Άκης Σκέρτσος: Γιατί χρειαζόμαστε το εθνικό απολυτήριο;
Το άρθρο του υπουργού Επικρατείας στην "Καθημερινή"

«Γνωρίζετε ότι το ελληνικό απολυτήριο λυκείου δεν γίνεται αποδεκτό από χώρες, όπως η Γερμανία; Ή ότι σημαντικά ξένα πανεπιστήμια δεν το αναγνωρίζουν ως αξιόπιστο πιστοποιητικό γνώσεων και δεξιοτήτων των παιδιών μας;». Με το διπλό αυτό ερώτημα αρχίζει το άρθρο του στην «Καθημερινή» για το εθνικό απολυτήριο ο υπουργός Επικρατείας Άκης Σκέρτσος.
Και προσθέτει: «Αν αναρωτιέστε γιατί, μια απάντηση μπορεί να είναι ότι το “άριστα” που κατά κόρον αναγράφεται στα απολυτήρια λυκείου (1 στους 4 απόφοιτους αποφοιτά με άριστα), μετατρέπεται σε βαθμούς κάτω ή πέριξ της βάσης του 10 στις πανελλήνιες εξετάσεις. Καθιστώντας έτσι το απολυτήριο ένα χαρτί χωρίς αξία.
Είναι κοινό μυστικό, επίσης, ότι πολλοί μαθητές εξαντλούν τις απουσίες τους, εγκαταλείποντας ουσιαστικά το λύκειο στις τελευταίες τάξεις του. Πολύ απλά διότι αφιερώνουν όλες τους τις δυνάμεις στα ιδιαίτερα και τα φροντιστήρια. Όπως και ότι πολλές ελληνικές οικογένειες “αιμορραγούν” οικονομικά για να προσφέρουν στα παιδιά τους το καλύτερο που μπορούν ως πρόσθετη ενισχυτική διδασκαλία σε ένα αδύναμο λύκειο».
Παράλληλα, ο υπουργός Επικρατείας θέτει και μία ακόμη – εντελώς νέα αυτή – παράμετρο: «Το σημαντικότερο όμως πρόβλημα είναι ότι σε μια εποχή που η τεχνητή νοημοσύνη ανταγωνίζεται πλέον ευθέως την ανθρώπινη και η ανάγκη για γενική παιδεία και κριτική σκέψη επανέρχεται στο προσκήνιο ως θεμελιώδης αποστολή της εκπαίδευσης, το ελληνικό λύκειο δυσκολεύεται να ανταποκριθεί σε αυτόν το στόχο».
Επισημαίνοντας στη συνέχεια την ατολμία του πολιτικού συστήματος να αντιμετωπίσει τις συσσωρευμένες, εδώ και δεκαετίες, παθογένειες ειδικά της λυκειακής εκπαίδευσης, αναφέρει: «Η κυβέρνηση αυτή έχει κάνει πολλά και σημαντικά για να ενισχύσει τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση τα τελευταία χρόνια. Χιλιάδες προσλήψεις μόνιμων εκπαιδευτικών, ένα φιλόδοξο πρόγραμμα κτιριακών ανακαινίσεων αλλά και νέων σχολείων, εισαγωγή νέων τεχνολογιών και εργαστηρίων δεξιοτήτων, έμφαση στα πρότυπα και πειραματικά σχολεία, δωρεάν ψηφιακό φροντιστήριο για όλους.
Όλα αυτά είναι καλοδεχούμενα και αναγκαία. Όμως έχει φτάσει πλέον η ώρα να μιλήσουμε και για τον “ελέφαντα στο δωμάτιο” που δεν είναι άλλος από το ότι επιτρέψαμε συλλογικά εδώ και δεκαετίες το λύκειο να μετατραπεί σε έναν προθάλαμο εξετάσεων 4 μόνο μαθημάτων.
Συμφιλιωθήκαμε με μια πραγματικότητα που λέει ότι είναι εντάξει τα παιδιά μας να είναι “περαστικοί” από το λύκειο, στερώντας τους κρίσιμες γνώσεις γενικής παιδείας, απολύτως αναγκαίες για την κοινωνική και ακαδημαϊκή τους συγκρότηση αλλά και ατομική τους ωρίμανση. Και ταυτόχρονα υποβάλλουμε την ελληνική οικογένεια σε μια ψυχικά και οικονομικά βασανιστική διαδικασία εντατικής και μονοδιάστατης προετοιμασίας για τις πανελλήνιες εξετάσεις».
Επιπροσθέτως, «το λύκειο δεν έχασε απλώς το δρόμο της γενικής παιδείας. Έρευνες δείχνουν ότι έχει χάσει και την ικανότητα να λειτουργεί ως μηχανισμός κοινωνικής κινητικότητας και ανέλιξης για τους λιγότερο προνομιούχους, όπως τον επιτελούσε επί δεκαετίες.
Είναι καιρός να δώσουμε ξανά αξία και περιεχόμενο στο λύκειο με τις πραγματικές γνώσεις και ευκαιρίες που αυτό μπορεί να προσφέρει στα παιδιά μας. Για να συμβεί αυτό πρέπει να ανακτήσει τον παιδαγωγικό του ρόλο.
Σε αυτό αποσκοπεί η πρόταση της κυβέρνησης για τη θεσμοθέτηση του Εθνικού Απολυτηρίου (ΕθΑπ)», υπογραμμίζει και εξηγεί:
«Το ΕθΑπ δεν είναι καινούργια ιδέα, καθώς είχε ετοιμαστεί ως σχέδιο νόμου από τον Γιώργο Παπανδρέου, υπουργό παιδείας (1994-1996), και το “Νέο Σχολείο” της ‘Αννας Διαμαντοπούλου (2009-2012). Ενσωματώθηκε στα προγράμματα παιδείας του ΠΑΣΟΚ (2008) και της ΝΔ (2018), ενώ παρόμοιες ιδέες περιείχε και το πόρισμα της Επιτροπής Λιάκου, επί ΣΥΡΙΖΑ (2016).
Το γιατί δεν εφαρμόστηκε ποτέ ενώ συζητείται επί τόσα χρόνια πρέπει να μας προβληματίσει. Και η απάντηση έχει να κάνει με την αναγκαία πολιτική συναίνεση που απαιτεί μια τόσο σημαντική και σύνθετη παρέμβαση στη δομή της εκπαιδευτικής κουλτούρας και λειτουργίας.
Ιδού πεδίο δόξης λαμπρό, λοιπόν, για να αποδείξουν όλες οι πολιτικές δυνάμεις ότι εννοούν πραγματικά όσα λένε προγραμματικά.
Στην κυβερνητική πρόταση το περιεχόμενο του ΕθΑπ είναι νέο, καθώς αξιοποιούμε τις νέες ψηφιακές τεχνολογίες που, πλέον, διαθέτουμε. Οι εξετάσεις στο Λύκειο δεν αυξάνονται. Ο τρόπος διεξαγωγής μόνο αλλάζει. Όλα τα θέματα των προαγωγικών εξετάσεων θα προέρχονται, με κλήρωση, από Τράπεζα Θεμάτων Διαβαθμισμένης Δυσκολίας, και θα συνοδεύονται από οδηγό βαθμολόγησης. Όλα ανοικτά και διαθέσιμα σε όλους, χωρίς τον αιφνιδιασμό των άγνωστων θεμάτων.
Για την εγκυρότητα της διαδικασίας τα γραπτά των μαθητών μπορούν πλέον να ψηφιοποιούνται και να αποθηκεύονται σε αποθετήριο, ενώ εξωτερικό σώμα έμπειρων βαθμολογητών δύναται να πραγματοποιεί δειγματοληπτικούς ελέγχους. Όλα με κανόνες, με υποστήριξη τεχνητής νοημοσύνης, και ανοικτά σε μαθητές και γονείς. Όπως συμβαίνει σε κάθε άλλη χώρα που εφαρμόζει αντίστοιχα συστήματα.
Στο βαθμό του ΕθΑπ μπορούν να συνυπολογίζονται οι επιδόσεις και των τριών τάξεων, ώστε να μην κρίνεται το μέλλον ενός παιδιού σε μια τρίωρη εξέταση, όπως σήμερα, αλλά και χωρίς να εξελιχθεί το σχολείο σε εξεταστικό κέντρο.
Οι βαθμοί τετραμήνου μπορούν επίσης να “διορθώνονται” με βάση την τελική γραπτή επίδοση, ώστε να περιοριστεί η όποια αυθαιρεσία της προφορικής εξέτασης. Θέλουμε κάθε μέρα στο σχολείο να “μετράει”. Λίγο αλλά να “μετράει“».
Εν κατακλείδι, «η θεσμοθέτηση ενός πιο έγκυρου, αξιόπιστου και αδιάβλητου συστήματος αξιολόγησης στο Λύκειο είναι, πλέον, ώριμη. Με το νέο σύστημα διοίκησης, παιδαγωγικής εποπτείας και αξιολόγησης των σχολείων και των εκπαιδευτικών.
Είναι ήδη έτοιμα 166 νέα προγράμματα σπουδών, τα νέα βιβλία, ψηφιακό υλικό και διαδραστικοί πίνακες σε κάθε τάξη, περισσότεροι επιμορφωμένοι εκπαιδευτικοί.
Όταν ολοκληρωθεί η εφαρμογή του, σε λίγα χρόνια, το ΕθΑπ μπορεί να καταστήσει περιττές τις πανελλήνιες εξετάσεις. Όμως αυτό δεν είναι της παρούσης και δεν θα αποτελέσει αντικείμενο του διαλόγου που θα ξεκινήσει άμεσα.
Ύστερα από 60 χρόνια, μπορούμε να αλλάξουμε σελίδα, να αποκτήσουμε ένα σχολείο “που μετράει” για τους μαθητές του, αναβαθμίζοντας το “Απολυτήριο Λυκείου” σε “Εθνικό Απολυτήριο”, αποκαθιστώντας το ρόλο και το κύρος του Λυκείου για όλους. Διότι χωρίς ποιοτική γνώση μέσα από ένα στιβαρό σύστημα εκπαίδευσης δεν μπορούμε να έχουμε λειτουργική δημοκρατία, ανθεκτική οικονομία ούτε όμως και συνεκτική κοινωνία», αναφέρει κλείνοντας ο υπουργός Επικρατείας.
Ακολούθησε το debater.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις