Η αστάθεια και ανασφάλεια που προκαλεί η Τουρκία στη γύρω της περιοχή αναγκάζουν την Ελλάδα να έχει διαρκώς στραμμένη την προσοχή προς την Ανατολή.

Ένα από τα πιο πρόσφατα παραδείγματα των προβλημάτων που προέρχονται αποκλειστικά από την Άγκυρα ήταν η αιφνιδιαστική απόπειρά της, στις αρχές του 2020, να προωθήσει στην Ελλάδα χιλιάδες ανέστιων που την είχαν κατακλύσει. Πράγμα που αποφεύχθηκε χάρη στην ελληνική ετοιμότητα και αποφασιστικότητα.

Πέρα όμως από αυτό το “τουρκικό πρόβλημα”, υπάρχουν και άλλα θέματα σχέσεών της με γειτονικές χώρες τα οποία δεν εμφανίζονται συχνά στους τίτλους των μέσων ενημέρωσης. Θέματα που ναι μεν δεν συνιστούν απειλή  είναι ικανά όμως να απασχολούν “ενοχλητικά” την Αθήνα που έχει κάθε λόγο να θέλει ναασχοληθεί με ό,τι σοβαρό μπορεί να απασχολεί ένα κράτος-μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Το ευτύχημα για την περιοχή των Βαλκανίων είναι ότι οι σχέσεις Ελλάδας-Βουλγαρίας αναβαθμίστηκαν από την εποχή ακόμα του “ψυχρού πολέμου” και του “παραπετάσματος” με πρωτοβουλία των Κωσταντίνου Καραμανλή και Τέοντορ Ζίφκοφ. Μια πρωτοφανής, για την εποχή της, προσέγγιση στην οποία ελάχιστοι πλέον αποδίδουν ιδιαίτερη προσοχή. Και όμως, οι δύο χώρες, μετά από αιώνες πνιγμένους στο αίμα, βρίσκονται πλέον πολύ κοντά, με την Ελλάδα να έχει πρωτοστατήσει στην ευρωπαϊκή προοπτική της Βουλγαρίας ενισχύοντάς την με την “πρωτοβουλία της Θεσσαλονίκης”. Σήμερα, παρά την περιστασιακή παραγνώριση αυτής της ελληνικής επιλογής από λίγους πολιτικούς της γειτονικής χώρας, η Βουλγαρία βρίσκεται σε στενή σχέση με την Ελλάδα, έχοντας μάλιστα γίνει πλήρες μέλος του ΝΑΤΟ και της ΕΕ. Μια εξέλιξη–παράδειγμα για άλλους βαλκάνιους γείτονες.

Στη Βόρεια Μακεδονία τα πράγματα πήραν σημαντική στροφή με τη Συμφωνία των Πρεσπών. Μια συμφωνία που αμφισβητήθηκε και πολεμήθηκε και στις δύο χώρες, που αποτέλεσε όμως σταθμό στις διμερείς σχέσεις Αθήνας–Σκοπίων και που -με την πλήρη και χωρίς αστερίσκους εφαρμογή της- θα είναι καθοριστική για την έναρξη της ενταξιακής πορείας της χώρας αυτής. Παρά τις, αναμενόμενες και μη, δυσκολίες οι ενδείξεις για την προοπτική αυτή δείχνουν θετικές. Και αν οι βουλγαρικές ενστάσεις για την ενταξιακή πορεία της Βόρειας Μακεδονίας καμφθούν, η τελευταία δεν θα έχει λόγο να μην αποτελέσει τμήμα της ΕΕ από τη στιγμή, βέβαια, που θα έχει ανταποκριθεί σε όλες τις απαιτήσεις που έχουν οι Βρυξέλλες από κάθε υποψήφιο μέλος.

Η Αλβανία, τρίτο γειτονικό κράτος ξεχωριστού ενδιαφέροντος για την Ελλάδα, βρίσκεται ακόμα σε απόσταση από την Αθήνα επηρεασμένη είτε από αγκυλώσεις που συντηρούν περιορισμένοι εθνικιστικοί κύκλοι που προσδοκούν την εκλογική στήριξη τους είτε – και το κυριότερο- πολιτικάκόμματα επηρεαζόμενα από την Άγκυρα. Η τελευταία, έχει δημιουργήσει “λιβυκό ισοδύναμο” στην Αλβανία. Έχει εναγκαλισθεί ασφυκτικά πολιτικό σύστημα και δομές στον αλβανικό χώρο διαβρώνοντας πρόσωπα και φορείς και προχωρώντας σε πληθώρα “προσφορών” στην “αδελφή χώρα”. Έτσι, με μια πολιτική ηγεσία χαρακτηρισμένη και από κύκλους των Βρυξελλών ως ελάχιστα φερέγγυας, με ένα πρωθυπουργό χαμελαιοντικών τάσεων που φτάνει στο σημείο να διαδηλώνει την “πολυθρησκευτικότητα” και “πολυδογματικότητα” της ίδιας της οικογένειάς του προκειμένου να έχει τη δυτική καλή μαρτυρία για τον σεβασμό κάθε θρησκείας και δόγματος στη χώρα του, η Αλβανία κινείται ιδιότυπα έναντι της Ελλάδας  παρέχοντας ναυτική βάση στην Τουρκία, ακυρώνοντας συμφωνίες με την Ελλάδα και διατηρώντας συχνά εχθρική ρητορική απέναντί της επαναφέροντας τακτικά στο προσκήνιο τα περί δικαιωμάτων των συνεργατών των ναζί, “τσάμηδων”.

Ασφαλώς, με μια τέτοια πολιτική, η οποία κατά μεγάλο ποσοστό υπαγορεύεται από την Τουρκία -με τον αλβανικό πολιτικό κόσμο να λησμονεί έτσι την έννοια της εθνικής υπερηφάνειας που θέλει να προβάλλει- η αισιοδοξία για μια γρήγορη εξομάλυνση των σχέσεων Αθήνας–Τιράνων και, συνεκδοχικά, για μια ακώλυτη ευρωπαϊκή προοπτική, παραμένει μακρινή. Δυστυχώς, όπως συμβαίνει με αρκετά από τα κράτη που ευνοήθηκαν κάποια στιγμή από τον δυτικό και κυρίως τον αμερικανικό παράγοντα μετά την πτώση των κομμουνιστικών καθεστώτων τους, έτσι και αρκετοί Αλβανοί πολιτικοί πιστεύουν ότι  η Δύση θα “νουθετήσει” την Αθήνα ώστε να  αποδεχθεί το άνοιγμα του δρόμου για τις Βρυξέλλες. Όμως, όσο και αν η Ελλάδα πιστεύει πραγματικά στην αναγκαιότητα της ένταξης των δυτικών Βαλκανίων στην ΕΕ,  είναι αφελές να πλανώνται αντιλήψεις περί νομοτελειακής εξέλιξης των ευρωαλβανικών σχέσεων εφόσον  εξακολουθούν να υπάρχουν πολύ σοβαρά για την Ελλάδα θέματα με την γειτονική χώρα, με πρώτο εκείνο της αρνητικής αντιμετώπισης της ελληνικής μειονότητας από τα Τίρανα. Με κραυγές εθνικισμού, με ακυρώσεις συμφωνιών, με υστερόβουλες  συμμαχίες και με περιφρόνηση των δικαιωμάτων των ελλήνων της Αλβανίας, με πιο πρόσφατη την αμφισβήτηση των ιδιοκτησιών των ομογενών μας της Χειμάρρας, η Ελλάδα θα αφήσει ανοιχτό το θέμα της ευρωπαϊκής προοπτικής τής χώρας αυτής. Τα Τίρανα δεν έχουν παρά να στρέψουν τη ματιά τους προς τα Σκόπια και να αναλογισθούν πώς η προσέγγιση των τελευταίων με την Αθήνα έγινε πραγματικότητα. Και πώς η Βόρεια Μακεδονία θα εξακολουθήσει να βρίσκεται – τουλάχιστον για ό,τι αφορά την Ελλάδα- στον προθάλαμο της Ευρωπαϊκής Ένωσης μέχρις ότου όλα τα προαπαιτούμενα της Συμφωνίας των Πρεσπών υλοποιηθούν.

Ίσως, μια ισορροπημένη κίνηση της Ελλάδας προς την πλευρά των αλβανών της Βόρειας Μακεδονίας να συνέβαλε να ανοίξουν κάποιες προοπτικές πραγματιστικής προσέγγισης Αθήνας-Τιράνων. Οι συνεννοήσιμοι αλβανοί της Βόρειας Μακεδονίας θα μπορούσαν ενδεχομένως να αποτελέσουν τον καταλύτη για μια ομαλή και μακριά από αγκυλώσεις σοβαρή ελληνοαλβανική προσέγγιση. Υπό την προϋπόθεση, βέβαια, ότι τα Τίρανα δεν θα ακολουθήσουν έναντι των αλβανών της Βόρειας Μακεδονίας  υπεροπτική πολιτική “εθνικού κέντρου”.

Ας μη παραβλέπουν τα Τίρανα ότι η Αθήνα δεν αποπειράθηκε ούτε την υπόσκαψη των αλβανικών συμφερόντων ούτε επιχείρησε να τα προσεγγίσει με πατρικές-ηγεμονικές διαθέσεις και δελέατα ποικίλων μορφών προκειμένου να τα προσεταιρισθεί. Είναι καιρός να γίνει αντιληπτό ότι επιδίωξη της Ελλάδας δεν είναι η δημιουργία σχέσεων ασφυκτικής εξάρτησης με οποιονδήποτε γείτονά της. Αντίθετα, αυτό που επιθυμεί είναι η ισότιμη συνεργασία, η ειρηνική συμβίωση και η σύμπραξη τόσο σε διμερές επίπεδο όσο και στον χώρο της Ατλαντικής Συμμαχίας και της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

*Ο Γιώργος Κακλίκης είναι Πρέσβης επί Τιμή – ειδικός σύμβουλος του ΕΛΙΑΜΕΠ

Ειδήσεις σήμερα

Χαμός με την efood και την απόφαση να αλλάξει τις συμβάσεις των εργαζομένων – Αντιδράσεις στα social media

“Πάντα ήμασταν Έλληνες” – Ο χαλαρός διάλογος με την Πρόεδρο της Δημοκρατίας και το δώρο (pics&vid)

Σκληρό βίντεο – Έγκυος προσπαθεί να πηδήξει από το παράθυρο για να γλιτώσει από τη μανία του συζύγου της

Ακολουθήστε το debater.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις