία με την αμερικανική Raytheon. Η υιοθέτησή του θα σήμαινε ουσιαστική αναβάθμιση των δυνατοτήτων αποτροπής της χώρας.
Οι ισραηλινές λύσεις εμφανίζονται ελκυστικές για την Ελλάδα τόσο λόγω του κόστους τους, που θεωρείται ανταγωνιστικό σε σύγκριση με ευρωπαϊκές προτάσεις, όσο και λόγω της μεγαλύτερης διάθεσης για συμπαραγωγές και μεταφορά τεχνογνωσίας.
Την ίδια στιγμή, το Ισραήλ βλέπει την Ελλάδα όχι απλώς ως πελάτη, αλλά ως στρατηγικό εταίρο και ενδεχόμενη πύλη προς την ευρωπαϊκή αγορά, με την Αθήνα να λειτουργεί τα τελευταία χρόνια ως σταθερός υποστηρικτής και κρίσιμος γεωστρατηγικός κόμβος στην ευρύτερη περιοχή.
Ακολούθησε το debater.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις







