Ο Μίκης Θεοδωράκης ήταν από τα πρώτα χρόνια της ζωής του ένας αγωνιστής και αυτό φάνηκε γρήγορα, αφού μετά τα Δεκεμβριανά, οι αστυνομικέα αρχές τον αναζητούσαν.

Για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα ζούσε κυριολεκτικά παράνομα στην Αθήνα μέχρι και τη σύλληψή του ξανά στις 9 Ιουλίου, όπου πραγματοποιήθηκαν οι μαζικές συλλήψεις.

Αμέσως τον έστειλαν εξόριστο στην Ικαρία, όπου είχε μία σχετική ελευθερία κινήσεων. Μάλιστα, ήταν και ο κομματικός υπεύθυνος στο χωριό της εξορίας. Εκεί προσπάθησε ανεπιτυχώς να αποδράσει αλλά δεν τα κατάφερε ούτε εκείνος ούτε οι άλλοι εξόριστοι που ήταν υπό τον Βασίλη Ζάννο.

Η κυβέρνηση του Θεμιστοκλή Σοφούλη δίνει γενικευμένη αμνηστία και τότε ο Μίκης Θεοδωράκης περνάει στην παρανομία στην προσπάθεια συμμετοχής σε ένοπλες δυνάμεις του Δημοκρατικού Στρατού Αθηνών. Τότε βρέθηκε στην ομάδα του Παύλου Παπαμερκουρίου.

Για πολλοστή φορά ο Μίκης Θεοδωράκης συλλαμβάνεται αυτή τη φορά στο σπίτι του πατέρα του. Εκεί είχε βρεθεί προκειμένου να βρει καταφύγιο, αφού ήταν άρρωστος από πλευρίτιδα.

Μετά τη σύλληψη τον ξαναστέλνουν εξόριστο στην Ικαρία, αλλά σε αντίθεση με την πρώτη φορά, τότε ήταν σε συνθήκες πειθαρχημένης διαβίωσης για λίγους μήνες. Τότε ήταν που έγραψε το έργο “Ελεγείο και θρήνος στον Βασίλη Ζάννο στη μνήμη του Βασίλη Ζάννου, ο οποίος εκτελέστηκε το 1948.

Μετά την Ικαρία στέλνουν τον Μίκη Θεοδωράκη στο στρατόπεδο της Μακρονήσου όπου εκεί θα βασανιστεί μέχρι παράλυσης.

Ο ίδιος έχει αρνηθεί ότι έκανε στις 18 Απριλίου 1949 δήλωση μετανοίας, ενώ λίγο αργότερα απολύεται ως ανάπηρος μετά από παρέμβαση του πατέρα του και του θείου του.

Ακολουθήστε το debater.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις