Στην αναβάθμιση της ελληνικής οικονομίας στη βαθμίδα ΒΒΒ με σταθερές προοπτικές από BBB- με θετικές προοπτικές προχώρησε ο οίκος πιστοληπτικής αξιολόγησης Scope Ratings.

Ο Scope ήταν ο πρώτος, αναγνωρισμένος από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, οίκος που έδωσε την επενδυτική βαθμίδα στην Ελλάδα τον Αύγουστο του 2023 και πλέον είναι ο πρώτος που αναβαθμίζει το αξιόχρεό της εντός της επενδυτικής βαθμίδας.

Χατζηδάκης για την αναβάθμιση από Scope: Είναι επιτυχία όλων των Ελλήνων

Ο υπουργός Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών Κωστής Χατζηδάκης μάλιστα έκανε την ακόλουθη δήλωση:

Η σημερινή αναβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας της ελληνικής οικονομίας από τον οίκο Scope, έχει ιδιαίτερη σημασία για τρεις λόγους:

– Πρώτον, είναι η πρώτη αναβάθμιση της χώρας εντός της επενδυτικής βαθμίδας, μετά την οικονομική κρίση. Η ελληνική οικονομία ανεβαίνει ψηλότερα και πλησιάζει τις προηγμένες οικονομίες.

– Δεύτερον, πραγματοποιείται σε περίοδο διεθνούς αναταραχής και ενώ ισχυρές χώρες βρίσκονται αντιμέτωπες με την υποβάθμιση του αξιόχρεού τους.

– Τρίτον, επιβεβαιώνει την ορθότητα της δημοσιονομικής και γενικότερα οικονομικής πολιτικής της κυβέρνησης, λίγες ημέρες πριν από τη συζήτηση του προϋπολογισμού για το 2025.

Η έκθεση του οίκου Scope υπογραμμίζει τη μείωση του δημοσίου χρέους κατά 57 ποσοστιαίες μονάδες του ΑΕΠ, από 212,6% το 2020 σε 155,3% φέτος, χαμηλότερα από τα προ πανδημίας επίπεδα, ενώ το 2029 εκτιμά ότι θα περιοριστεί περαιτέρω στο 132%, χαμηλότερα από την έναρξη της οικονομικής κρίσης το 2010. Ο οίκος σημειώνει ακόμη την υπεραπόδοση του κρατικού προϋπολογισμού, την ενίσχυση της ανθεκτικότητας του τραπεζικού συστήματος με τον περιορισμό των κόκκινων δανείων και την αναπτυξιακή δυναμική της οικονομίας που υποστηρίζεται από τις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις και τις Κοινοτικές χρηματοδοτήσεις.

Η επιστροφή της ελληνικής οικονομίας στην κανονικότητα σηματοδοτεί καλύτερες συνθήκες χρηματοδότησης για το Δημόσιο και τον Ιδιωτικό τομέα, τόνωση των επενδύσεων, νέες θέσεις εργασίας και καλύτερες αμοιβές. Αυτός είναι ο δρόμος που ακολουθεί και θα συνεχίσει να ακολουθεί η κυβέρνηση, μακριά από τις σειρήνες του λαϊκισμού. Και αυτή η επιτυχία είναι επιτυχία όλων των Ελλήνων.

Αναλυτικά η ανακοίνωση της Scope Ratings αναφέρει:

Το Scope αναβαθμίζει τις αξιολογήσεις της Ελλάδας σε BBB και αναθεωρεί τις προοπτικές σε σταθερές

Η μείωση του δημόσιου χρέους, η βελτιωμένη ανθεκτικότητα του τραπεζικού συστήματος και η ισχυρότερη τάση ανάπτυξης οδηγούν την αναβάθμιση. Το ακόμη αυξημένο δημόσιο χρέος και οι διαρθρωτικές οικονομικές αδυναμίες παραμένουν πιστωτικοί περιορισμοί.

Δράση αξιολόγησης

Η Scope Ratings GmbH (Scope) αναβάθμισε σήμερα τις αξιολογήσεις μακροπρόθεσμων εκδοτών και ανώτερων ακάλυπτων χρεών της Ελληνικής Δημοκρατίας σε ΒΒΒ από ΒΒΒ- σε τοπικό και ξένο νόμισμα και αναθεώρησε τις Προοπτικές σε Σταθερές, από Θετικές. Οι βραχυπρόθεσμες αξιολογήσεις εκδοτών έχουν επιβεβαιωθεί στο S-2 σε τοπικό και ξένο νόμισμα, με τις προοπτικές να παραμένουν σταθερές.

Το σκεπτικό της βαθμολογίας

Η αναβάθμιση σε BBB αντανακλά την προσδοκία της Scope για συνεχιζόμενη μείωση του δείκτη χρέους της γενικής κυβέρνησης της Ελλάδας τα επόμενα χρόνια. Αυτή η πτώση φαίνεται να οφείλεται στην ευνοϊκή δυναμική του χρέους, παράλληλα με τα ισχυρότερα από τα αναμενόμενα πρωτογενή δημοσιονομικά πλεονάσματα και τη σχετιζόμενη περαιτέρω μείωση του κεφαλαίου δημοσιονομικού ελλείμματος. Η ανθεκτικότητα του τραπεζικού συστήματος ενισχύεται από την πρόοδο στη μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων (ΜΕΔ), τις ιδιωτικοποιήσεις συστημικών τραπεζών και τη σταδιακή απόσβεση των αναβαλλόμενων φορολογικών πιστώσεων (DTC) στους τραπεζικούς ισολογισμούς. Επιπλέον, η υιοθέτηση διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων και επενδύσεων, η μείωση των μακροοικονομικών ανισορροπιών και η πιο διαρκής υποστήριξη από τα ευρωπαϊκά θεσμικά όργανα ενισχύουν τη μακροοικονομική βιωσιμότητα και την ανάπτυξη των τάσεων.

Κατεβάστε την αναφορά αξιολόγησης.

Βασικά προγράμματα οδήγησης αξιολόγησης

Η συνεχιζόμενη πτώση του δημόσιου χρέους και οι ισχυρές δημοσιονομικές επιδόσεις. Ο πρώτος μοχλός της κατά μία βαθμίδα αναβάθμισης της μακροπρόθεσμης αξιολόγησης της Ελλάδας σε BBB αντανακλά τη διαρκή μείωση του δημόσιου χρέους της Ελλάδας. Αυτό οφείλεται κυρίως στην ευνοϊκή δυναμική του δημόσιου χρέους, όπως υποστηρίζεται από μια ενισχυμένη μεσοπρόθεσμη προοπτική ονομαστικής ανάπτυξης, το χαμηλό ακόμη μέσο κόστος επιτοκίων του ανεξόφλητου χρέους και τη δέσμευση της κυβέρνησης για δημοσιονομική σύνεση.

Ο δείκτης χρέους της γενικής κυβέρνησης μειώθηκε σημαντικά από τις κορυφές του κατά την πανδημική κρίση του 212,6% του ΑΕΠ έως το 2020, φθάνοντας περίπου στο 155,3% έως το τέλος του 2024, αντιπροσωπεύοντας σημαντική μείωση 57 π.μ. % από το τέλος του 2019. Η ισχυρή οικονομική ανάκαμψη από το 2ο τρίμηνο του 2020, παράλληλα με τον αυξημένο πληθωρισμό πρόσφατα και τα μειωμένα δημοσιονομικά ελλείμματα έχουν οδηγήσει σε σημαντική μείωση του δημόσιου χρέους και οι κινητήριες δυνάμεις φαίνονται αρκετά βιώσιμες ώστε να διατηρούν τη συνεχιζόμενη πτώση του χρέους, ακόμη και με βαθμιαία συγκράτηση.

Ο δείκτης χρέους προβλέπεται να μειωθεί στο 145,0% του ΑΕΠ έως το τέλος του 2025, πριν υποχωρήσει περαιτέρω στο 132,0% έως το τέλος του 2029. Εάν πραγματοποιηθεί, το τελευταίο μπορεί να αντιπροσωπεύει τον χαμηλότερο δείκτη χρέους της Ελλάδας από την αρχή της ελληνικής κρίσης το 1ο τρίμηνο του 2010. Οι προβλέψεις του οργανισμού για το χρέος για την Ελλάδα έχουν ενισχυθεί λόγω της συνεχιζόμενης δημοσιονομικής υπεραπόδοσης, καθώς η κυβέρνηση αναμένεται να υπερβεί το πρωτογενές πλεόνασμα το 2024 εκτίμηση από τον προϋπολογισμό του 2025 στο 2,4% του ΑΕΠ. Η Scope έχει επικαιροποιήσει τις μεσοπρόθεσμες παραδοχές του πρωτογενούς ισοζυγίου και αναμένει ότι η κυβέρνηση θα έχει κατά μέσο όρο 2,75% του πρωτογενούς δημοσιονομικού πλεονάσματος του ΑΕΠ κατά την περίοδο 2024-27 σε σχέση με το υπόλοιπο της κυβέρνησης Κυριάκου Μητσοτάκη, αύξηση από μια προηγούμενη υπόθεση τον Ιούλιο του 2024 κατά 2,4-2,5 % πλεονασμάτων κατά τα ίδια έτη.

Η συνεχής εστίαση στη δημοσιονομική σύνεση παρέχει στον Scope αυξημένη εμπιστοσύνη στην ικανότητα της κυβέρνησης να επιτύχει και να διατηρήσει αυξημένους στόχους πρωτογενούς πλεονάσματος ενόψει των επόμενων γενικών εκλογών, χωρίς απρόβλεπτες κρίσεις. Αυτό συμβαίνει παρά τις μειωμένες προϋποθέσεις και την αυξημένη κυριαρχία χάραξης πολιτικής μετά την έξοδο της Ελλάδας από τα προγράμματα οικονομικής προσαρμογής και την ενισχυμένη εποπτεία μετά τη διάσωση. Τα πρωτογενή πλεονάσματα ευθυγραμμίζονται με τα πιο συγκρατημένα δημοσιονομικά ελλείμματα με μέσο όρο πρόβλεψης 0,7% του ΑΕΠ για την περίοδο 2024-29.

Οι προβλέψεις για το χρέος της Scope υποθέτουν αύξηση της παραγωγής κατά 2,2% για φέτος, 2,2% το επόμενο έτος και 1,6% κατά μέσο όρο από το 2026 έως το 2029. Η μεσοπρόθεσμη πρόβλεψη είναι ωστόσο συγκριτικά αισιόδοξη, επί του παρόντος δεν αντικατοπτρίζει ύφεση έως το 2029. Επιπλέον, η Scope υποθέτει ότι το ΑΕΠ αποπληθωριστικός πληθωρισμός 2,5% την περίοδο 2024-29, μια σημαντική υπόθεση σε σύγκριση με τον αποπληθωριστικό -0,4% μέσο όρο της περιόδου 2012-21.

Οι καθοδικοί κίνδυνοι για το βασικό οικονομικό σενάριο του οργανισμού περιλαμβάνουν: i) μια απότομη οικονομική ύφεση. ii) μια απροσδόκητη επιστροφή σε χαμηλότερο πληθωρισμό. iii) απότομη αύξηση των επιτοκίων δανεισμού. και/ή iv) σημαντική εξασθένηση της δημοσιονομικής θέσης. Για παράδειγμα, σε ένα έντονο οικονομικό σενάριο δύο συνεχόμενων ετών ύφεσης κατά την περίοδο 2025-26, το ελληνικό χρέος μπορεί να φτάσει το 169% του ΑΕΠ έως το 2026.

Βελτιώσεις στην ανθεκτικότητα του τραπεζικού συστήματος. Ο δεύτερος μοχλός της αναβάθμισης της αξιολόγησης είναι η συνεχής ενίσχυση της σταθερότητας του τραπεζικού συστήματος και οι μειωμένες σχέσεις κρατικών τραπεζών.

Οι ελληνικές τράπεζες έχουν σημειώσει σημαντική πρόοδο όσον αφορά τις μειώσεις των ΜΕΔ. Τα ΜΕΔ σε όλο το σύστημα σε ενοποιημένη βάση μειώθηκαν σημαντικά από 49,2% τον Ιούνιο του 2017 – φτάνοντας το 6,4% τον Ιούνιο του 2024 1 . Αυτή η μείωση υποστηρίχθηκε από τις τιτλοποιήσεις ΜΕΔ, όπως είναι εγγυημένες στο πλαίσιο του Hercules Asset Protection Scheme (HAPS) – το οποίο επανατέθηκε τον περασμένο Δεκέμβριο για τη μείωση των ΜΕΔ στις λιγότερο σημαντικές ελληνικές τράπεζες και ισχύει μέχρι το τέλος αυτού του μήνα. Η Scope αναμένει ότι ο δείκτης ΜΕΔ θα συνεχίσει να μειώνεται καθώς οι τράπεζες παραμένουν δεσμευμένες στην περαιτέρω εκκαθάριση του ισολογισμού. Ωστόσο, τα ΜΕΔ παραμένουν σε αυτό το στάδιο πάνω από τους μέσους όρους της ΕΕ του 1,9% από το δεύτερο τρίμηνο του 2024 και επιπλέον παραμένουν στο σύστημα ακόμη και αν δεν αναφέρονται από τα επίσημα στατιστικά στοιχεία.

Η κερδοφορία έχει βελτιωθεί από το τέλος του 2021 λόγω των αυξημένων εσόδων από τόκους που επωφελούνται από τα υψηλότερα επιτόκια δανεισμού, τη μείωση των προβλέψεων για ζημίες δανείων και τα αυξημένα μη επαναλαμβανόμενα έσοδα από χρηματοοικονομικές πράξεις και μέσα αντιστάθμισης κινδύνου. Τα κεφάλαια κατηγορίας 1 σε όλο το σύστημα ενισχύονται από τα αδιανέμητα κέρδη και την απορρόφηση του ενεργητικού. Από το δεύτερο τρίμηνο του 2024, ανερχόταν στο 16,2% των σταθμισμένων στοιχείων ενεργητικού, έναντι 13,0% στα χαμηλά του 2021.

Παρά τις σημαντικές μειώσεις των ΜΕΔ, οι πιέσεις στους ισολογισμούς του τραπεζικού συστήματος συνεχίζονται από τα αυξημένα μερίδια των DTC στο συνολικό κεφάλαιο του τραπεζικού συστήματος (που αντιπροσωπεύουν το 41% ​​των συνολικών προληπτικών ιδίων κεφαλαίων τον Ιούνιο του 2024), ωστόσο μειώνονται από το 52% ως του τέλους του 2022. Οι αποσβέσεις των DTC προβλέπονται από την Τράπεζα της Ελλάδος ότι δυνητικά θα επιταχυνθούν για να αποσβεστούν πλήρως έως το 2032-34, εκτός ελαφρυντικών περιστάσεων. Η ΕΚΤ ενέκρινε την πληρωμή μερισμάτων του τραπεζικού συστήματος για πρώτη φορά μετά από 15 χρόνια, κάτι που αποτελεί ορόσημο.

Το Ελληνικό Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (ΤΧΣ) ολοκλήρωσε πρόσφατα την πώληση 10 ποσοστιαίων μονάδων συμμετοχής 18,4% στην Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος (ΕΤΕ) μέσω διαπραγμάτευσης μετοχών. Το ΤΧΣ αναμένει να μεταβιβάσει ένα τελικό μερίδιο 8,4% στην Εθνική και το 72,5% της μικρότερης Attica Bank στο κρατικό επενδυτικό ταμείο πριν κλείσει μέχρι το τέλος του τρέχοντος έτους (εν όψει της προθεσμίας έως το τέλος του 2025) 2 . Το ΤΧΣ πούλησε το τελικό μερίδιο του 8,9781% στην Alpha Services and Holdings στην UniCredit τον Νοέμβριο του περασμένου έτους και πούλησε το τελευταίο μερίδιο 27% της Τράπεζας Πειραιώς αυτή την άνοιξη.

Επιπλέον, εξετάζονται εν μέρει και άλλες πτυχές των διασυνδέσεων κρατικών τραπεζών, όπως οι εγχώριες κρατικές διαθέσεις τραπεζών. Το HAPS δεν φαίνεται να επεκτείνεται περαιτέρω από τα τέλη του 2024, επομένως οι εγγυήσεις θα μειωθούν σταδιακά προχωρώντας. Οι αναφερόμενες ενέργειες περιορίζουν την κληρονομιά της ελληνικής κρίσης και περιορίζουν σταδιακά τις διασυνδέσεις κρατικών τραπεζών – υποστηρίζοντας μια αναβάθμιση αξιολόγησης κατά μία βαθμίδα σε αυτό το ενδιάμεσο στάδιο.

Ενισχυμένη μακροοικονομική σταθερότητα και υψηλότερη μεσοπρόθεσμη ανάπτυξη τάσεων. Ο τελικός μοχλός της αλλαγής της αξιολόγησης είναι η ενισχυμένη μακροοικονομική σταθερότητα μετά τις κρίσεις των τελευταίων 15 ετών, παράλληλα με τις συνεχείς διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις και τις επενδύσεις, που έχουν στηρίξει τις οικονομικές προοπτικές.

Σημειώθηκε πρόοδος στις μεταρρυθμίσεις και τις επενδύσεις του «Greece 2.0», του Ελληνικού Σχεδίου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (RRP) και της Πολιτικής Συνοχής της ΕΕ. Στις 16 Οκτωβρίου του τρέχοντος έτους 3 , η Ευρωπαϊκή Επιτροπή εκταμίευσε την τέταρτη πληρωμή 998,6 εκατομμυρίων ευρώ σε επιχορηγήσεις από το Σχέδιο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας 35,9 δισεκατομμυρίων ευρώ της Ελλάδας – που αποτελείται από 18,2 δισεκατομμύρια ευρώ συνολικά σε επιχορηγήσεις και 17,7 δισεκατομμύρια ευρώ σε δάνεια. Συνολικά το 51% της χρηματοδότησης RRP έχει καταβληθεί μέχρι σήμερα. Οι επενδύσεις στην ελληνική οικονομία παραμένουν χαμηλές – 14% της παραγωγής από το έτος έως το δεύτερο τρίμηνο του 2024 – αλλά είναι ωστόσο ισχυρότερες από το κάτω από 11% το 2019.

Ο οίκος αξιολόγησης αύξησε μέτρια την εκτίμησή του για το δυναμικό οικονομικής ανάπτυξης της Ελλάδας στο 1,25% ένα χρόνο από 1,0%, εξακολουθώντας να αναγνωρίζουμε τη σύγχρονη οικονομική ιστορία της Ελλάδας –με την ανάπτυξη να έχει κατά μέσο όρο μόλις -0,4% τις τελευταίες δύο δεκαετίες– παράλληλα με τα δημογραφικά σημεία συμφόρησης όπως -0,9% ετησίως οι αλλαγές του πληθυσμού σε ηλικία εργασίας που προβλέπονται από τα Ηνωμένα Έθνη κατά την περίοδο 2024-2029. Αναμένεται ισχυρότερη ονομαστική οικονομική ανάπτυξη τα επόμενα χρόνια – εν μέρει δεδομένου του εναρμονισμένου πληθωρισμού αυξημένου 3,0% για φέτος, 3,4% το 2025 και 2,5% για το 2026, από 4,2% πέρυσι.

Η ακόμη αυξημένη ανεργία μειώθηκε χαμηλότερα (στο 9,8% τον Οκτώβριο του τρέχοντος έτους – από τον Ιούνιο του 2020 κορυφώθηκε στο 20,4%), αν και παραμένει πολύ πάνω από τους μέσους όρους της ΕΕ του 5,9% τον Οκτώβριο του 2024. Το πεδίο εφαρμογής υποθέτει ότι η ελληνική ανεργία θα μειωθεί στο 10,1% κατά μέσο όρο φέτος πριν από 9,5% για το 2025 και 9,0% εντός 2026, από 11,1% πέρυσι, λόγω της συνεχιζόμενης οικονομικής ανάπτυξης πάνω από την τάση.

Προκλήσεις αξιολόγησης: αυξημένο δημόσιο χρέος και σταδιακή αποδυνάμωση μιας ισχυρής δομής του δημόσιου χρέους. διαρθρωτικές οικονομικές αδυναμίες.

Οι αξιολογήσεις πιστοληπτικής ικανότητας της Ελλάδας BBB περιορίζονται από:

Πρώτον, το δημόσιο χρέος της Ελλάδας παραμένει μεταξύ των υψηλότερων μεταξύ των 40 κρατών με δημόσια αξιολόγηση του Scope, δεύτερο μόνο μετά από αυτό της Ιαπωνίας (αξιολόγηση A και Stable Outlook). Αυτό το υψηλό απόθεμα χρέους εκθέτει την Ελλάδα σε επανεκτιμήσεις της αγοράς του κινδύνου που σχετίζεται με χρεωμένους κρατικούς δανειολήπτες. Καθώς η Ελλάδα βασίζεται ολοένα και περισσότερο στις κεφαλαιαγορές και επιταχύνει την πρόωρη αποπληρωμή των δανείων διάσωσης και η ΕΚΤ σφίγγει ποσοτικά, η δομή του ελληνικού χρέους σταδιακά αποδυναμώνεται. Οι πληρωμές τόκων αυξάνονται σταδιακά – καθώς η Ελλάδα αναχρηματοδοτεί με υψηλότερο κόστος επιτοκίου στην αγορά. Η πολύ μεγάλη σταθμισμένη μέση διάρκεια χρέους (18,9 ετών) 4 – η μεγαλύτερη από τις αξιολογήσεις του δημόσιου κόσμου του οργανισμού – ομαλοποιείται σταδιακά χαμηλότερα καθώς η κυβέρνηση στοχεύει σε μέση διάρκεια 10 ετών εντός δέκα ετών. Τέλος, καθώς οι κρατικές αξιολογήσεις αποδίδονται στο χρέος που πρόκειται να αποπληρωθεί στον ιδιωτικό τομέα, το αυξανόμενο μερίδιο του χρέους που διακρατείται στον ισολογισμό του ιδιωτικού τομέα αποτελεί μέτρια πιστωτική ανησυχία.

Οι πολιτικοί κίνδυνοι και οι κίνδυνοι που σχετίζονται με την πολιτική είναι μέτριοι τα επόμενα χρόνια, αλλά ενδέχεται να αυξηθούν πιο μακροπρόθεσμα, ιδίως μετά τις μελλοντικές εκλογές. Οι διαρθρωτικές οικονομικές αδυναμίες και οι δημογραφικές προκλήσεις, όπως η καθαρή μετανάστευση, περιορίζουν τη μακροπρόθεσμη τάση ανάπτυξης και τα επίπεδα πλούτου. Η αυξημένη διαρθρωτική ανεργία και τα ακόμη μέτρια ποσοστά συμμετοχής στο εργατικό δυναμικό αποτελούν πιστωτικούς περιορισμούς, ακόμη και αν το ποσοστό ανεργίας μειώνεται. Το κατά κεφαλήν ΑΕΠ των 42.066 USD με βάση την ισοτιμία αγοραστικής δύναμης από φέτος παραμένει κάτω από τους μέσους όρους της Ευρωπαϊκής Ένωσης (62.660 USD). Επιπλέον, το χαμηλό διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών σε σύγκριση με την τελική κατανάλωση αντιπροσωπεύει κοινωνικό περιορισμό, ακόμη και όταν η συγκριτική επικράτηση των θέσεων εργασίας χαμηλού εισοδήματος και των μικρομεσαίων επιχειρήσεων επιβαρύνει την παραγωγικότητα και τη φορολογική βάση και ενισχύει τη φτώχεια και τον κοινωνικό αποκλεισμό μεταξύ ευάλωτες ομάδες. Ο εξωτερικός τομέας της Ελλάδας αποτελεί πρόκληση με σημαντικά διαρθρωτικά ελλείμματα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών που αντανακλούν επίμονες ευπάθειες. Τέλος, οι περιβαλλοντικές προκλήσεις θέτουν περαιτέρω κίνδυνο για τις οικονομικές και δημοσιονομικές προοπτικές της Ελλάδας, εάν αφεθούν χωρίς επιτήρηση, δεδομένης της εξάρτησης της οικονομίας από τους τομείς του τουρισμού και της γεωργίας.

Προγράμματα οδήγησης για αλλαγή βαθμολογίας

Το Stable Outlook αντικατοπτρίζει τη γνώμη της Scope ότι οι κίνδυνοι για τις αξιολογήσεις εξισορροπούνται τους επόμενους 12 έως 18 μήνες.

Τα ανοδικά σενάρια για τις μακροπρόθεσμες αξιολογήσεις και/ή τις προοπτικές είναι εάν (μεμονωμένα ή συλλογικά):

  1. Η ονομαστική οικονομική ανάπτυξη και η δημοσιονομική εξυγίανση έχουν ως αποτέλεσμα ισχυρές και διαρκείς μειώσεις του δείκτη χρέους της γενικής κυβέρνησης, ενώ παράλληλα ελέγχουν την αποδυνάμωση της δομής του δημόσιου χρέους.
     
  2. Οι διαρθρωτικές-οικονομικές και εξωτερικές ανισορροπίες μειώνονται, αυξάνοντας περαιτέρω το μεσοπρόθεσμο αναπτυξιακό δυναμικό και ενισχύοντας τη μακροοικονομική βιωσιμότητα. και/ή
     
  3. Οι κίνδυνοι του τραπεζικού τομέα μειώνονται περαιτέρω, μέσω της ενίσχυσης της κεφαλαιοποίησης του τραπεζικού συστήματος, της μείωσης του μη εξυπηρετούμενου ιδιωτικού χρέους ή/και του περαιτέρω περιορισμού των δεσμών κρατικών τραπεζών.


Αντίθετα, τα αρνητικά σενάρια για τις μακροπρόθεσμες αξιολογήσεις και/ή τις προοπτικές είναι εάν (μεμονωμένα ή συλλογικά):

  1. Η τροχιά του δημόσιου χρέους αντιστρέφεται ή η δομή του χρέους του ελληνικού χρέους εξασθενεί σημαντικά.
     
  2. Οι κίνδυνοι του τραπεζικού τομέα εντείνονται εκ νέου, αυξάνοντας τις ενδεχόμενες υποχρεώσεις που ενδέχεται να επηρεάσουν τον ισολογισμό του δημοσίου.
     
  3. Η μακροοικονομική ανάπτυξη εξασθενεί ή/και αυξάνονται οι ανισορροπίες του εξωτερικού τομέα. και/ή
     
  4. Η στήριξη του Ευρωσυστήματος για το ελληνικό χρέος περιορίζεται σημαντικά ή οι ανησυχίες της αγοράς σχετικά με τα χρεωμένα κρατικά κράτη πυροδοτούν την επιδείνωση των συνθηκών δανεισμού.

Κυρίαρχο ποσοτικό μοντέλο (SQM) και ποιοτική κάρτα βαθμολογίας (QS)

Το Sovereign Quantitative Model (SQM) της Scope παρέχει μια πρώτη ενδεικτική αξιολόγηση πιστοληπτικής ικανότητας «bbb-» για την Ελλάδα. Αυτή η πρώτη ενδεικτική αξιολόγηση «bbb-» λαμβάνει περαιτέρω αύξηση κατά μία βαθμίδα από την προσαρμογή αποθεματικού νομίσματος του SQM και καμία αρνητική προσαρμογή από την προσαρμογή πολιτικού κινδύνου. Αυτό βλέπει μια τελική ενδεικτική πιστοληπτική ικανότητα SQM «bbb» για την Ελλάδα. Σε αυτή τη βάση, αυτή η τελική ποσοτική βαθμολογία SQM του ‘bbb’ αναθεωρείται από το Qualitative Scorecard (QS) της μεθοδολογίας και μπορεί να αλλάξει έως και τρεις βαθμίδες από τον κύριο αναλυτή ανάλογα με το μέγεθος των ποιοτικών πιστωτικών δυνατοτήτων ή αδυναμιών της Ελλάδας σε σύγκριση με κυρίαρχη ομάδα ομοτίμων όπως προσδιορίζεται από το SQM.

Η Scope προσδιόρισε τις ακόλουθες σχετικές πιστωτικές δυνάμεις του QS για την Ελλάδα έναντι των ομοτίμων της πίστωσης: i) Πλαίσιο δημοσιονομικής πολιτικής. ii) Προφίλ χρέους και πρόσβαση στην αγορά. iii) Δομή εξωτερικού χρέους. iv) Επίβλεψη και διακυβέρνηση του χρηματοπιστωτικού τομέα. και v) Παράγοντες διακυβέρνησης. Αντίθετα, οι ακόλουθες ποιοτικές σχετικές πιστωτικές αδυναμίες της Ελλάδας έναντι των ομολόγων της έχουν εντοπιστεί από το QS: i) Αναπτυξιακό δυναμικό και προοπτικές. ii) Μακροοικονομική σταθερότητα και βιωσιμότητα. iii) Ανθεκτικότητα του τρεχούμενου λογαριασμού. iv) Περιβαλλοντικοί παράγοντες. και v) Κοινωνικοί παράγοντες. Συνολικά, το QS δεν δημιουργεί καμία καθαρή προσαρμογή που να επηρεάζει τις αξιολογήσεις πιστοληπτικής ικανότητας της Ελλάδας, βλέποντας τις τελικές μακροπρόθεσμες αξιολογήσεις πιστοληπτικής ικανότητας BBB. Μια επιτροπή αξιολόγησης έχει συζητήσει και επιβεβαιώσει αυτά τα αποτελέσματα.

Περιβαλλοντικοί, κοινωνικοί και παράγοντες διακυβέρνησης (ESG).

Το πεδίο εφαρμογής επηρεάζει ρητά τα ζητήματα ESG στη διαδικασία αξιολογήσεών του μέσω του αυτόνομου πυλώνα κινδύνου ESG της μεθοδολογίας κρατικών αξιολογήσεων, ο οποίος έχει σημαντική στάθμιση 25% στο ποσοτικό μοντέλο (SQM) και 20% βαρύτητα σύμφωνα με την ποιοτική επικάλυψη της μεθοδολογίας (QS ).

Στην υποκατηγορία περιβαλλοντικού κινδύνου του κρατικού πυλώνα ESG, η Ελλάδα σημειώνει μέτρια υψηλή βαθμολογία στο SQM για τις εκπομπές άνθρακα της οικονομίας ανά μονάδα ΑΕΠ, αλλά, όπως και άλλες προηγμένες οικονομίες, συγκριτικά αδύναμη στις κατά κεφαλήν εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου. Η ευπάθεια της Ελλάδας σε κινδύνους φυσικών καταστροφών, όπως μετράται από τον Δείκτη ND-GAIN, είναι υψηλότερη από αυτή των άλλων κοινωνιών της ευρωζώνης, αν και ελαφρώς κάτω από τη μέση τιμή σε παγκόσμια σύγκριση. Οι βαθμοί της Ελλάδας είναι, επιπλέον, αδύναμοι στο SQM για το συγκριτικά υψηλό οικολογικό αποτύπωμα κατανάλωσης της οικονομίας σε σύγκριση με τη διαθέσιμη βιοδυναμική. Συνολικά, η Ελλάδα έχει περίπου την παγκόσμια διάμεση τιμή για την περιβαλλοντική υποκατηγορία ESG του SQM, αλλά παρόλα αυτά την έκτη χειρότερη στη ζώνη του ευρώ. Οι ξηρασίες και οι πυρκαγιές γίνονται όλο και πιο συχνές και έντονες. Ένα ξεχωριστό Υπουργείο Κλιματικής Κρίσης και Προστασίας του Πολίτη σχεδιάστηκε μετά τις πυρκαγιές του 2021, αλλά η προσαρμογή έχει παρεμποδιστεί από τις απαιτούμενες προετοιμασίες στις περιφερειακές διοικήσεις. Η Ελλάδα βιώνει τις πιο σημαντικές οικονομικές απώλειες που σχετίζονται με το κλίμα από οποιοδήποτε κράτος της ΕΕ, σύμφωνα με τη Eurostat. 5 Η Ελλάδα εφαρμόζει μια φιλόδοξη κλιματική πολιτική έναντι του αναθεωρημένου Εθνικού Σχεδίου για την Ενέργεια και το Κλίμα 6 , με στόχο μειώσεις 23% από τα επίπεδα εκπομπών αερίων θερμοκηπίου το 2005 έως το έτος 2030 (βάσει του Κανονισμού Καταμερισμού Προσπάθειας), πριν από μια οικονομία μηδενικών εκπομπών άνθρακα. 2050, παράλληλα με τη διείσδυση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας για το 44% της κατανάλωσης ενέργειας μέχρι το τέλος αυτής της δεκαετίας. Παράλληλα με το SQM, οι περιβαλλοντικοί στόχοι και οι κινήσεις της Ελλάδας προς πιο βιώσιμη ανάπτυξη της παραγωγής εξετάζονται επιπλέον από το Scope με μια αναλυτική αξιολόγηση του «αδύναμου» στην υποκατηγορία QS «περιβαλλοντικοί παράγοντες» σε σύγκριση με την ομάδα ομοτίμων του κράτους.

Οι κοινωνικά σχετιζόμενοι πιστωτικοί παράγοντες συλλαμβάνονται επίσης τόσο από το SQM του Scope όσο και από την ποιοτική επικάλυψη του QS. Στο ποσοτικό μοντέλο, η Ελλάδα λαμβάνει συγκριτικά ισχυρές βαθμολογίες στην εισοδηματική ανισότητα (όπως αποτυπώνεται από τα μερίδια εισοδήματος του κατώτερου 50% του πληθυσμού), μέτριους βαθμούς στη συμμετοχή στο εργατικό δυναμικό και αδύναμες βαθμολογίες στον δείκτη εξάρτησης των ηλικιωμένων. Στην αξιολόγηση του QS των «κοινωνικών παραγόντων» της Ελλάδας, η Scope συνεχίζει να αξιολογεί αυτήν την ποιοτική αναλυτική υποκατηγορία ως «αδύναμη» σε σύγκριση με τους ομοτίμους του δημοσίου «bbb» της πίστωσης.

Τέλος, υπό τους παράγοντες που σχετίζονται με τη διακυβέρνηση που περιλαμβάνονται στο SQM, η Ελλάδα εμφανίζει βαθμολογίες κοντά στην παγκόσμια διάμεση τιμή στους Δείκτες Παγκόσμιας Διακυβέρνησης (WGI) της Παγκόσμιας Τράπεζας. Παρά το γεγονός ότι υστερούν σε επίπεδο διακυβέρνησης εντός της ευρωζώνης, το ελληνικό πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων από το 2017 έχει οδηγήσει σε ορισμένες βελτιώσεις στη βαθμολογία των WGI. Οι συνεχιζόμενες μεταρρυθμίσεις έχουν εδραιώσει τη βελτίωση των θεσμικών δυνάμεων και έχουν επιφέρει πρόοδο σε τομείς όπως η φορολογική διοίκηση και συμμόρφωση, το δικαστικό σύστημα, η δημόσια διοίκηση και η καταπολέμηση της διαφθοράς. Από τις εκλογές του 2019, η Ελλάδα γνώρισε συγκριτική πολιτική σταθερότητα, λόγω της απόλυτης κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας που κατείχε έκτοτε η Νέα Δημοκρατία. Στην αξιολόγηση του QS των «παραγόντων διακυβέρνησης» της Ελλάδας, η Scope αξιολογεί αυτήν την ποιοτική αναλυτική υποκατηγορία ως «ισχυρή» έναντι της ελληνικής κυρίαρχης ομάδας ομοτίμων «bbb».

Ειδήσεις σήμερα:

Hλεκτρικό ρεύμα: Επιδοτήσεις 1,5 λεπτό ανά κιλοβατώρα για τους οικιακούς καταναλωτές τον Δεκέμβριο

Επέτειος δολοφονίας Γρηγορόπουλου: 5.000 αστυνομικοί, προληπτικές προσαγωγές και φόβοι για επιθέσεις

Ακολουθήστε το debater.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις