Γηροκομείο Χανιά: Σοκάρουν οι καταγγελίες για τις συνθήκες διαβίωσης των ηλικιωμένων σε μονάδα φροντίδας ηλικιωμένων στα Χανιά, όπου πέθαναν 68 άνθρωποι. Την υπόθεση “άνοιξε” ένας εκ των συγγενών των θυμάτων, όταν τον ειδοποίησαν ότι ο ηλικιωμένος συγγενής του πέθανε.
Στο πλαίσιο της έρευνας ζητήθηκαν οι ληξιαρχικές πράξεις θανάτου στις οποίες αναφέρονται τα αίτια θανάτου ηλικιωμένων που φιλοξενήθηκαν στη δομή, ενώ πραγματοποιήθηκε και εκταφή ηλικιωμένης που κατέληξε πριν 11 μήνες.
Την υπόθεση άνοιξε συγγενής θύματος
Η έρευνα ξεκίνησε, ύστερα από μήνυση που υπέβαλε σε βάρος του γηροκομείου δικηγόρος που έχασε τον ηλικιωμένο πατέρα της, ο οποίος είχε φιλοξενηθεί πριν σ’ αυτό το χώρο. Η μήνυση που κατέθεσε στην εισαγγελία ήταν για έκθεση σε κίνδυνο.
Η ίδια, όπως αναφέρουν πληροφορίες της εκπομπής Φως στο Τούνελ, μετέφερε εκεί σε καλή κατάσταση τον πατέρα της και όταν τρεις μέρες μετά πήγε αιφνιδιαστικά να τον δει, δεν τον αναγνώρισε. Τον είδε δεμένο σ’ ένα καροτσάκι, με το κεφάλι πεσμένο χαμηλά, σαν να μην είχε επαφή με το περιβάλλον.
Όταν ρώτησε τους ιθύνοντες γιατί δεν τον μετέφεραν σε νοσοκομείο, πήρε την απάντηση ότι δεν αντιμετωπίζει κάποιο πρόβλημα. Η ίδια κάλεσε ασθενοφόρο για να διαπιστωθεί ότι ο πατέρας της είχε υψηλό πυρετό, κάτι που δεν είχαν αντιληφθεί στο γηροκομείο.
“Τους έδεναν στα κρεβάτια και τους χτυπούσαν”
Μιλώντας στον ΣΚΑΪ, πρώην εργαζόμενος στο γηροκομείο, από τον οποίο ξεκίνησαν οι καταγγελίες, οι συνθήκες διαβίωση για τους ηλικιωμένους ήταν τραγικές. «Στο γηροκομείο αυτό δούλεψα από τον Απρίλιο μέχρι τον Σεπτέμβριο, σχεδόν έξι μήνες. Αυτά που είχα δει όσο καιρό ήμουν εκεί πέρα, οι καταστάσεις γενικά δεν ήταν τόσο καλές. Η μεταχείριση των γερόντων ήταν πολύ κακή, δηλαδή τους δένανε στα κρεβάτια, ακόμα και αυτούς που δεν ήταν διεγερτικούς, τους δίνανε χάπια για να τους ηρεμήσουν, τους χτυπούσαν πολλές φορές», είπε ο πρώην εργαζόμενος, υποστηρίζοντας ότι ο ίδιος ήταν αυτόπτης μάρτυρας σε διάφορα περιστατικά. «Υπήρχαν πολλές φορές, κάποια βράδια, όταν τελείωνα τη βάρδιά μου, μου έλεγαν να δέσω κάποιους ανθρώπους και επειδή εγώ δεν έχω μάθει έτσι, έχω μάθει να δουλεύω με τον δικό μου τρόπο και να σέβομαι τους μεγαλύτερους, δεν το έκανα. Κάποια στιγμή με πήρανε χαμπάρι, αυτό που έκανα, και πήγαιναν μετά και τους έδεναν εκείνοι, επειδή είχαν καταλάβει ότι δεν ήθελα να τους δένω», πρόσθεσε.
Ερωτηθείς για τα περιστατικά θανάτων είπε: «Οταν είχαν πρωτοαρχίσει είχαν πεθάνει δύο με τρία άτομα, το πολύ, μετά ξαφνικά, μετά από έναν μήνα, σχεδόν είδα να πεθαίνουν 14 άτομα σε μία εβδομάδα». Οπως είπε, δεν γνωρίζει την αιτία θανάτου των τροφίμων. «Δεν ήρθε ποτέ γιατρός να τους δει», δήλωσε χαρακτηριστικά.
Σημειώνεται ότι ήδη έχει προχωρήσει η εκταφή μίας εκ των τροφίμων που έχασαν τη ζωή τους, με τον συγκεκριμένο πρώην εργαζόμενο να καταγγέλλει: «Η γυναίκα αυτή ήταν στη βάρδιά μου, όταν ακούσαμε έναν δυνατό χτύπο, σαν γδούπο, ένα μπουμ μεγάλο, και τρέξαμε όλοι να δούμε τι είναι. Είδαμε ότι η γυναίκα είχε πέσει από το κάγκελο, διότι είχαν, προφανώς, ξεχάσει. Την είδαμε με τα αίματα στο κεφάλι, δεν κάλεσαν ούτε ασθενοφόρο, ούτε τίποτα. Ενώ είδα ότι η γυναίκα δεν ήταν καλά, είχα πει στην υπεύθυνη να την πάμε στο νοσοκομείο, ότι χρειάζεται νοσοκομείο η γυναίκα, και δεν ήθελε. Την επόμενη ημέρα η γυναίκα, φυσικά, και δεν είχε τις αισθήσεις της. Την τρίτη ημέρα απεβίωσε. Πιο πριν είχαν καλέσει οι συγγενείς της και η αντίδραση της κυρίας Γεωργίας ήταν ότι είναι μια χαρά. Είχα μιλήσει και δεν τους άρεσε καθόλου η αντίδρασή μου. Ηθελαν να είμαι σαν ένα πιόνι».
“Ήταν κολαστήριο”
Συγγενής άλλης τροφίμου καταγγέλλει δίνει ακόμα μία διάσταση της υπόθεσης λέγοντας ότι «είχαν πάρει τη διαθήκη της και μετά την άφησαν στο έλεος του Θεού».
«Προσυπογράφω, ήταν κολαστήριο. Ηταν πολλές γυναίκες ή και άνδρες οι οποίοι ανακάλυψα ότι δεν είχαν απογόνους. Υποχρεώθηκε, ενώ ήταν σε νοσοκομείο, να της πάρουν διαθήκη, η οποία άφηνε όλα της τα υπάρχοντα σε εκκλησία και σε μοναστήρια», δηλώνει στον ΣΚΑΪ.
«Η δυσοσμία από την κεντρική είσοδο με το που έμπαινες ήταν τραγική. Οι άνθρωποι ήταν όλοι με ελάχιστα κιλά. Είχαμε την εντύπωση ότι είχαν ασιτία. Οταν τάιζα την εξαδέλφη μου, έπαιρνα τρία ρυζόγαλα, τρία γιαούρτια, τα έτρωγε με απίστευτη πείνα, λες και είχε να ταϊστεί καιρό», περιγράφει, μιλώντας για τις συνθήκες που επικρατούσαν.
Οπως αποκαλύπτει, «δεν επέτρεπαν στους συγγενείς που ήταν ψαγμένοι να τους επισκέπτονται. Απειλήθηκα όταν είπα ότι γιατί δεν φοράει πάμπερς και φοράει καθετήρα, απειλήθηκα ότι δεν θα μου επιτρέψουν να ξαναμπώ μέσα. Η συμπεριφορά τους και το προσωπικό ήταν ελάχιστο γι’ αυτό και δεν υπήρχε καθαριότητα. Είπα ότι κάποια στιγμή θα χρειαστεί να κουρευτούν, και τα νύχια τους, και μου είπαν ”θα σας φέρουμε και τον Ασλάνη”. Εφυγε, και πρέπει να ήταν στο φέρετρό της γύρω στα 10 κιλά».
Και στη συγκεκριμένη περίπτωση αιτία θανάτου ήταν η ανακοπή καρδιάς. «Πάντα το ίδιο. Αλλά αυτοί οι άνθρωποι έφευγαν από ασιτία. Αφού είχαν πάρει τη διαθήκη της και είχαν μεταφερθεί όλα τα περιουσιακά της στοιχεία, την άφησαν στο έλεος του Θεού».
«Ούτε βόλτα δεν τους πήγαιναν, τους έβγαζαν με το καροτσάκι μία φορά την ημέρα, στη σειρά, παρατεταγμένους, αυτό είχα δει εγώ όποτε πήγαινα. Ούτε κουνιόντουσαν. Παρατήρησα μία ημέρα που πήγα ότι ήταν ένας νοσοκόμος και ξεφλούδισε μία μπανάνα, αυτό το θυμάμαι, και τη μοίρασε σε τρία-τέσσερα άτομα, δηλαδή έφαγε ο κάθε ηλικιωμένος από 1-2 κομματάκια, τους άνοιξε το στόμα με το χέρι και τους τάισε την μπανάνα. Ένιωσα ότι εκεί μέσα ήταν σαν κοτέτσι, πώς ταΐζουν τις κότες για να κάνουν αυγά και να μεγαλώσουν και να τα σφάξουν, έτσι», αναφέρει στην καταγγελία του ο κ. Φ.
Παρέμβαση του Αρείου Πάγου
Από την πλευρά του, ο πληρεξούσιος δικηγόρος της δομής, Γιάννης Σφακιωτάκης, κάνει λόγο για σκευωρία.
Οι καταγγελίες προκάλεσαν την παρέμβαση του εισαγγελέα του Αρείου Πάγου Βασίλη Πλιώτα, ο οποίος διαβίβασε στον προϊστάμενο της Εισαγγελίας Εφετών Κρήτης τα σχετικά δημοσιεύματα και έδωσε παραγγελία να εποπτεύσει ο ίδιος ο εισαγγελέας Εφετών το ανακριτικό έργο και να διενεργήσει την προκαταρκτική έρευνα, λόγω της σοβαρότητας και της φύσεως της υπόθεσης.
ΓΡΑΨΤΕ ΤΟ ΣΧΟΛΙΟ ΣΑΣ"