Ο Μίκης Θεοδωράκης λίγο πριν πεθάνει, προαισθανόμενος το τέλος της ζωής του, είχε επικοινωνήσει τηλεφωνικά με τον Δημήτρη Κουτσούμπα, δίνοντάς του το στίγμα των τελευταίων του επιθυμιών.

 Στην προσωπική του επιστολή στις 5 Οκτωβρίου 2020, προς τον Δημήτρη Κουτσούμπα, έγραφε: “Τώρα στο τέλος της ζωής μου, την ώρα των απολογισμών, σβήνουν απ’ το μυαλό μου οι λεπτομέρειες και μένουν τα “Μεγάλα Μεγέθη”. Έτσι βλέπω ότι τα πιο κρίσιμα, τα δυνατά και τα ώριμα χρόνια μου τα πέρασα κάτω από τη σημαία του ΚΚΕ. Για το λόγο αυτό θέλω να αφήσω αυτόν τον κόσμο σαν κομουνιστής.”

Με την επιστολή του ο μεγάλος μουσικοσυνθέτης ζητούσε από τον ΓΓ της ΚΕ του ΚΚΕ να επιληφθεί εκείνος προσωπικά ώστε, όπως έγραφε: “να γίνει σεβαστή όχι μονάχα η ιδεολογία μου αλλά και οι αγώνες μου για την ενότητα των Ελλήνων. Καθώς επίσης βέβαια και όλα αυτά που ήδη έχω ρυθμίσει, σε συνεννόηση με την γραμματέα μου Ρένα Παρμενίδου και τον φίλο και Πρόεδρο του Παγκρητίου Συλλόγου Φίλων Μίκη Θεοδωράκη, Γιώργο Αγοραστάκη”.

Δείτε την επιστολή εδώ

Ο Μίκης Θεοδωράκης «έφυγε» σε ηλικία 96 ετών για τη συνοικία των αγγέλων αφήνοντας πίσω του ανεκτίμητη παρακαταθήκη.

Η φήμη του ξεπέρασε από νωρίς τα σύνορα της χώρας. Συνέθεσε τον πιο αναγνωρίσιμο, ίσως, ελληνικό ρυθμό διεθνώς, το συρτάκι από την ταινία «Αλέξης Ζορμπάς» (1964), ενώ τραγούδια του ερμηνεύτηκαν από διάσημους καλλιτέχνες, όπως οι Beatles, η Σίρλεϊ Μπάσεϊ και η Εντίθ Πιάφ. Επένδυσε μουσικά γνωστές ταινίες, όπως το «Ζ» (1969), που τιμήθηκε με το βραβείο BAFTA πρωτότυπης μουσικής, η «Φαίδρα» (1962), με τραγούδια σε στίχους Νίκου Γκάτσου και «Σέρπικο» (1973), για τη μουσική της οποίας ήταν υποψήφιος για Grammy το 1975 (το ίδιο βραβείο διεκδίκησε και για τη μουσική του «Αλέξη Ζορμπά» το 1966).

 Παράλληλα, από πολύ νέος ανέπτυξε πλούσια αντιστασιακή και πολιτική δράση, ενώ με ποικίλες παρεμβάσεις, βιβλία και συνεντεύξεις παρέμεινε ενεργός ως το τέλος της ζωής του.

Ακολουθήστε το debater.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις