CNN προειδοποιεί: Ο κίνδυνος σύγκρουσης Ρωσίας – Ευρώπης είναι πραγματικός
Οι κυβερνήσεις πρέπει να πουν την αλήθεια

Σε ανάλυση που έκανε το CNN παραδέχεται ότι «ο κίνδυνος πολέμου της Ευρώπης με τη Ρωσία δεν είναι θεωρητικός αλλά υπαρκτός», γι’ αυτό που περιγράφει ως «σκιά που ρίχνει η Μόσχα πάνω από την Ευρώπη και έχει αναγκάσει τις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις να έρθουν αντιμέτωπες με μια αλήθεια που για δεκαετίες απέφευγαν».
Σύμφωνα με όσα μεταδίδει το αμερικανικό δίκτυο, «αυτό ήταν το βασικό συμπέρασμα κλειστής συνάντησης ειδικών της άμυνας που πραγματοποιήθηκε τον περασμένο μήνα στο Λονδίνο, στο πλαίσιο εκδήλωσης του Royal United Services Institute (RUSI)».
Όπως γράφει η ανάλυση, σε αυτή την συνάντηση συμμετείχαν εν ενεργεία και πρώην στρατιωτικοί, κυβερνητικοί αξιωματούχοι, στελέχη του ΝΑΤΟ, ερευνητές και εκπρόσωποι της αμυντικής βιομηχανίας. «Η εκτίμησή τους ήταν κοινή και ανησυχητική: το Ηνωμένο Βασίλειο και οι σύμμαχοί του δεν είναι επαρκώς προετοιμασμένοι για έναν πόλεμο που, σύμφωνα με τις υπηρεσίες πληροφοριών, θα μπορούσε να ξεσπάσει μέσα στα επόμενα χρόνια».
Επίσης, σύμφωνα με το δημοσίευμα, όσοι συμμετείχαν το δεν αναφέρθηκαν σε «πολεμοχαρή σενάρια, αλλά για αποτροπή» τονίζοντας ότι «ο μόνος τρόπος να αποφευχθεί μια άμεση σύγκρουση με τη Ρωσία είναι η Ευρώπη να είναι έτοιμη να κερδίσει έναν τέτοιο πόλεμο, αν αυτός ξεσπάσει».
Οι ειδικοί επισήμαναν ότι ότι «πέρα από την ανάγκη για αυξημένες επενδύσεις σε έναν διαχρονικά υποχρηματοδοτούμενο αμυντικό τομέα, απαιτείται και μια βαθιά αλλαγή νοοτροπίας. Οι ευρωπαϊκές κοινωνίες πρέπει να ενημερωθούν ξεκάθαρα ότι η εποχή κατά την οποία η Γηραία Ήπειρος μπορούσε να αγνοεί τον κίνδυνο πολέμου έχει τελειώσει».
«Υπάρχει ένδειξη ότι οι κοινωνίες είναι έτοιμες να κάνουν αυτή τη συζήτηση, αλλά βλέπουμε κυβερνήσεις που ακόμη δεν αισθάνονται αρκετά σίγουρες για να μιλήσουν ανοιχτά στους πολίτες τους», συμπλήρωσε ο καθηγητής ρωσικής πολιτικής στο King’s College London και ειδικός στη δημοκρατική ανθεκτικότητα, Σαμ Γκριν.
Η ανησυχία του πολέμου
Ολοένα και περισσότερα αυξάνεται η άποψη ότι η Ρωσία διεξάγει ήδη υβριδικό πόλεμο κατά της Δύσης. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο μπαίνουν επιχειρήσεις δολιοφθοράς, παρεμβάσεις στον δημόσιο διάλογο μέσω παραπληροφόρησης, αλλά και ενέργειες όπως παραβιάσεις του εναέριου χώρου του ΝΑΤΟ, παρεμβολές GPS στις χώρες της Βαλτικής και επιθέσεις σε κρίσιμες υποδομές, οι οποίες αποδίδονται σε ρωσικές μυστικές υπηρεσίες.
Όπως αναφέρει ο Γκριν, αυτές οι ενέργειες έχουν ήδη επηρεάσει την κοινή γνώμη σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες. «Ο κόσμος αρχίζει να φοβάται, ιδιαίτερα καθώς αυτά τα περιστατικά γίνονται πιο ορατά. Βλέπουμε drones κοντά σε αεροδρόμια και μεγαλώνει η αίσθηση ότι είναι θέμα χρόνου να υπάρξει ένα σοβαρό ατύχημα», αναφέρει.
«Αν η Ευρώπη θέλει να πολεμήσει, η Ρωσία είναι έτοιμη»
Παρόλο που η Ρωσία δεν έχει προβεί σε άμεση στρατιωτική επίθεση εναντίον κράτους – μέλους του ΝΑΤΟ, οι αναλυτές εκτίμησαν ότι αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι γνωρίζει ότι μέχρι στιγμής δεν θα μπορούσε να νικήσει τη βορειοατλαντική συμμαχία. Όμως προειδοποιούν ότι η ισορροπία αυτή μπορεί να αλλάξει.
Ο γενικός γραμματέας του ΝΑΤΟ, Μαρκ Ρούτε, προειδοποίησε ότι η Ρωσία θα μπορούσε να είναι έτοιμη να χρησιμοποιήσει στρατιωτική δύναμη κατά της Συμμαχίας μέσα στα επόμενα πέντε χρόνια. Παρόμοιες δηλώσεις έκανε και ο Γερμανός υπουργός Εξωτερικών, Γιόχαν Βάντεφουλ, ο οποίος βασίστηκε σε εκτιμήσεις των γερμανικών υπηρεσιών πληροφοριών.
Από την πλευρά του, ο Ρώσος πρόεδρος Βλαντίμιρ Πούτιν δήλωσε τον Δεκέμβριο ότι η Μόσχα δεν σχεδιάζει πόλεμο με την Ευρώπη, προσθέτοντας ωστόσο ότι «αν η Ευρώπη θελήσει να πολεμήσει, η Ρωσία είναι έτοιμη».
Στις χώρες της Βαλτικής υπάρχει η πεποίθηση ότι μια επίθεση θα μπορούσε να εκδηλωθεί ακόμα και εντός της επόμενης τριετίας. Μια μελέτη του Belfer Center του Harvard υποδεικνύει ότι τα έτη 2027 και 2028 αναφέρονται πιο συχνά ως πιθανά σημεία χρονικών καμπών για μια τέτοια εξέλιξη.
Το ΝΑΤΟ έχει σχέδιο για πιθανή ρωσική επίθεση, αλλά όχι πόρους για να το υλοποιήσει
Το ΝΑΤΟ έχει προετοιμάσει σχέδια για την αντιμετώπιση μιας πιθανής ρωσικής επίθεσης στη Βαλτική, όμως ειδικοί προειδοποιούν ότι αυτά στηρίζονται σε πόρους που στην πραγματικότητα δεν υπάρχουν. Ο Τζακ Γουότλινγκ, ανώτερος ερευνητής του RUSI, επισημαίνει: «Υπάρχουν σχέδια και αριθμοί, αλλά οι κυβερνήσεις δεν παίρνουν τα αναγκαία μέτρα για να τα υλοποιήσουν».
Στο Ηνωμένο Βασίλειο, μια πρόσφατη αναθεώρηση στρατηγικής άμυνας κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η χώρα απαιτεί σημαντική ενίσχυση των ενόπλων δυνάμεων, των εφέδρων, της πολιτικής προστασίας και της ανθεκτικότητας των κρίσιμων υποδομών. Ωστόσο, οι συντάκτες της αναθεώρησης παραδέχονται ότι με τον τρέχοντα ρυθμό, η Βρετανία θα χρειαζόταν περίπου μια δεκαετία για να είναι έτοιμη για πόλεμο, ενώ οι προβλέψεις αναφέρουν χρονικό ορίζοντα μόλις τριών έως πέντε ετών.
To «μέρισμα ειρήνης»
Η Ευρώπη για δεκαετίες επωφελήθηκε από το «μέρισμα ειρήνης», εστιάζοντας στην κοινωνική πρόνοια αντί για την άμυνα και στηριζόμενη στις ΗΠΑ για την ασφάλειά της. Όμως, η επιστροφή του Ντόναλντ Τραμπ στον Λευκό Οίκο και η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία άλλαξαν ριζικά αυτή την κατάσταση.
Αυτή τη στιγμή, σχεδόν όλα τα κράτη-μέλη του ΝΑΤΟ πληρούν ή ξεπερνούν τον στόχο του 2% του ΑΕΠ για αμυντικές δαπάνες, ενώ έχει συμφωνηθεί να αυξηθεί στο 5% μέχρι το 2035. Παρά ταύτα, πολλοί αναλυτές αμφισβητούν αν οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις είναι σε θέση, ή ακόμη και πρόθυμες, να πείσουν τους πολίτες τους για τις αναγκαίες θυσίες.
Οι ειδικοί επισημαίνουν ότι η αποδοχή αυτών των θυσιών είναι πιο εύκολη σε κοινωνίες με υψηλή εμπιστοσύνη στους θεσμούς, όπως οι σκανδιναβικές χώρες, όπου η έννοια της «ολικής άμυνας» είναι βαθιά ενσωματωμένη. Το κύριο ερώτημα παραμένει αν αυτό το μοντέλο μπορεί να εφαρμοστεί και σε χώρες με χαμηλότερα επίπεδα θεσμικής εμπιστοσύνης, όπως το Ηνωμένο Βασίλειο και άλλες ευρωπαϊκές πρωτεύουσες.
Ακολούθησε το debater.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις






